203 - Οδυσσέας και Καλυψώ

Ν. Λυγερός
Μετάφραση από τα γαλλικά: Σάνη Καπράγκου

Τραγωδία σε μία πράξη

Στην άκρη τ’ ουρανού και της θάλασσας, Ο Οδυσσέας κείτεται στο έδαφος. Το κορμί του λούζεται μ’ ένα γαλάζιο φως και μια έντονη μοναξιά: η ύπαρξη χτυπημένη από το μηδέν. Μακρά σιωπή. Κι έπειτα, με το χάραμα, φτάνει η Καλυψώ. Ο κυματισμός που γίνεται γυναίκα πλησιάζει τον Οδυσσέα με βήμα αργό. Δεν περπατά, κυματίζει. Στη συνέχεια γονατίζει δίπλα του, τον αναστρέφει και απαλά τοποθετεί το κεφάλι του στα γόνατά της. Σιωπή. Τώρα, ο ήλιος της νοημοσύνης φωτίζει όλη τη σκηνή. Μόλις τότε, αντιλαμβανόμαστε τη νήσο Ωγυγία, όπου δάση με μαύρες λεύκες, σημύδες και κυπαρίσσια που δείχνουν τον ουρανό, στον οποίο ζουν πετρίτες και θαλασσοπούλια εξόριστα, κρύβουν το μέγα σπήλαιο της Καλυψώς. Μια φραγκοσταφυλιά που βρίσκεται στον αμπελώνα της θάλασσας, προστατεύει την είσοδο με τις ρόγες της ομορφιάς της.

Καλυψώ

Ωκεανέ και Θέτις, πατέρα και μάνα μου, θεοί μου, είχατε δίκιο, λοιπόν. Ο Οδυσσέας, ο ευφυέστερος των Ελλήνων είναι δω εν τέλει, στη γη μου, στην Ωγυγία, το κεφάλι του πάνω στα γόνατά μου, εύθραυστο σαν παιδί. Χρόνος. Πόσο αργός υπήρξε ο χρόνος, πόσες πολύτιμες ανοίξεις. Χρόνος. Όλες εκείνες οι στιγμές δίχως αυτόν δεν είναι παρά μόνον θραύσματα ζωής ξεριζωμένα από το πεπρωμένο μου. Σιωπή. Δεν έπαψα να μετρώ τον ορίζοντα, για να δω μια μέρα στη θάλασσα να φανεί, ο φάρος τής ζωής μου: μια αναδυόμενη από τα ύδατα χούφτα φωτός. Με την επίγνωση της αδυναμίας του ως θνητού, η γνώση του έγινε η ισχύς του. Είναι μοναδικός και κανείς άλλος δεν μπόρεσε να πλεύσει πάνω στα θυελλώδη κύματα, δίχως να βυθιστεί στην απεραντοσύνη τού ωκεανού, του οποίου η υπέρμετρο δεν έχει όμοιο παρά μόνον τη μοναξιά του. Χρόνος. Του χαϊδεύει το μέτωπο. Στο μέτωπό του, διαβάζω την ιστορία της τρικυμίας και τους άθλους τού Κανενός. Αυτός ο άντρας είναι θεός που εξέπεσε επί γης. Του πιάνει τα χέρια. Δίχως τα γιγάντια φτερά του, η γη τσακίζει τα παιδικά του χέρια. Χρόνος. Τα φιλά και τ’ ακουμπά στα μάγουλά της. Φτιάχτηκαν για να χαϊδεύουν τις ψυχές.

Φωνή Ωκεανού

Για τούτη την ύπαρξη φωτός, η πραγματικότητα είν’ ένα θέμα για σκέψη, η ζωή μια ύλη για δημιουργία. Για τον Οδυσσέα, το πιο ακατανόητο πράγμα του κόσμου είναι πώς γίνεται κατανοητός ο κόσμος. Αυτός ο λύτης αινιγμάτων, αυτός ο καταστροφέας παραδόξων είναι ένα ανθρώπινο οξύμωρο: ελεύθερος στοχαστής δεμένος στην αλήθεια, παντογνώστης και ενίοτε μηδενοδύναμος, η άπειρη σκέψη του περιορίζεται σ’ ένα πεπερασμένο σώμα. Είναι το περιεχόμενο δίχως το περιέχον και το μέλλον του παρελθόντος.

