1855 - Δελτίο τύπου: Τα τριάντα φιλιά του ήλιου

Ν. Λυγερός

Όταν ο συγγραφέας γράφει τα τριάντα φιλιά του ήλιου δεν γράφει μόνο ένα συμβατικό μυθιστόρημα ή μία ποιητική συλλογή διηγημάτων, γράφει μία οπτική όπερα όπου η ζωγραφική πήρε τη θέση της μουσικής. Το βιβλίο δεν είναι μία μυστική αναφορά στην πρώτη επανάσταση, μα ένα αφήγημα σε μια από τις αναστάσεις του λαού. Όπως το βιβλίο δεν είναι παρά μόνο οι τριάντα σελίδες ενός ξεχασμένου ημερολογίου, δεν πρέπει να το αγγίξουμε δίχως το πνεύμα του Kafka ή τη δομή του Kundera . Είναι το βιβλίο του μύθου, της ουσίας της ιστορίας. Δεν υπάρχουν ημερομηνίες, μόνο ημέρες. Δεν υπάρχουν επώνυμοι, μόνο ήρωες. Δεν υπάρχουν ανώνυμοι, μόνο άνθρωποι. Είναι η ιστορία μιας αναμενόμενης λήθης. Είναι η μνήμη μιας άγνωστης θυσίας. Είναι τα ίχνη ενός οράματος. Κάθε πρόσωπο του βιβλίου είναι ένα κομμάτι ενός ανύπαρκτου λαού στον οποίο χρωστάμε την ελευθερία της σκέψης μας.

Ο συγγραφέας συνδυάζει ερωτικές με πολεμικές σκηνές δίχως να διαχωρίζει τον πόθο από το πάθος. Οι άνθρωποι του έργου, καταδικασμένοι εις ζωή, παλεύουν εναντίον της τύχης για να γράψουν το πεπρωμένο τους. Ο καθένας μόνος μέσα στην ερημιά του πλήθους, βλέπει αυτό που όλοι κοιτάζουν: τον μύθο της ιστορίας. Και ο καθένας μαζί με τους άλλους ζει την ιστορία του μύθου. Ζούμε μαζί τους τη δύναμη του πολέμου και του έρωτα όταν κάθε στιγμή είναι ένα κομμάτι αθανασίας. Το επικό ύφος γίνεται τρυφερή κίνηση μέσα στη νύχτα της βαρβαρότητας. Τα τέρατα αντιστέκονται στα κτήνη για να μην χαθεί ο άνθρωπος. Ο κλέφτης αντιπροσωπεύει το νοητικό σχήμα του Προμηθέα. Δεν υπάρχουν τα δικαιώματα που δεν διεκδικούμε. Πρέπει να τα κλέψουμε από τον κατακτητή. Τα φαντάσματα του αγώνα ανήκουν στο παρελθόν αλλά όχι μόνο. Είναι τα ερείπια του άλλου αγώνα. Πόσες ήττες για μια νίκη; Πόσες θυσίες για μια ζωή; Πόσοι θάνατοι για ένα όραμα;

Αν ο συγγραφέας επικεντρώνεται στην πρώτη επανάσταση, δεν είναι για τη θυσία μα για το έργο της. Οι τότε αγωνιστές ήξεραν πριν δώσουν την πρώτη μάχη ποιο θα ήταν το τέλος τους. Ήξεραν ότι η αντίσταση ήταν πρόωρη. Ήξεραν όμως ότι πρέπει να γίνει, όχι για να νικήσουν μα για να χάσουν, όχι για να δοξαστούν μα για να ξεχαστούν. Δεν υπήρχε άλλος τρόπος για να σωθεί ο μύθος. Δεν υπήρχε άλλος δρόμος για τους καταδικασμένους. Διότι δίχως σταύρωση δεν θα υπήρχε ανάσταση.

Το βιβλίο παρουσιάζεται ως κλειστό, ακόμα και απόκρυφο. Είναι όμως μία ανοιχτή δομή όπου ο αναγνώστης μπορεί να δημιουργήσει τη μνήμη του ξαναπαίζοντας όχι τον ρόλο του, μα ολόκληρο το έργο της ιστορίας. Είναι ο μόνος τρόπος για να ζήσει η μνήμη μέσα στη λήθη και εκτός χρόνου.