33063 - Ο Χρόνος έκανε τα δικά του
Ν. Λυγερός
Όταν έγιναν όλα μαύρα, θυμήθηκε εκείνο τον πυγμάχο που είχε ασπρίσει το δέρμα του με λευκή πούδρα κι είχε βάψει τα μαλλιά του. Τον έβλεπε μπροστά του την ώρα της προετοιμασίας πριν τον θρυλικό αγώνα, όπου κάθισε ακίνητος στο κέντρο. Άλλους τους είχε πληγώσει αυτή η ιστορία, επειδή τελείωνε με μία σφαίρα στο τέλος, αλλά δεν ένιωσε σαν αυτόν την ετυμολογική εμπάθεια που του επέτρεψε να δει το βλέμμα του κοινού την ώρα του άθλου, να αισθανθεί τα χτυπήματα του πυγμάχου και τον πόνο του θύματος που αποφάσισε να ζήσει τα πάθη μέχρι να λιποθυμήσει. Ήταν ένας άλλος Χριστός που σταυρώθηκε για να πει σε όλους ότι ήταν άδικοι με τον λαό του κι ότι αυτός είχε διασχίσει τους αιώνες, όπως άλλοι περπατούν πάνω στη γη κάτω από τον ουρανό. Δεν μπορούσε να ξεχάσει αυτή την αντίσταση στη βαρβαρότητα. Δεν μπορούσε να μην μιλήσει για τον πυγμάχο που έδωσε μάχες ενάντια στον αγκυλωτό σταυρό, επειδή πίστευε στη δικαιοσύνη και προστάτευσε την αθωότητα. Όμως πόσοι από τον ίδιο του τον λαό, ήξεραν για τη ζωή του και τον θάνατό του. Πόσοι ήξεραν να ονομάσουν θύματα της γενοκτονίας, για να μην τα πνίξει η λήθη και η αδιαφορία. Κι αφού ο Χρόνος έκανε τα δικά του, αποφάσισε να επιστρέψει για να του συμπαρασταθεί στο μέτωπο και μετά στο στρατόπεδο συγκέντρωσης, όπου τον περίμενε ένας ύπουλος θάνατος, μόνο και μόνο για να του πει ότι δεν έζησε μάταια κι ότι η αδικία που είχε υποστεί θα είχε παραδειγματική τιμωρία, επειδή η Ανθρωπότητα μέσω των Τεράτων της υπερστηρίζει και τους μύθους της ανθρωπιάς που δεν γονάτισαν ούτε στιγμή μπροστά στον κατακτητή και την εξουσία του.