1960 - Στην αιχμή της πέτρας

Ν. Λυγερός

Συνήθως δεν σκεφτόμαστε τις πέτρες παρά μόνον την ώρα του θανάτου μας. Για να προετοιμάσουμε εκείνη τη στιγμή, κόβουμε ταφόπλακες σαν να πρόκειται να επισημάνουμε την παρουσία μας μέσα στον χρόνο με μια μαρτυρία μέσα στον χώρο. Δεν εκτιμούμε παρά μόνον εκείνη τη στιγμή την πραγματικά διαχρονική όψη της πέτρας. Διότι μετά την τοποθέτησή της πάνω στον τάφο, σπεύδουμε αμέσως να την ξεχάσουμε. Είναι το ίδιο σχήμα που εισβάλλει στο πνεύμα του σχεδιαστή τού μνημείου. Εστιάζεται στο έργο του επιθυμώντας να αναπαραγάγει αυτό το σχήμα, για να παραμείνει στην παράδοση, δίχως να υπολογίζει πως την ίδια στιγμή μηδενίζει, τον ύψιστο ρόλο της πέτρας. Στην πραγματικότητα, ένα μνημείο δεν έχει την οντολογική λειτουργία που εμείς φυσιολογικά πιστεύουμε. Η ίδια του η οντολογία δεν είναι παρά μόνον τελεολογία, διότι εάν δεν εκπληρώνει την αποστολή του, απλούστατα δεν έχει νόημα. Δεν έχει τούτο υποτιμηθεί από μια άσχημη λειτουργικότητα, απλούστατα δεν υπάρχει πλέον. Επίσης, το μνημείο δεν αναπαριστά το αποτέλεσμα του ανθρώπου που πληγώνει την πέτρα για να θυμάται, μα εκείνο της πέτρας που αγγίζει τον άνθρωπο για να μην ξεχνά. Υπό την έννοια αυτή το Mémorial στη Λυών για τη γενοκτονία των Αρμενίων αποτελεί ένα παράδειγμα. Πράγματι, δεν είναι λαξευμένο στις πέτρες, τις υποστηρίζει. Αξιοποιεί τη σκόνη για να κατασκευάσει το φύλλο που υποβαστάζει την πέτρα. Με κανέναν τρόπο δεν καταστρέφει. Αρκείται σε έναν σίγουρο τρόπο για να διασφαλίσει ακέραια την αξία της πέτρας, όπως θα το έκανε μια κοσμηματοθήκη. Υπάρχει, επίσης, σεμνότητα σ’ αυτό το Mémorial, διότι ξέρει τι αντιπροσωπεύει η πέτρα για μια χώρα όπως η Αρμενία που δεν κάνει παρά μόνον αυτό. Η πέτρα είναι φορτωμένη με μνήμη και κάθε παρέμβαση επάνω της, δεν θα ήταν παρά μόνον μια ακόμη πράξη βαρβαρότητας, μια πράξη βαρβαρότητας επί πλέον, καθώς προορίζεται να αναπαριστά το απερίγραπτο της γενοκτονίας. Ακόμη και το διαστήλιο, που υποστηρίζει εκείνες τις επιγραμματικές σημειώσεις, είναι διακριτικό για να συνδέεται με την τοποθεσία προκειμένου να θέσει ακόμη πιο εμπρός το μεγαλείο της πέτρας, που αρνείται να ξεχάσει και της οποίας η ύπαρξη αφ’ εαυτής της είναι μια πράξη αντίστασης. Χωρίς να ξεχνούμε πως οι πέτρες μεταφέρθηκαν από τους ανθρώπους για να συνεισφέρουν με τον δικό τους τρόπο σε μια εργασία συλλογικής μνήμης, στην οποία κάθε χειρονομία μετρά, μα ακόμη περισσότερο εκείνη της προσφοράς. Διότι το Mémorial είναι πάνω απ’ όλα η προσφορά της πέτρας.