Καλυψώ

Κι όμως, πατέρα, εγώ δεν βλέπω σ’ αυτή την ιδιοφυία παρά μόνον έναν πληγωμένο άνθρωπο, προικισμένο με μια ευαισθησία απάνθρωπη!

Οδυσσέας, τινάζεται.

Ο Αχιλλέας είναι νεκρός!

Καλυψώ, γαλήνια.

Δίχως τον θάνατο του Αχιλλέα, Οδυσσέα, δεν θα κρατούσα τη ζωή σου στα χέρια μου. Γέρνοντας πάνω του. Ξεκουράσου πάνω σε μένα, πολυαγαπημένε μου, ο κόσμος είναι βαρύ φορτίο για τους ώμους σου: το βάρος της αθανασίας συντρίβει ακόμη και τους υπερανθρώπους. Χρόνος. Μα συ δεν είσαι παρά μόνον αυτό! Μέσα από την ανδρεία του ανθρώπου, διακρίνω την ανθρώπινη καλοσύνη και την τρυφερότητα του εραστή. Χρόνος. Η μοναχική σου παρουσία μού απέδειξε σε μια στιγμή, πόσο το παρελθόν μου υπήρξε μια απουσία. Σιωπή. Πώς η ύπαρξη ενός θνητού μπορεί να μεταμορφώσει τη ζωή μιας θεάς;

Οδυσσέας, που άκουσε μόνον την τελευταία ατάκα.

Με τον αμετάκλητο χαρακτήρα του !

Καλυψώ, έκπληκτη.

Ξύπνησες, λοιπόν; Πότε;

Οδυσσέας

Μόλις άκουσα το ερώτημά σου… Είσαι θεά;

Καλυψώ

Είμαι η Καλυψώ!

Οδυσσέας

Ώστε η κρυμμένη θεά αποκαλύπτεται μπροστά σ’ έναν θνητό…

Καλυψώ

Είσαι πάντα τόσο αλαζονικός όταν είσαι ξύπνιος;

Οδυσσέας

Η αφύπνιση μπορεί να φαίνεται αλαζονική όταν δεν εκφράζει παρά μόνον μία αναζήτηση.

Καλυψώ

Η αναζήτηση της αλήθειας δεν δίνει κάθε δικαίωμα.

Οδυσσέας

Το έχω συνειδητοποιήσει, και δεν διατηρώ παρά μόνον το δικαίωμα να πεθαίνω!

Καλυψώ

Να είναι τούτη μια ύβρις προς τους θεούς;

Οδυσσέας

Μόνο μια επισήμανση της θνητότητάς μου.

Καλυψώ

Αυτή είναι η αιτία της περηφάνιας σου;

Οδυσσέας

Δεν μπορούμε να είμαστε περήφανοι παρά μόνον για το φαίνεσθαί μας. Μπροστά σε μια θεά, δεν θα ήξερα παρά μόνον το είναι.

Καλυψώ

Το ξέρεις πως διαβάζω τις σκέψεις σου;

Οδυσσέας

Από την πλευρά μου, οφείλω να μου αρκεί ότι κατανοώ αυτές των άλλων.

Καλυψώ

Είσαι όμοιος με τους άλλους: ένας άνθρωπος θνητός, τίποτε περισσότερο.

Οδυσσέας

Καθώς διαβάζεις τις σκέψεις μου, θα πρέπει και να ξέρεις πως τίποτε καλύτερο δεν υπάρχει.

Καλυψώ

Πώς μπορείς να το λες αυτό; Ξεχνάς πως απευθύνεσαι σε μία θεά;

Οδυσσέας

Πώς θα μπορούσα; Αφού δεν παύεις να μου το θυμίζεις! Χρόνος. Δεν αναζητώ να είμαι διαφορετικός, είναι γεγονός.

Καλυψώ

Η ασυνειδησία σου θα σε καταστρέψει!

Οδυσσέας

Αδύνατον, είμαι μόνο και μόνο συνείδηση!

Καλυψώ, σκεφτική.

