2111 - Συνθήκη Βερολίνου και διπλωματικό πλαίσιο

N. Lygeros

Για να κατανοήσουμε καλύτερα τις δυσκολίες που είχε να αντιμετωπίσει ο Αλέξανδρος Καραθεοδωρής, έχει ενδιαφέρον να αναλύσουμε το διπλωματικό πλαίσιο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας μετά την υπογραφή της Συνθήκης Βερολίνου στις 13 Ιουλίου 1878.

Το πρώτο πρόβλημα που υπήρξε είναι ο Χάρτης Χαλέπας (15 Οκτωβρίου 1878) διότι παραβιάζεται επανειλημμένα και δεν πρόσφερε τίποτα το ουσιαστικό στην Κρήτη. Ούτε η Υψηλή Πύλη, ούτε οι Κρήτες δεν μπορούσαν να βρουν ένα κοινό πεδίο συμφωνίας.

Τα προβλήματα εμφανίστηκαν και στο διπλωματικό επίπεδο με τη διάσκεψη Πρεβέζης (Φεβρουάριος-Μάιος 1879) που ήταν μια πλήρης αποτυχία. Η διάσκεψη αποτελούσε μια συνέχεια σε σχέση με τη Συνθήκη Βερολίνου, όμως η τουρκική αδιαλλαξία για παραχώρηση εδαφών αποτέλεσε ένα εξεπέραστο εμπόδιο. Το θέμα της Ηπείρου καλύφθηκε με το πρόσχημα της πιθανής εξέγερσης των Αλβανών. Και το θέμα της Θεσσαλίας είχε άμεση σχέση με τα λιμάνια και τη γεωστρατηγική του Αιγαίου. Τελικά η Ελλάδα ζήτησε την παρέμβαση των ξένων δυνάμεων, όπως το προέβλεπε η Συνθήκη Βερολίνου. Αυτές θα συγκεντρωθούν τελικά και πάλι στο Βερολίνο. Όμως οι αποφάσεις τους που εστάλθηκαν στην Υψηλή Πύλη και πάλι δεν είχαν θετικά αποτελέσματα.

Με αυτό το συγκεκριμένο παράδειγμα βλέπουμε πόσο δύσκολη ήταν η θέση του Αλεξάνδρου Καραθεοδωρή. Διότι ακόμα και στο επίπεδο που βρισκόταν, η γενική στάση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ήταν πάντα η ίδια. Ακόμα και αναγκασμένη να συμβιβαστεί μετά την πίεση των ισχυρών δυνάμεων, προσπαθούσε ν’ αντισταθεί με τη φυσιολογική αδράνεια μιας αυτοκρατορίας στις νέες αποφάσεις, ειδικά όταν αφορούσαν το εδαφικό. Κατά συνέπεια, οι Συνθήκες ήταν γενικά με την Υψηλή Πύλη ένα σύστημα για να δημιουργούνται και να διατηρούνται ζητήματα όπως το ανατολικό, το μακεδονικό, το ηπειρωτικό και το θρακικό. Χρησιμοποιούσε πάντα τους εσωτερικούς παράγοντές της για να ενισχύσει τις θέσεις του γεωστρατηγικού της πυρήνα. Μέσα σε αυτό το κεντρικότατο σύστημα, ακόμα και μέσα σε διπλωματική ομάδα, ο Αλέξανδρος Καραθεοδωρής είχε ελάχιστα περιθώρια. Με αυτόν τον έμμεσο τρόπο συνειδητοποιούμε πόσο σημαντικά ήταν τα επιτεύγματά του στη Συνθήκη Βερολίνου, στην Κωνσταντινούπολη αλλά και στη Σάμο. Παρ’ όλα αυτά, κανείς δεν ανέδειξε τον ρόλο του στην Ελλάδα ενώ αποτελούσε ένα ξεχωριστό κομμάτι του ελληνισμού. Θα ’πρεπε, επιπλέον, να διαχωρίσουμε τη θέση του με το γενικό κατεστημένο των Ελλήνων αλλά και των Χριστιανών στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και ειδικά στην Κωνσταντινούπολη. Αυτό όμως, μάλλον θα μπορέσουμε να το αποδείξουμε μόνο όταν θα έχουμε μελετήσει όλο το υλικό των αρχείων του, το οποίο θα έχουμε διασταυρώσει με στρατηγικές και διπλωματικές πηγές.