110 - Περί του μύθου ή της νοημοσύνης της Ιστορίας
Ν. Λυγερός
Μετάφραση από τα γαλλικά: Σάνη Καπράγκου
Η μελέτη της καλλιέργειας, καθώς και της ευρυμάθειας ενός συγγραφέα όπως ο Κορνάρος, δια του μοναδικού έργου του ο Ερωτόκριτος, και εν τέλει αυτή της νοημοσύνης του, μέσω της δημιουργίας ενός μύθου, αυτού του Ερωτόκριτου, μας θέτει σε στοχασμό και γύρω από τη φύση του μύθου.
Η αναζήτηση του θεμελιώδους και του εγγενούς οδηγεί με τρόπο παράξενο στον θρύλο. Αυτό που ο Albert Einstein περιγράφει ως σκέψη του Θεού, θεωρώντας τα υπόλοιπα ως λεπτομέρειες, είναι ένας τρόπος προσέγγισης του θρύλου: ένα παράδειγμα όπου το γενικό οδηγεί στο συμπαντικό. Εξακολουθεί να υπάρχει μια διαφορά θεμελιώδης ανάμεσα στον θρύλο και στον μύθο: ο δεύτερος είναι δυνατό να δημιουργηθεί με τρόπο συνειδητό. Φαίνεται, λοιπόν, πως ένας γενικός θρύλος μπορεί να μετατραπεί σε μύθο συμπαντικό, όμως σε ποιο σημείο ο μύθος μπορεί να χαρακτηρισθεί ως συμπαντικός; Δεν είναι, άραγε, πρωτίστως κοινωνικοπολιτισμικός; Ποια είναι η μέθοδος που χρησιμοποιείται από τον άνθρωπο για να χαρακτηρίσει μια οντότητα συμπαντική;
Ο ακρογωνιαίος λίθος τέτοιου τύπου προβλήματος είναι η έννοια της ανθρωπότητας. Η ανθρωπότητα, από της εγγενώς διαχρονικής εμφανίσεώς της, διαδραματίζει έναν ρόλο θεμελιώδη στη μετατροπή τού θρύλου σε μύθο. Η διαχρονικότητά της είναι καθοριστική, διότι ελέγχει την ευρωστία του μύθου (βλ. Ιλιάδα και Οδύσσεια του Ομήρου). Από νοητική άποψη, η δομή της ανθρωπότητας της προσδίδει το χαρακτηριστικό ενός είδους υπερανθρώπου – μάλλον του μόνου που έχει ποτέ υπάρξει – προικισμένου με μία μνήμη γιγαντιαία. Είναι, άλλωστε, όλως διόλου πιθανό πως η οντότητα αυτή ταυτίζεται με τη θεϊκή αντίληψη ορισμένων πολιτισμών και τη φυσική έννοια ορισμένων φιλοσοφικών προσεγγίσεων. Όπως η σκέψη που προκύπτει από την πολυπλοκότητα του υλικού υποστρώματος, που είναι ο εγκέφαλος, η ανθρωπότητα, ως νοητική οντότητα, προκύπτει από τη δομή που χτίζει το σύνολο των ανθρώπων.
Η γένεση μίας ιδιομορφίας μέσα στο συνεχές της ιστορίας δημιουργεί έναν θρύλο που μπορεί να προκύψει γενικός, μέσω μίας διαδικασίας αναγνώρισης. Εάν η πρώτη τούτη φάση σταθεροποιηθεί μέσα στον χρόνο δίνει χώρο στη συνέχεια σε μία μεταμόρφωση, εκείνη του θρύλου σε μύθο. Η θεμελιώδης πτυχή της μετατροπής τούτης είναι η ακόλουθη: ο θρύλος είναι ουσιαστικά μια λαϊκή παραποίηση γεγονότων, μία αποξένωση της ιστορίας – ένα είδος εξιδανίκευσης –, ενώ ο μύθος είναι μία δημιουργική απαγωγή της ιστορίας (για να χρησιμοποιήσουμε την ορολογία του Umberto Eco) και επομένως, με έναν συγκεκριμένο τρόπο, η τελική έκβαση της ιστορίας (βλ. μύθος του Προμηθέα).
Πράγματι στον μύθο, το συμπαντικό στοιχείο είναι πανταχού παρόν. Έτσι η μυθολογία καθίσταται με έναν συγκεκριμένο τρόπο το σύνολο των συμπαντικών στοιχείων μίας ιστορικής καλλιέργειας. Το αξιοσημείωτο στην ελληνική μυθολογία είναι πως αυτά τα στοιχεία υπερβαίνουν την ελληνικότητα για να καταστούν συμπαντικά. Πρόκειται, λοιπόν, για ένα ιδιοφυές φαινόμενο που υπερβαίνει την ιστορικότητα του αρχικού περιεχομένου και που επιτυγχάνει αφηρημένα μία λανθάνουσα έννοια.