Θα σε προτιμούσα ασυνείδητο… Σιωπή. Η σκέψη σου καίει τις φάσεις, πυρπολεί τις λέξεις…

Οδυσσέας

Η ανθρώπινη σκέψη ζητά να κατανοήσει το σύμπαν, ενώ η θεία σκέψη ξέρει και δεν θέλει να ξέρει. Το μόνο ενδιαφέρον της ύπαρξής σας προκύπτει από την ιδιομορφία των θνητών. Δίχως αυτούς, οι θεοί θα ήταν πλήξη μόνο και μόνο!

Καλυψώ

Η Θέτις είχε δίκιο, φύλαξες μέσα σου το πάθος του Αχιλλέα!

Οδυσσέας, καταρρέοντας.

Αχιλλέα !

Καλυψώ, πολύ κοντά του.

Τι έχεις αγάπη μου;

Οδυσσέας, πολύ απορροφημένος για ν’ ακούσει.

Βρίσκεται μέσα μου… Μπόρεσα ν’ αντέξω όλους τους πόνους του…

Καλυψώ

Το ξέρω Οδυσσέα. Και βλέπω τη νοητική σύντηξη που κατόρθωσες…

Οδυσσέας

Ποτέ, ωστόσο, δεν θ’ αποδεχθώ την αδικία τού θανάτου του! Σιωπή. Πώς ο Απόλλων, ο θεός τού ηλίου, μπόρεσε να βοηθήσει αυτόν τον δειλό τον Πάρη! Χρόνος. Δεν επρόκειτο παρά μόνον για ένα επιδέξιο βέλος. Μόλις ο Λοξίας κτυπώντας τη φτέρνα του διέλυσε το φως…

Καλυψώ

Ο Απόλλων γνώριζε κι εκείνος επίσης τον κόσμο του θανάτου. Τον διασχίζει κάθε νύχτα. Χρόνος. Φωτίζει τη ζωή, μα ονειρεύεται τον θάνατο.

Οδυσσέας

Μα γιατί τον Αχιλλέα; Σιωπή. Δεν ξέρεις πως είμ’ εγώ, ο Οδυσσέας, και η πολυτροπία μου που ανακαλύψαμε το κρησφύγετο της Θέτιδος. Δίχως εμένα, ο Αχιλλέας θα ήταν για πάντα ζωντανός.

Καλυψώ

Διάλεξε ανάμεσα στη δόξα και στη ζωή.

Οδυσσέας

Μην το λες αυτό! Χρόνος. Διότι η νοημοσύνη μου είναι που του επέτρεψε να κάνει την επιλογή τούτη. Είμαι υπεύθυνος για τον θάνατό του.

Καλυψώ, τρυφερή.

Οδυσσέα, δεν είσαι παρά μόνον άνθρωπος… Και ιδιοφυία ακόμη, πώς θα μπορούσες να θεωρηθείς υπεύθυνος, εφόσον η ίδια η Αθηνά δεν μπόρεσε τίποτε να κάνει!

Οδυσσέας

Ο Προμηθέας θα μπορούσε αν δεν ήταν δεμένος. Σιωπή. Καλυψώ, άφησέ με να πεθάνω…

Καλυψώ

Ποτέ! Ακούς; Ο Οδυσσέας καταρρέει. Οδυσσέα, ψυχή μου, μείνε μαζί μου, θα σε προστατεύω… Ποτέ πια δεν θά ’σαι μόνος! Σιωπή. Είσαι υπεράνθρωπος, έχει μια δίχως όρια ευαισθησία. Μα δεν θέλω πια να υποφέρεις… Θα φροντίζω το πνεύμα σου. Η μοίρα του Προμηθέα είναι πολύ πολύ σκληρή! Σιωπή. Θα σε κρύψω και θα ζεις μέσα μου. Θα σου δώσω να πιεις από την πηγή της αθανασίας.

Οδυσσέας

Η ζωή είναι δώρο !

Καλυψώ

Οδυσσέα, είσαι… Χρόνος. Η σκέψη σου υπερβαίνει τα συναισθήματά σου!

Οδυσσέας

Είμαι ένα αμάλγαμα σκέψης…

Καλυψώ

Που θα ήταν ένα τίποτα, δίχως το συναίσθημα!

Οδυσσέας, αγγίζοντας την άμμο.

