111 - Η ασύνειδη νοημοσύνη του William James Sidis
Ν. Λυγερός
Μετάφραση από τα γαλλικά: Σάνη Καπράγκου
To θέμα που θα πραγματευτούμε εδώ είναι η εξήγηση ορισμένων ψυχολογικών γεγονότων, βάσει λογικών μεθόδων. Συγκεκριμένες πράξεις που έχουν παρατηρηθεί, φαίνεται να καταδεικνύουν νοημοσύνη, ωστόσο δεν αναμένετο να είναι φαινόμενα συνείδησης. Προκειμένου να αποφασίσουμε για τέτοιους ισχυρισμούς (στους οποίους οφείλω να υποθέσω ως ορθά τα γεγονότα που αξιώνονται και από τις δύο πλευρές), οφείλουμε να έχουμε μια γενική ιδέα των μεθόδων που πρόκειται να χρησιμοποιήσουμε.
Η πρώτη από τις μεθόδους αυτές είναι η μέθοδος του ισομορφισμού. Αυτή προκύπτει από την υπόθεση ότι εφόσον οι συνέπειες των δύο υποθέσεων είναι όμοιες, οι δύο υποθέσεις, στο εξής, πρέπει να θεωρηθούν ως ταυτόσημες για όλα τα αντικείμενα του συλλογισμού. Με άλλα λόγια, είναι περιττό να αποδεικνύουμε αυθαίρετα διακρίσεις, εκεί που δεν υπάρχουν πραγματικά. Όταν επιχειρηματολογούμε για μία υπόθεση, οι συνέπειές της παίζουν έναν ρόλο σε κάθε επίπεδο της επιχειρηματολογίας μας και, εφόσον αυτές οι συνέπειες είναι οι ίδιες, όλη η επιχειρηματολογία θα είναι η ίδια και, ως εκ τούτου, καμία διαφορά δεν μπορεί πραγματικά να αποδειχθεί. Και πάλι, μια επιλογή μεταξύ δύο θεωριών, των οποίων οι συνέπειες είναι και πρέπει να είναι όμοιες, πρέπει αναγκαστικά να είναι μία, εφόσον καμία απόδειξη δεν είναι δυνατό να ληφθεί και, ως εκ τούτου, δεν είναι δυνατό να συζητηθεί. Είναι σαν το παλιό ερώτημα του ανθρώπου και του πιθήκου: «Εάν ένας πίθηκος βρίσκεται σε έναν πόλο, συνεχώς απέναντι από έναν άνθρωπο, ο οποίος βαδίζει γύρω από τον πόλο, ο άνθρωπος περιστράφηκε γύρω από τον πίθηκο;»
Τώρα, μπορούμε να προβούμε στην εφαρμογή της θεωρίας του ισομορφισμού. Υπάρχουν δύο θεωρίες που εξηγούν ορισμένα φυσιολογικά φαινόμενα, τα οποία καλούνται φαινόμενα του υποσυνείδητου. Η μία από αυτές δηλώνει πως δεν υπάρχει μία συνείδηση που εκπληρώνει όλες τις δράσεις της νοημοσύνης, οι οποίες καλούνται υποσυνείδητες• η άλλη θεωρία δηλώνει πως οι δράσεις αυτές είναι τα αποτελέσματα μιας νοημοσύνης χωρίς συνείδηση, η οποία συνίσταται σε διεργασίες καθαρά φυσιολογικές. Προκύπτει από την τελευταία των δύο αυτών προαναφερθεισών θεωριών ότι δεν υπάρχει ουσιαστική διαφορά ανάμεσα στις ιδιότητες της ασύνειδης νοημοσύνης με κείνες της συνειδητής. Ορισμένα γεγονότα της προσωπικής μου εμπειρίας αποδεικνύουν, τουλάχιστον στη δική μου περίπτωση, πως τούτη η «ασύνειδη νοημοσύνη» μπορεί συγχρόνως να διαβάζει και να θυμάται […]
Βλέπουμε, συνεπώς, πως μία τέτοια «ασύνειδη νοημοσύνη» δεν διαφέρει με κανέναν τρόπο από μία κανονική νοημοσύνη• εξαιρουμένου ότι δεν έχω γνώση αυτής παρά μόνον μίας περιστασιακής απόδειξης. Ώμως, το ίδιο πράγμα είναι δυνατό να λεχθεί για τη συνειδητοποίηση ενός άλλου προσώπου• μόνον μέσω μιας περιστασιακής απόδειξης έχω γνώση γι’ αυτό. Εάν η φύση της νοημοσύνης, την οποία συζητούμε, είναι συνειδητή ή ασύνειδη, οι συνέπειες είναι οι ίδιες ούτως ή άλλως και συνεπώς μία τέτοια «ασύνειδη νοημοσύνη» είναι, σύμφωνα με τον νόμο του ισομορφισμού, σχεδόν ταυτόσημη με μία συνείδηση που δεν έχει ανάγκη απόδειξης για το Ανώτατο Δικαστήριο της ψυχολογίας.
