3928 - Ουίσκι και Κονιάκ

Ν. Λυγερός

Π: Τι θα πιείτε;
Α: Δεν αποφασίσαμε ακόμα…
Π: Θα επανέλθω τότε…
Α: Ευχαριστώ!
Γ: Διάλεξες κάτι;
Α: Περιμένω την επιλογή σου…
Γ: Κατάλαβα…
Α: Τι κατάλαβες;
Γ: Περιμένεις να δεις αν θα πάρω ουίσκι.
Α: Είμαι περίεργος.
Γ: Γιατί;
Α: Είναι θέμα κουλτούρας…
Γ: Το ποτό;
Α: Βεβαίως.
Γ: Και τι θέλει να πει αυτό;
Α: Ότι υπάρχει κι ένα υπόβαθρο.
Γ: Δηλαδή;
Α: Το ουίσκι δεν πίνεται με παγάκια;
Γ: Όχι, απαραίτητα.
Α: Αλλά πίνεται κι έτσι.
Γ: Ναι.
Α: Ενώ το κονιάκ;
Γ: Δεν ξέρω.
Α: Θέλει ζέστη.
Γ: Γι’ αυτό το ποτήρι μοιάζει με μπαλόνι.
Α: Ακριβώς. Είναι για να θερμαίνεται με το χέρι.
Γ: Το ένα θέλει το κρύο και το άλλο το ζεστό.
Α: Το ένα είναι γρήγορο και το άλλο αργό.
Γ: Πού το πας;
Α: Το ένα είναι η λήθη και το άλλο η μνήμη.
Γ: Τι πράγμα;
Α: Πίνεις ουίσκι για να ξεχάσεις, ενώ πίνεις κονιάκ για να θυμηθείς.
Γ: Δεν το είχα σκεφτεί με αυτόν τον τρόπο.
Α: Δεν έχει μεγάλη σημασία.
Γ: Τι έχει τότε;
Α: Δεν θέλεις να ξεχάσεις ή να θυμηθείς.
Γ: Μπορώ να επιλέξω;
Α: Βεβαίως!
Γ: Μα πώς;
Α: Κοινωνία ή Ανθρωπότητα;
Γ: Κι όλα αυτά σ’ ένα ποτό;
Α: Είναι κι αυτό ένα άρωμα.
Γ: Που θυμάσαι ή που ξεχνάς.
Α: Αυτό θέλω να πω.
Γ: Κι εσύ τι προτιμάς;
Α: Λένε ότι το άρωμα είναι αυτό που μένει σε μια γυναίκα, όταν είναι γυμνή μέσα στο σκοτάδι.
Γ: Και για τον άντρα, τι λένε;
Α: Δεν φορά παρά μόνο το άρωμά της.
Π: Διαλέξατε;