Ακουμπώντας την παλάμη μου στην άμμο της ακτής, αισθάνομαι τη ζεστασιά της τρυφερότητας και τα δάχτυλά μου, που βυθίζονται στην ξανθή άμμο, ανακαλύπτουν αργά τον αφρό της θάλασσας.

Καλυψώ

Χειρίζεσαι τον λόγο σαν εραστής…

Οδυσσέας

Σε σκέφτομαι!

Καλυψώ

Μη σταματάς τώρα! Αγκαλιάζονται. Σιωπή. Μονολογώντας. Δία, άφησέ τον να ζήσει. Σε ικετεύω. Θα είμαι χάδι γι’ αυτόν.

Oδυσσέας

Αν ήθελες να με κάνεις θεό, η εξουσία σου θα ήταν αρκετή, όμως αν εγώ ήθελα να σε κάνω ανθρώπινη, δε θα το μπορούσα! Ο έρωτάς μας είναι που σε μεταμορφώνει. Σιωπή. Γλυκιά μου, Καλυψώ, ο έρωτας, η αλήθεια είναι ικανά για τα πάντα.

Καλυψώ

Ποτέ οι θεοί του Ολύμπου δεν το αποδεχθούν! Θα ξεσπάσουν την οργή τους στην αγάπη μας…

Οδυσσέας

Ανεξάρτητα από την εξουσία τους και τον θυμό τους, ποτέ δεν θα σβήσουν την ιστορία που γράψαμε κι έτσι θνητοί θα ζούμε στη μνήμη των ανθρώπων.

Καλυψώ

Στην ανθρωπότητά μας !

Σκοτάδι...
Η Καλυψώ είναι μόνη στη σκηνή, στο ημίφως, συλλογιέται την ουτοπία. Σιωπή. Εμφάνιση του Χορού των Ωκεανίδων. Οι γαλάζιες γυναίκες κατακλύζουν όλον τον χώρο που έτσι παίρνει ένα φως που γίνεται μπλε. Είναι ο χορός του νερού. Η Καλυψώ, έκπληκτη από τούτον τον υδάτινο χορό, παραμένει σιωπηλή. Οι γυναίκες τού χορού ολοένα την πλησιάζουν, δίχως ωστόσο να την αγγίζουν. Φαίνεται αβοήθητη, μα νοητικά αντιστέκεται στις επιθέσεις ώσπου αίφνης…

Κορυφαία

Καλυψώ κινδυνεύεις! Χρόνος. Ο Οδυσσέας είναι επικίνδυνος. Χρόνος. Ο έρωτάς του είναι χάρισμα της φωτιάς! Πρέπει ν’ αρνηθείς το ελληνικό δώρο! Σιωπή. Είναι ο πειρασμός προσωποποιημένος! Σιωπή. Δεμένος στον ιστό της σκέψης, έχει ακούσει το τραγούδι των σειρήνων και δεν βυθίστηκε γιατί γνώριζε τον πόνο… Η ιδιοφυία του σε εξέτρεψε από την αποστολή των θεών…

Καλυψώ

Γιατί τόσο μίσος; Χρόνος. Τόσο φόβο, λοιπόν, σας προκαλεί αυτός ο άνθρωπος; Μα τι φοβάστε επιτέλους; Την ιδιοφυία του ή την ανθρωπιά του; Τον πυγαμαλίωνα ή μήπως τον χαμαιλέοντα;

Κοφυφαία, την διακόπτει.

Κι ο ένας κι ο άλλος είναι μια τόλμη που οι θεοί δεν μπορούν να δεχθούν! Χρόνος. Οι άνθρωποι είδαν μόνο και μόνο την πανουργία του στα δημιουργήματά του και τον πόνο στα βάσανά του. Ενώ εμείς ξέρουμε πως ο υπεράνθρωπος τούτος δεν αποδέχεται ούτε τους θεούς, ούτε και την ανωτερότητά τους.

Καλυψώ

Ποιος, όμως, θα ήταν ο ρόλος μας δίχως την ύπαρξη του γένους των ανθρώπων;

Κορυφαία

Πώς τολμάς εσύ, δύστυχη; Θα σε έχει, λοιπόν, ήδη διαφθείρει.

