1236 - Μοντέλα πρόβλεψης και άγνωστες παράμετροι
Ν. Λυγερός
Το γενικό πρόβλημα για την ανάπτυξη μοντέλων πρόβλεψης είναι η ύπαρξη άγνωστων παραμέτρων. Η επίλυση αυτού του σημαντικού προβλήματος μπορεί να γίνει με διάφορους τρόπους όμως ο πιο ριζοσπαστικός ακολουθεί τη μεθοδολογία της κβαντικής θεωρίας. Η ιδέα βασίζεται στην εξής παρατήρηση: Εφόσον δεν υπάρχει τρόπος να εξασφαλίσουμε την πληρότητα ενός μοντέλου πρόβλεψης σε σχέση με τις αρχικές συνθήκες, η καλύτερη στρατηγική είναι να αποφασίσουμε να ασχοληθούμε μόνο και μόνο με τις παραμέτρους που μπορούμε να μελετήσουμε άμεσα. Με αυτόν τον τρόπο, ακόμα και αν το μοντέλο μας δεν είναι πλήρες, εφόσον ενσωματώνει αυτήν την ιδέα στα αξιώματά του, δημιουργεί μια εξάρτηση που δεν είναι πια μη προβλέψιμη στο έμμεσο επίπεδο. Οι πληροφορίες που χρησιμοποιεί το μοντέλο επικεντρώνονται στο ορατό πεδίο. Με άλλα λόγια, αυτή η στρατηγική μετατρέπεται σε τακτική. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, μπορούμε να κάνουμε χρήση των αποτελεσμάτων της θεωρίας παιγνίων όπου ο μη συνεργάσιμος παίκτης μοντελοποιεί π.χ. την άγνωστη ποσότητα του πετρελαίου. Με αυτόν τον τρόπο, ακόμα και με παίγνιο μη συνεργασίας, μπορούμε να βρούμε ισορροπίες του Nash εφόσον υπάρχει ένα γενικό πλαίσιο ισομορφισμού. Η προσέγγιση αυτή, επιτρέπει, με ένα σχετικά παράδοξο τρόπο για την κλασική θεωρία, να αντλούμε αποτελεσματικές πληροφορίες από μια πολλαπλότητα που έχει άγνωστες παραμέτρους. Το μοντέλο πρόβλεψης δεν ψάχνει άσκοπα κάτι στο οποίο δεν έχει πρόσβαση, και στην ουσία χρησιμοποιεί έναν άλλο ισομορφισμό, τον ισομορφισμό του Sidis. Εφαρμόζει το νοητικό σχήμα που χρησιμοποιούμε στη στρατηγική, δηλαδή δεν λειτουργούμε με τα δεδομένα που θα θέλαμε αλλά με τα δεδομένα που έχουμε. Το μοντέλο πρόβλεψης δεν προσπαθεί να είναι απόλυτο με την έννοια την αιτιοκρατική, δηλαδή δεν αποτελεί απόλυτη γνώση. Μέσω της μερικής γνώσης, το μοντέλο πρόβλεψης μάς αναγκάζει σε μεγαλύτερη ευρηματικότητα και δημιουργικότητα. Συνεπώς, η νοημοσύνη λειτουργεί καλύτερα μέσα σε αυτό το πλαίσιο, και μπορεί να εκφραστεί δίχως να είναι περιορισμένη από τα κλασικά όρια της αιτιοκρατίας. Οι άγνωστες παράμετροι εάν αντιμετωπιστούν αντικειμενικά είναι όντως καταλυτικές με έναν έμμεσο τρόπο. Βοηθώντας την αντίληψή μας για να συνειδητοποιήσει ότι αποτελούν ένα εμπόδιο, δημιουργούν ένα πλαίσιο που επιτρέπει την επίλυση του προβλήματος με ένα διαφορετικό και αποτελεσματικότερο τρόπο. Το εμπόδιο, όταν το δεχτούμε ως εμπόδιο, μπορεί να μας βοηθήσει ενώ η μη συνειδητοποίηση προκαλεί το αίσθημα ότι η ίδια μεθοδολογία μπορεί να βελτιωθεί. Στην πραγματικότητα όμως, το ποιοτικό αποτέλεσμα δεν μπορεί να αλλάξει με τίποτα. Άρα, η ριζοσπαστική μεθοδολογία προέρχεται από την αποδοχή της δυσκολίας και της μη πληρότητας του συστήματος που χρησιμοποιεί το μοντέλο πρόβλεψης.