10778 - Η γλώσσα της σιωπής

Ν. Λυγερός

Μέσα στο μικρό δωμάτιο, μάθαινε τη γλώσσα της σιωπής για να την ακούν ακόμα και αυτοί που δεν μπορούσαν. Σιγά-σιγά, του έδειχνε τις νοηματικές κινήσεις κι εκείνος μάθαινε αυτά που είχε μάθει. Έτσι ένιωθε την αγάπη της για τον συνάνθρωπο μέσα σ’ένα κόσμο λήθης αδιάφορο για τον πόνο των άλλων. Από την αρχή είχε δει ότι έδινε σημασία στους άλλους κι ότι αγαπούσε τα παιδιά. Κι αν μπορούσε να παίξει μαζί τους ήταν ακόμα καλύτερα, όπως σ’εκείνη την πλατεία με το μεγάλο δένδρο. Τώρα την έβλεπε με το φωτεινό της και στρόγγυλο πρόσωπο και χαιρόταν από τη χαρά της να μεταδώσει την ουσία μέσω της γλώσσας της σιωπής. Ήταν μια νέα μορφή αγάπης μεταξύ τους που δεν είχε ανάγκη από φωτιές και κραυγές μέσα στο θόρυβο. Την αγαπούσε σιωπηλά και λάτρευε τις κινήσεις της. Εκείνη προσπαθούσε να ξεπεράσει το ατσούμπαλο κι ήταν πολύ σοβαρή. Την εξέταζε με κάθε δυνατή λεπτομέρεια για να καταλάβει το νόημα των κινήσεων. Και του άρεσε όταν του έδειχνε καλύτερα την κίνηση για να μάθει τη σωστή. Το σιωπηλό μάθημα είχε βέβαια και διαλείμματα, αλλιώς θα είχε σκάσει ακόμα και η σιωπή. Αλλά εκείνη τη στιγμή προσπαθούσε να μην αλλάξει ύφος για να το χαρεί περισσότερο η περίεργη δασκάλα του που συνεχώς ρωτούσε αν είχε κουραστεί δίχως να καταλαβαίνει πόσο τον άγγιζε που μοχθούσε για να μην τον πληγώσει. Έτσι τη φίλησε δίχως να πει λέξη ο παράξενος μαθητής.