Καλυψώ

Η αγάπη του με μεταμορφώνει, είναι αλήθεια, και αλλάζει την οπτική μου για τον κόσμο. Η πραγματικότητα, ωστόσο, είναι πάντοτε ίδια. Χρόνος. Είμαστε πάρα πολύ σκληροί με τους ανθρώπους… Τους αφήνουμε να ζουν στο σκοτάδι και κάθε φορά που ένας απ’ αυτούς ανακαλύπτει τη φωτιά του Προμηθέα, τον συντρίβουμε κάτω από το βάρος της μοίρας. Δεν ποθούν παρά μόνο να ζήσουν! Με μεγάλη ένταση. Πρότεινα στον Οδυσσέα να του δώσω την αιώνια νεότητα, μα εκείνος το μόνο που θέλει είναι η ζωή κι όχι η αθανασία των ηρώων.

Κορυφαία

Ώστε τον υπερασπίζεσαι !

Καλυψώ

Και λοιπόν;

Κορυφαία

Το όνειρό του να γίνει θεός !

Καλυψώ, σε αμηχανία.

Το δικό μου! Αρνήθηκε την τελειότητα, δεν θέλει να εγκαταλείψει τους ανθρώπους στη μοίρα τους χωρίς να τη μοιράζεται.

Κορυφαία

Θα είναι, λοιπόν, καταδικασμένος!
Τη στιγμή αυτή, οι γαλάζιες γυναίκες του χορού ξαναπιάνουν τον πιο τρελό τους χορό του νερού. Ο χορός εξαφανίζεται και η Καλυψώ μένει και πάλι μόνη.

Καλυψώ

Θέλω τρελά να σου μιλήσω, αγάπη μου! Χρόνος. Κάθε στιγμή χωρισμού είναι μια παντοτινή απώλεια· ένα κομμάτι ζωής ξεριζωμένο από την αγάπη μας. Και τ’ αστέρια πέφτουν σαν τη βροχή. Σιωπή. Μίλα μου, Οδυσσέα. Χρόνος. Τα χείλη σου έχουν τη γεύση του σταφυλιού και μεθάω από σένα! Σκεφτική. Η ζωή μου χωρίς εσένα είναι ένας χειμώνας αιώνιος κι είσαι συ το μοναδικό καλοκαίρι μου… Χρόνος. Δώσε μου τη φωτιά της ηδονής και σπάσε τον αιώνιο πάγο. Χρόνος. Θά ’θελα οι φλόγες σου ολοσχερώς να γλύψουν το σώμα μου, για να μπορώ ν’ αψηφήσω τις αδελφές μου και τους θεούς που τόσο θέλουν το κακό σου.

Απλώνεται νωχελικά πάνω στο έδαφος. Σιωπή. Λαμπερό φως, εμφάνιση του Οδυσσέα.

Οδυσσέας, βλέποντας την Καλυψώ ξαπλωμένη.

Καλυψώ, αγάπη μου! Γέρνει πάνω της και τη φιλά στον δεξί κρόταφο. Πληγώθηκες ψυχή μου; Σιωπή. Ξανάρθαν, λοιπόν, τούτες οι θαλάσσιες Άρπυιες… Οι σειρήνες δεν ήταν παρά μόνον μελωδία μπροστά στο βασανιστήριο αυτό. Τι να κάνω για να σε προστατέψω, θεά μου; Ανασηκώνεται και κοιτάζει τον ουρανό. Θεέ, γιατί την κάνεις τόσο να υποφέρει; Σιωπή. Η ζωή μου είναι μια αλληλουχία από δοκιμασίες, ένας περίπλους δίχως τέλος. Κι όμως δεν παραπονούμαι, γιατί είναι τούτο εγγενές στο πνεύμα μου να δημιουργώ και ν’ ανακαλύπτω. Η Καλυψώ όμως, γιατί κατηγορείται;

Φωνή της Γης

Είναι ένοχη που σ’ αγαπά!

Οδυσσέας

Είναι έγκλημα ν’ αγαπάς;

Φωνή της Γης

Ναι, αν πρόκειται για θνητό!

Οδυσσέας

Ποιος θεός δεν αγάπησε ποτέ θνητό;

Φωνή της Γης

Εκείνη σ’ αγαπάει πάρα πολύ! Αυτό είναι το παράπτωμά της!