Κάθε ταυτότητα είναι, ωστόσο, αναστρέψιμη. Οι υπέρμαχοι της θεωρίας του ασυνείδητου μπορούν, επομένως, να αναστρέψουν αυτή την ταυτότητα και να πουν πως μία θεωρία της ενεργής συνείδησης, για τα εν λόγω φαινόμενα, οφείλει να είναι ταυτόσημη με τη δική τους τη θεωρία. Ωστόσο, ποια είναι η ταυτότητα τούτη; Απλώς ότι, μέσα στο ασυνείδητο, όλα τα παρόντα φαινόμενα είναι ταυτόχρονα με τη συνείδηση. Τα σημεία της διένεξης, όπως το κατά πόσον τα φαινόμενα αυτά ονομάζονται ή όχι συνείδηση, πρέπει να παραμένουν στην άκρη, σαν ένα παιγνίδι λέξεων που ταιριάζει σε έναν σχεδιαστή λεξικού μάλλον, παρά σε έναν επιστημονικό ερευνητή, προκειμένου να ορίσει τη χρήση ενός όρου όπως η συνείδηση. Η συζήτηση περιορίζεται επί του παρόντος στο ερώτημα της γνώσης εάν αυτά τα φαινόμενα, τα όμοια σε κάθε σημείο, οφείλουν να αποδοθούν σε αιτίες ταυτόσημες ή διαφορετικές. Δηλαδή, τα φαινόμενα της κανονικής συνείδησης και οι εκδηλώσεις του ασυνείδητου έχουν ή δεν έχουν τα ίδια προκείμενα; Για να καταλήξουμε σε ένα συμπέρασμα, σ’ αυτό το σημείο, οφείλουμε να αναφερθούμε στο αξίωμα της ομοιομορφίας της φύσης, η οποία είναι η βάση κάθε επαγωγικής λογικής, όπως κάθε επιστήμη.