Η πιο απτή απόδειξη (καθότι υποκωδικοποιημένη) αυτού που προτείνουμε, είναι πως ο μύθος μπορεί με τη σειρά του να δημιουργήσει την ιστορία (βλ. μύθο της φυλακής τής Αρετούσας και του τόπου στην Αθήνα). Ο μύθος είναι, επομένως, άρρηκτα δεμένος με την ιστορία κι, ωστόσο, από τη φύση του, είναι ανεξάρτητος από τον χρόνο: ιδιότητα αξιοσημείωτη, η οποία συντελεί στο να του προσδίδεται ένας συμπαντικός χαρακτήρας.
Τούτη η συμπαντική πτυχή του μύθου τον κάνει έναν παράξενο ελκυστή, όχι μόνον για τη φιλολογία (βλ. Οιδιπόδειο Σύμπλεγμα και το έργο του Sigmund Freud), μα και για τη φιλοσοφία (βλ. Ο μύθος του Σισσύφου και το έργο του Albert Camus). Διότι σε διανοητικό πεδίο, ο συμπαντικός μύθος είναι πλουσιότερος από την κλασσική ιστορία, από την οποία αυτός έχει προκύψει.
Ο μύθος, ο οποίος ασφαλώς είναι το αρχέτυπο της νοημοσύνης της ιστορίας, είναι ο συνειδητός μύθος. Με συνειδητό μύθο αφουγκραζόμαστε το έργο που έχει δημιουργηθεί, με συνειδητό τρόπο, προκειμένου να προκύψει ένας μύθος. Ο τύπος αυτός μύθου είναι σπανιότερος, διότι προέρχεται ευθέως από τη σκέψη (ιστορικά, μα όχι αναγκαία), δίχως να περάσει από το στάδιο του θρύλου: νοητική εξάχνωση. Στην κατηγορία αυτή μπορούμε να ταξινομήσουμε τον Δον Κιχώτη του Cervantes, τον Ερωτόκριτο του Κορνάρου και, κατά κάποιον τρόπο, τον Don Giovanni του Morzart (με την επιρροή του Καζανόβα), εάν δεν είχε υπάρξει ο Dom Juan του Moliere.
Από λεκτική άποψη, είναι σαφές πως τόσο ο Cervantes, όσο και ο Κορνάρος ήταν προικισμένοι με μια νοημοσύνη πολύ μακράν του κανόνα. Απεναντίας η αξιολόγηση τούτη θα ήταν πολύ δυσκολότερο να γίνει στην περίπτωση του Racine, του οποίου η ποικιλία του λεξιλογίου είναι πολύ χαμηλή· τούτο, λοιπόν, οδηγεί σε μία διάκριση ανάμεσα σε ένα έργο οφειλόμενο στην τέχνη και σε ένα οφειλόμενο στη νοημοσύνη.
Μία άλλη ιδιότητα του μύθου είναι πως ακόμη και όταν αυτός είναι συνειδητός μπορεί να ξεπεράσει την ιδέα του δημιουργού του. Έτσι ο Cervantes έγραψε τον Δον Κιχώτη μέσα σε ένα πνεύμα που όδευε σε αντίθεση εκείνου της ιπποσύνης – με μια μορφή αντιήρωα. Ωστόσο, ο ιππότης με τη θλιμμένη μορφή είχε μια επιτυχία, της οποίας το καθεστώς δεν είχε προβλεφθεί από τον Cervantes και η επιτυχία αυτή έγινε τέτοια, ώστε άλλοι συγγραφείς κατακτήθηκαν από αυτόν τον χαρακτήρα, τόσο που ο αρχικός δημιουργός του αναγκάστηκε να τον κάνει να πεθαίνει στο δεύτερο μέρος του έργου του.
Εν τούτοις, ο Δον Κιχώτης, εις πείσμα του θανάτου του, είναι πάντοτε ολοζώντανος μέσα στη μνήμη της ανθρωπότητας. Και, δίχως αμφιβολία, αυτή είναι η ιδιότητα η πιο αξιοσημείωτη του συμπαντικού μύθου: η αθανασία του. Από την Αρχαιότητα, οι άνθρωποι το είχαν συνειδητοποιήσει. Μία από τις πλέον ακραίες περιπτώσεις της συνειδητοποίησης τούτης είναι εκείνη του Ηροστράτου, που ο Jean-Paul Sartre ανέλυσε στο ομώνυμο έργο του. Μόνον που αυτή αφορά σε μία αρνητική περίπτωση, διότι η ανάλυση του Ηροστράτου δεν ήταν παρά μόνο σε πρώτο βαθμό. Η συνεισφορά δεν είναι αισθητή παρά μόνον σε υπερθετικούς βαθμούς, όπου η νοημοσύνη και η δημιουργικότητα είναι θεμελιώδεις. Έτσι η συμβολή η πιο βαθιά του συμπαντικού μύθου είναι να αναδεικνύει τον ρόλο της αιωνιότητας που συμπεριλαμβάνει εντός της τη νοημοσύνη.