600 - To δωμάτιο του Vincent

Ν. Λυγερός
Μετάφραση από τα γαλλικά: Σάνη Καπράγκου

Δεν ήταν εδώ, όμως τα πάντα μες το δωμάτιο θύμιζαν εκείνον. Η απουσία του ήταν πανταχού παρούσα. Πρώτα-πρώτα εκείνη η καρέκλα στο περιθώριο, που κανέναν δεν περίμενε και που έμοιαζε να φυλάει την πάντοτε κλειστή μπλε πόρτα. Έπειτα εκείν’ η πετσέτα πάντοτε άσπρη ποτέ τσαλακωμένη, αιωρούμενη στο κενό, στο χείλος ενός μόνου κι έρημου καρφιού, φυτεμένου στον μπλε ορίζοντα. Και μετά, στη γωνία, εκείνος ο καθρέφτης δίχως είδωλο, πάνω από το τραπεζάκι που άντεχε τον κόσμο της εσωτερικότητας. Κοντά στο υγρό κανάτι, το πράσινο παράθυρο μισάνοιχτο μόλις στον κόσμο, αναμένοντας απελπιστικά ένα σημάδι ενός αγνώστου θεού ή ενός πολυαγαπημένου αδελφού, που θά ’χε έρθει να καθίσει σε κείνη την άλλη καρέκλα στο προσκεφάλι του κρεβατιού. Θά ’χε κρεμάσει το σακάκι του κοντά στη μπλε φόρμα ή στο αχυρί καπέλο. Εκτός κι αν είχε προτιμήσει να το ακουμπήσει ακριβώς πάνω στο τοπίο, ακριβώς πάνω από τα μαξιλάρια εκείνου του κρεβατιού, τόσο μεθυσμένου, όσο ένα καράβι που τα κόκκινα πανιά τραβούσαν μακριά σ’ ένα ταξίδι ασάλευτο, κάτω απ’ το βλέμμα των σιωπηλών πορτρέτων, όπως ο χρόνος. Τέλος, αποκαμωμένος από κείνον τον περίπλου μέσα στο μπλε σύμπαν, θα είχε ανοίξει τη δεύτερη πόρτα του κόσμου, για να ξαναφύγει τόσο μόνος όπως είχε έρθει, ακόμη πιο αγαπημένος απ’όσο θα είχε υπάρξει, μην αφήνοντας πάνω στο πάτωμα ούτε ίχνος από το πέρασμά του, αν δεν είν’ η σκόνη των παπουτσιών του που είχαν πατήσει τα σιταροχώραφα, που τόσο αγαπούσε. Θα ξαναρχόταν, αυτό ήταν σίγουρο. Δεν μπορούσε να μείνει για πολύ δίχως να δει τον αδελφό του. Και, ακόμη κι αν είχε ρουφήξει την απουσία του, θα βρισκόταν ξανά σε κείνο το δωμάτιο για να ξανασυναντήσει την παρουσία του. Γιατί δεν μπορούσε να εγκαταλείψει εκείνο το δωμάτιο δίχως να σκέφτεται εκείνον που το είχε ζωγραφίσει με τη ζωή του, δίχως να σκέφτεται εκείνον που δεν μπορούσε πια να το εγκαταλείψει τόσο είχε υποφέρει, δίχως να σκέφτεται εκείνον που δεν μπορούσε παρά να είναι εκείνος, εκείνον που το βάθος των γραμμών είχε το μεγαλείο του πόνου του, εκείνον του οποίου η ζωή ήταν το χρώμα.