Οδυσσέας

Το παράπτωμά της;

Φωνή της Γης

Τώρα που της έμαθες την αγάπη της φωτιάς, είναι ικανή για τα πάντα!

Οδυσσέας

Α! Θέλετε από κείνη να γίνει ανθρώπινη!

Φωνή της Γης

Για σένα, αψήφησε την πιο μεγάλη θεία απαγόρευση.

Οδυσσέας

Τότε εγώ είμαι ο υπεύθυνος, αφήστε την, λοιπόν, εν ειρήνη. Σιωπή. Αποφασίστε κι εγώ θα υπακούσω! Σιωπή. Εκείνη τη στιγμή η Καλυψώ υψώνεται σαν την αυγή και τυλίγει τρυφερά τον μηρό του Οδυσσέα.

Καλυψώ

Είσαι δώ τελικά, κυπαρίσσι της μνήμης μου!

Οδυσσέας

Τώρα αγαπάς τη μνήμη…

Καλυψώ

Ναι! Και κάθε κομμάτι του χρόνου που μοιραζόμαστε. Γιατί τώρα συνειδητοποίησα τον αγώνα της νοημοσύνης ενάντια στο πέρασμα του χρόνου και το καθήκον να γεμίζει τη ζωή της με μνήμη, αυτή την αναζήτηση της ουσίας.

Οδυσσέας

Τότε γιατί είσαι θλιμμένη, Καλυψώ;

Καλυψώ

Γιατί φοβάμαι μην σε χάσω… Τόσο γρήγορα προχωρούν όλα! Σιωπή. Θά ’θελα να σου χαρίσω μια θυγατέρα!

Οδυσσέας

Αγάπη μου!

Καλυψώ

Θα την πούμε Αλεξάνδρα, την προστάτιδα των ανθρώπων.

Οδυσσέας

Είσαι το δώρο της ζωής μου!

Καλυψώ

Οδυσσέα, θά ’θελα να γεράσω κοντά σου και να δω να μεγαλώνουν τα παιδιά μας της φωτιάς. Σιωπή. Θέλω να πιω το φως σου!

Σκοτάδι.
Ο Οδυσσέας είναι μόνος στο ημίφως. Μόνος ως συνήθως, διακρίνει από μακριά μια γνωστή φιγούρα και της απλώνει το χέρι του, είναι το φάντασμα του Αχιλλέα.

Οδυσσέας

Είσαι συ, Αχιλλέα;

Φάντασμα Αχιλλέα

Ναι, Οδυσσέα, είμαι κοντά σου, φίλε μου.

Οδυσσέας

Ποια είναι η ασυνήθιστη αιτία της επίσκεψής σου; Χρόνος. Η ετυμηγορία των θεών έπεσε.

Φάντασμα Αχιλλέα

Ναι, Οδυσσέα, κι εγώ όφειλα να είμ’ εδώ.

Οδυσσέας

Καταλαβαίνω! Σιωπή. Ποια, λοιπόν, είναι η απόφασή τους;

Φάντασμα Αχιλλέα, με σοβαρό ύφος.

Η εγκατάλειψη! Σιωπή. Κουράγιο, Οδυσσέα!

Οδυσσέας

Θέλουν να εγκαταλείψω την Καλυψώ; Χρόνος. Είναι η μόνη προϋπόθεση για να την αφήσουν εν ειρήνη;

Φάντασμα Αχιλλέα, με ύφος σοβαρό.

Η μοναδική!

Οδυσσέας

Θα προτιμούσα να πεθάνω…

Φάντασμα Αχιλλέα

Δεν είν’ αυτή η επιθυμία τους… Λυπάμαι…

Οδυσσέας

Θέλουν να συντρίψουν τον έρωτά μας! Με μια κραυγή. Μα είναι αδύνατον! Μου έχει ήδη προσφέρει ένα κομμάτι αθανασίας: την ψυχή της!

Φάντασμα Αχιλλέα

Το ξέρουν, μα δεν τους ανησυχεί αυτό.

Οδυσσέας

Οι άθλιοι! Για τη μνήμη τους είναι που φοβούνται, εκείνο το κομμάτι ανθρωπιάς μέσα της!

