6752 - Παγκοσμιότητα της γλώσσας του Leibniz

Ν. Λυγερός

Η πολυδιάστατη προσωπικότητα του Leibniz (1646–1716) δυσκολεύει την πρόσβαση στο έργο του. Επιπλέον το βάθος και το εύρος του συγκεκριμένου καθιστούν σχεδόν αδύνατη την σφαιρική προσέγγισή του, ακόμα και αν αυτή είναι απαραίτητη για την κατανόησή του. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα του έργου του, είναι η συμβολή του στη λογική και στην έννοια της τεχνητής γλώσσας μέσω της παγκοσμιότητας. Βέβαια για όσους έχουν μείνει ακόμα στη λογική του Αριστοτέλη (-384 -322)  αυτές οι έννοιες είναι απλώς αδιανόητες, διότι η προσέγγιση του Leibniz είναι ριζοσπαστική και ανατρέπει ακόμα και τα δεδομένα του Descartes (1596–1650)  όσον αφορά στον τομέα της οντολογίας, την οποία ενσωματώνει στην γενική του προσπάθεια. Βέβαια αυτό εξηγείται από την ιδιοφυία του Leibniz. Με αυτόν τον τρόπο, μελέτησε και τη δυνατότητα της έκφρασης της αριθμητικής μέσω των αριθμών 0 και 1, πράγμα που χαρακτηρίζει την οντότητα της σημερινής πληροφορικής από την εποχή της μηχανής του Turing (1912–1954). Στη συνέχεια κατ’ αναλογία με τον διαφορικό λογισμό, που δημιούργησε παράλληλα με τον Newton (1643–1727), σκέφτηκε να κάνει μία πιο αφαιρετική ακόμα προσπάθεια με τη γλώσσα. Μέσω της λογικής του κατασκεύασε ένα πλαίσιο βασισμένο στα μαθηματικά, στην δεοντική, στην οντολογία και τη μουσική, για το υπόβαθρο της lingua caracteristica universalis. Πιο συγκεκριμένα δεν λειτουργεί πια με μια δυαδική λογική. Αυτό σημαίνει ότι θέτει έννοιες που θα αναπτυχθούν πολύ μεταγενέστερα στη μαθηματική λογική. Σε αυτό το πλαίσιο, μέσω της συσχετισμένης προσπάθειας μιας εδραίωσης της γλώσσας, κατασκεύασε μια οντότητα αλγοριθμική που έχει την ιδιότητα του προτασιακού λογισμού, δηλαδή την πληρότητα ή με άλλα λόγια ότι κάθε πρότασή της μπορεί να αποδειχθεί μηχανικά. Δίχως αυτό να υπονοεί ότι ο Leibniz δεν είχε επιφυλάξεις όσον αφορά στο εύρος αυτής της δημιουργίας λόγω της πολυπλοκότητας της μοντελοποίησης της φύσης, ιδέα που θα τον οδηγήσει στην έννοια της κομψότητας που ανέπτυξε ο Chaitin (1947- ), δίνοντας βάση και στην προσέγγιση του Gödel (1906-1978), αλλά και στη φορμαλιστική προσέγγιση του Frege (1848-1925). Ο Leibniz δεν μπόρεσε να ζήσει τη δημιουργία της γλώσσας του Esperanto (1887) και της αλλαγής φάσης ως προς αυτήν του Eco (1932- ) αλλά η συμβολή του είναι σημαντικότατη στον τομέα. Δεν επαρκούσε γι’ αυτόν μια καθαρά τεχνητή γλώσσα, ήθελε να έχει και την έννοια της παγκοσμιότητας για να αντέχει και τις επινοήσεις της σκέψης. Το στίγμα που έδωσε ο Leibniz δεν επηρέασε μόνο τα μαθηματικά, τη λογική, τη γλωσσολογία μέσω της φιλοσοφίας του αλλά ακόμα και την ρομποτική. Πέρα των διαχωριστικών γραμμών της παράδοσης και της κοινωνίας, ο Leibniz έκανε μια υπέρβαση, αναμενόμενη από ένα στρατηγικό σύμβολο, για ν’ αγγίξει την ουσία της σκέψης και της γλώσσας και να δώσει την σκυτάλη σε ανθρώπους όπως ο Chomsky (1928- ).