Αυτό το αξίωμα συνίσταται στο ότι τα αποτελέσματα που είναι ουσιαστικά όμοια, οφείλουν να αποδοθούν στο ίδιο αίτιο. Δίχως την πρόταση τούτη η πειραματική επιστήμη δεν θα κατέληγε σε κανένα αποτέλεσμα, στο πλαίσιο των γενικών νόμων• μια συλλογή, κατά Bacon, κενών γεγονότων θα ήταν το μόνο δυνατό αποτέλεσμα και ολόκληρη η επιστήμη θα έπρεπε να είναι απλώς περιγραφική. Μπορούμε να αναφέρουμε τον Newton, ο οποίος, πρωτίστως, εξέφρασε αυτή την αρχή στην οριστική της μορφή, στα Prencipia του (Liber iii, Regulae Philosophandi, regula ii) : ” Ideoque effectuum naturalium eiusdem generis eaedem assignandae sunt causae, quatenus fieri potest. Uti respirationis in homine et in bestia ; descendus lapidum in Europa et in America ; Iucis in igne culinari et in sole ; reflexionis lucis in terra et in planetis. ” ***(Βιβλίο iii, Οι κανόνες του φιλοσοφείν, άρθρο ii): «Από τα φυσικά αποτελέσματα, πράγματα του ιδίου είδους πρέπει να είναι της ίδιας αιτίας, κατά το δυνατόν. Η χρήση της αναπνοής στον άνθρωπο και στα ζώα• η πτώση λίθου στην Ευρώπη και στην Αμερική• το φως μέσα στη φωτιά μαγειρείου και στον ήλιο• η αντανάκλαση του φωτός στη Γη και στους πλανήτες.***
Μπορούμε να λάβουμε την καρτεσιανή υπόθεση των φυσιολογικών διεργασιών ως μία ερμηνεία του υποσυνείδητου. Ακόμη, μπορούμε να εφαρμόσουμε την αρχή της ομοιoμορφίας της φύσης, εάν οι κατρεσιανοί προσεγγίζουν αυτόν τον λογικό κανόνα. Καθώς είναι τα φαινόμενα της συνείδησης ταυτόσημα μ’ εκείνα του υποσυνείδητου, πρέπει να ερμηνεύουμε όλα τα νοητικά φαινόμενα, όποια κι αν είναι, με τις ίδιες διαδικασίες• διότι οι καρτεσιανοί μάς λένε πως μία τέτοια ερμηνεία είναι δυνατή. Συνεπώς, όποιος εξηγεί τα φαινόμενα του υποσυνείδητου μέσω των φυσιολογικών διεργασιών, οφείλει να δίνει μία μηχανιστική εξήγηση όλων των νοητικών φαινομένων. Προφανώς, εάν ένα πρόσωπο ελπίζει να κοιτάξει τη σχέση ανάμεσα στη συνείδηση και στα φυσιολογικά φαινόμενα, δηλαδή όπως αυτή ανάμεσα στο σφύριγμα και στην ατμομηχανή, όπως αυτή ανάμεσα στο δάσος και στα δένδρα, μπορεί να το κάνει τέλεια. Ωστόσο, εάν οι υποθέσεις είναι αληθινές, δεν θα υπήρχε διαφορά ανάμεσα στα φαινόμενα της συνείδησης και του υποσυνείδητου. Η φυσιολογική θεωρία αποδεικνύει, συνεπώς, το προηγούμενο συμπέρασμά μας, δηλαδή, τα φαινόμενα του υποσυνείδητου οφείλονται σε συνείδηση, η οποία είναι φυσιολογικά όμοια με την κανονική συνείδηση.
Επί πλέον, καθώς τα φαινόμενα του υποσυνείδητου είναι ακριβώς της ίδιας φύσης με κείνα της συνήθους συνείδησης, σίγουρα δεν μπορούμε να αξιώσουμε το γεγονός, με τρόπο συνεπή, ότι ορισμένοι είναι περίπου ασύνειδοι και οι άλλοι συνειδητοί. Η ύπαρξη της συνείδησης δεν ακυρώνεται από την έλλειψη άμεσων αποδείξεων. Δεν έχω καμία ευθεία απόδειξη της συνείδησης των προσώπων με τα οποία μιλάω• αλλά εν τούτοις ενεργούν ακριβώς ως εάν ήταν συνειδότες και συνεπώς οδηγούμαι να συμπεράνω ότι είναι έτσι.
Με όμοιο τρόπο, εάν δω πράξεις μέσα στο ίδιο μου το κορμί, με τις οποίες εγώ δεν απασχολήθηκα (τουλάχιστον φαινομενικά), μα οι οποίες είναι ακριβώς το είδος των πράξεων που παράγει τη συνείδηση, οφείλω να συμπεράνω πως υπάρχει μια συνείδηση επί πλέον, η οποία υπάρχει εντός μου. Να ονομάζουμε τη μία συνείδηση και να αποποιούμαστε αυτή την ποιότητα στην άλλη, σημαίνει να εισάγουμε μια διαφορά εκεί που δεν υπάρχει• και να αποποιούμαστε τη συνείδηση εκεί όπου δεν υπάρχουν ακριβείς αποδείξεις, σημαίνει να δομούμε ένα είδος σολιψισμού. Οφείλω να ολοκληρώσω, συνεπώς, με την παρατήρηση πως μια θεωρία όπως αυτή της «ασύνειδης νοημοσύνης» δεν μπορεί να είναι γίνει δεκτή λογικά.