Φάντασμα Αχιλλέα

Ακριβώς…

Οδυσσέας

Οι μικρόνοες !

Φάντασμα Αχιλλέα

Πρόσεχε, Οδυσσέα.

Οδυσσέας

Δεν τους φοβάμαι, Αχιλλέα. Διαλύοντας τον έρωτά μας, δεν μπορούν να μου προκαλέσουν τον πιο μεγάλο πόνο. Σιωπή. Δεν βλέπουν πως η συνάντησή μας είναι μια ρήξη ***! Η συνάντησή σου με την Πενθεσίλεια κράτησε μια στιγμή κι όμως συγκλόνισε τη ζωή σας.

Φάντασμα Αχιλλέα, συγκινημένος.

Αλήθεια είναι, Οδυσσέα.

Οδυσσέας

Το ίδιο είναι και με την Καλυψώ. Εφήμερο μπροστά στην αιωνιότητα, δεν είμαι παρά μόνο μια στιγμή στη ζωή της. Έντονα. Μα είναι πολύ αργά! Ζει μέσα μου κι εγώ μέσα σε κείνη. Τίποτε πια δεν θά ’ναι όπως πριν! Σιωπή. Αχιλλέα, είναι η γυναίκα μου! Καταρρέει.

Σκοτάδι. Ο Οδυσσέας είναι και πάλι μόνος στη σκηνή, ξαπλωμένος στο έδαφος, αδρανής. Η Καλυψώ εμφανίζεται…

Καλυψώ

Θεοί, σβήστε τ’ αστέρια, δεν θέλω να δει τα δάκρυά μου! Χρόνος. Πλησιάζει τον Οδυσσέα. Προσπάθησα να ξεχάσω, αλλά μάταια: έριξε άγκυρα μέσα μου. Οι ψυχές μας κάνουν έναν μόνο … Οδυσσέα, αυτός ο κόσμος δεν έγινε για μας. Τούτ’ η γη μάς κομματιάζει σαν μάνα ξένη. Είσοδος χορού των γαλάζιων γυναικών. Οι Ωκεανίδες φαίνονται πιο αποφασιστικές από ποτέ… Αφήστε με μόνη μαζί του. Αφήστε με, μία στιγμή, μόνο μία στιγμή. Οι Ωκεανίδες συνεχίζουν την περικύκλωση. Κι αίφνης μετά, διασκορπίζονται δίχως λόγο. Ο Αχιλλέας είναι πάλι εδώ. Αχιλλέα, σ’ ευχαριστώ! Ο Αχιλλέας παραμένει απαθής. Σιωπή. Η Καλυψώ σκύβει πάνω στον Οδυσσέα και τον αγκαλιάζει τρυφερά. Φωτιά μου, θεέ μου ανθρώπινε, μέσα σου βλέπω το σύμπαν όλο κι ολόκληρη την ανθρωπότητα. Σιωπή. Πριν από σένανε, η γη ήτανε πέτρα μόνο και το νερό μόνον πάγος! Μαζί σου, όλα είναι φως μόνο και μόνο! Σιωπή. Κουβαλάω τη μνήμη σου μέσα μου! Την ίδια στιγμή ο κεραυνός χτυπά τη νήσο Ωγυγία και το χτύπημά του προκαλεί έναν βρόντο τρομερό. Το ζευγάρι μοιάζει χαμένο μέσα σε μια έσχατη θύελλα. Η Καλυψώ, δίπλα στον Οδυσσέα, γονατιστή, παρακαλεί τον ουρανό. Με μια κραυγή. Θεέ των θεών, σε ικετεύω, το έλεός σου εκλιπαρώ. Χρόνος. Είναι ο άντρας της ζωής μου, το νόημα της ζωής μου. Μην τον παίρνεις μακριά μου… Ο κεραυνός κτυπάει ξανά, με ακόμη μεγαλύτερη ένταση. Αφού λοιπόν με έχεις καταδικάσει, άκου την τελευταία μου επιθυμία: δώσε μου το δικαίωμα να πεθάνω. Χρόνος. Παραχώρησέ μου αυτό! Το τέλος της αιωνιότητας!

Αυλαία.