Ένας από τους υποστηρικτές της «ασύνειδης νοημοσύνης» έχει προωθήσει ένα επιχείρημα που υποτίθεται είναι μια απόδειξη της ύπαρξης μιας νοημοσύνης ασύνειδης. Το επιχείρημα, όπως εγώ το καταλαβαίνω, είναι το ακόλουθο: ένας αριθμός υποσυνείδητων πράξεων παρατηρήθηκαν και θεωρήθηκαν ως δηλώνουσες όλες τις ιδιότητες που συνήθως βρίσκονται στη συνείδηση. Με παρόμοιο τρόπο, βρέθηκαν στους άμυαλους σκύλους, όλες οι δράσεις που συνήθως ονομάζονται ευφυείς. Εδώ, στη συνέχεια, έχουμε παραδείγματα ασύνειδων δράσεων που φέρουν όλες τις ιδιότητες της νοημοσύνης. Οφείλουν σίγουρα να ονομάζονται νοήμονες, διότι το να κάνουν μια διαφορά εδώ είναι απλώς ένα «πραγματιστικό ερώτημα» και δεν θα ήταν λογικό να ονομάζουμε μία δράση συνειδητή νοημοσύνη και μία άλλη δράση απόλυτα όμοια ανόητη. Έτσι, όντας νοήμονες αυτές οι ασύνειδες δράσεις, η ασύνειδη νοημοσύνη πρέπει να υπάρχει.
Κατά πρώτο λόγο, ποια είναι η αντίθετη θεωρία. To υποσυνείδητο ερμηνεύτηκε με δύο τρόπους• σύμφωνα με τον έναν από αυτούς, τα φαινόμενα του υποσυνείδητου είναι εκδηλώσεις μιας συνείδησης που κατέχει όλα τα χαρακτηριστικά της νοημοσύνης και άλλων προσαρμογών τις οποίες κατέχει όλη η συνείδηση, ενώ σύμφωνα με την άλλη θεωρία, πίσω από αυτά τα φαινόμενα υπάρχει μια «ασύνειδη νοημοσύνη», η οποία έχει όλες τις ιδιότητες της νοημοσύνης, η οποία, όμως δεν είναι συνειδητή.
Έχοντας υπ’ όψιν αυτές τις δύο αντιτιθέμενες θεωρίες, μπορούμε να προβούμε στη εξέταση του επιχειρήματος. Οι δύο θεωρίες συμφωνούν ότι τα φαινόμενα του υποσυνείδητου είναι νοήμονα και έχουν όλα τα χαρακτηριστικά που συνήθως αποδίδονται στη νοημοσύνη. Οι θεωρίες βρίσκονται σε αντίθεση περί του γεγονότος ότι αυτές οι διεργασίες, οι οποίες παράγουν αυτά τα φαινόμενα, είναι συνειδητές.
Συνεπώς ένας συλλογισμός που αναζητά να καθιερώσει τη θεωρία της «ασύνειδης νοημοσύνης», αποδεικνύοντας πως αυτά τα φαινόμενα είναι νοήμονα, συνίσταται απλά στο να αποδεικνύουμε αυτό που έχουμε ήδη αποδεχθεί• αυτό μπορεί να είναι όλως διόλου ορθό, μα δεν είναι αυτό ο στόχος• είναι ένα συμπέρασμα άσχετο. Eξάλλου, ο συλλογισμός λέει: αποδείξαμε ότι τα παρατηρούμενα φαινόμενα, τα οποία είναι ασύνειδα, είναι νοήμονα• ως εκ τούτου, ασύνειδες διαδικασίες μπορεί να είναι νοήμονες. Εκπεφρασμένο με τη μορφή συλλογισμού τούτο δίνει: όλες οι διεργασίες αυτών των εμπειριών είναι νοήμονες• όλες οι διεργασίες αυτών των εμπειριών είναι ασύνειδες• συνεπώς, κάποιες ασύνειδες διεργασίες είναι νοήμονες. Τούτο μπορεί να φαίνεται ένας απόλυτα λογικός συλλογισμός και θα μπορούσε πράγματι να είναι, εάν τα αρχικά στοιχεία ήταν και τα δύο αποδεκτά. Μα ας εξετάσουμε το δεύτερο αρχικό στοιχείο. Να θέτουμε ότι όλες οι διεργασίες που παρατηρήθηκαν στις νοητικές εμπειρίες είναι ασύνειδες, σημαίνει να υποθέτουμε ακριβώς το αρχικό σημείο της ερώτησης, με την οποία εμείς αποδείξαμε απλά αυτό που υποθέσαμε. Στον βαθμό που αφορά, η συγκεκριμένη άποψη μιας συνειδητής πράξης, σ’ αυτή την περίπτωση, το προωθούμενο επιχείρημα περιέχει όχι μόνο ένα συμπέρασμα άσχετο, μα και μία απόδειξη κυκλική. Το επιχείρημα είναι ένοχο, τουλάχιστον, για τούτη τη διπλή σοφιστεία.
Εξ άλλου το επιχείρημα, εάν τεθεί στη λογική του κατάληξη, αναιρεί τα ίδια του τα αποτελέσματα• και μπορούμε να λάβουμε αυτό το επιχείρημα ως μια εξαιρετική αναίρεση της θεωρίας που πρέπει να αποδείξει. Ο δικός μας υπερασπιστής της «ασύνειδης νοημοσύνης» λέει πως οι συνειδητές διεργασίες δεν είναι με κανέναν τρόπο διαφορετικές από τις υποσυνείδητες διεργασίες ή τις δράσεις των ανόητων σκύλων. Ως εκ τούτου, συμπεραίνει ότι αυτό είναι ένα «πραγματιστικό ερώτημα» για το κατά πόσο οφείλουμε να ονομάσουμε τη μία από αυτές τις τάξεις νοήμονα και την άλλη μη-νοήμονα, καθώς δεν υπάρχει πραγματική διαφορά ανάμεσα σ’ αυτές τις δύο δράσεις. Ας αντικαταστήσουμε σε όλο το επιχείρημα τον όρο «νοήμων» από τον όρο «συνειδητό». Τότε είναι ένα απλό «πραγματιστικό ερώτημα» για το κατά πόσο μπορούμε να ονομάζουμε τη μία από αυτές τις τάξεις συνειδητή και την άλλη ασύνειδη, καθώς δεν υπάρχει πραγματική διαφορά ανάμεσα σ’ αυτά τα δύο ήδη δράσεων. Εάν το επιχείρημα περί της νοημοσύνης είναι έγκυρο, τότε το επιχείρημα περί της συνειδήσεως πρέπει να είναι έγκυρο επίσης. Επομένως, οθώντας αυτό το επιχείρημα στο λογικό του συμπέρασμα, συνάγουμε ότι όχι μόνον η τάξη δράσεων που ονομάζονται υποσυνείδητες, μα και οι δράσεις των ανόητων σκύλων είναι δράσεις συνειδητές. Δεν μπορούμε να πούμε πλέον πως οι υποσυνείδητες διαδικασίες ή οι ανόητοι σκύλοι είναι ασύνειδοι, σύμφωνα με το λογικό αποτέλεσμα που προωθείται από τον υπερασπιστή της «ασύνειδης νοημοσύνης»• αντιθέτως, οφείλουμε να συνάγουμε πως υπάρχει μία συνείδηση παρούσα σε όλες τις υποσυνείδητες δράσεις και πως η συνείδηση των σκύλων δεν εξαρτάται από την παρουσία του φλοιού. Το πρώτο από τα συμπεράσματα του επιχειρήματος που είχαμε είναι το μόνο που είναι σημαντικό για τους στόχους μας: οι υποσυνείδητες διεργασίες είναι συνειδητές.