13569 - Χρωματικές χορδές

Ν. Λυγερός

Η υπόθεση ήταν παράξενη.
Αυτό ήταν το μόνο σίγουρο.
Αν υπήρχε κάτι για το οποίο κάποιος μπορούσε να ήταν σίγουρος εκτός από την αβεβαιότητα.
Σκέφτηκε βέβαια τη θεωρία της κομψότητας.
Τουλάχιστον για να περιγράψει τα γεγονότα.
Αλλά αυτά ήταν τόσο πολύπλοκα που αποφάσισε ότι δεν είχε νόημα αυτή η προσπάθεια.
Το έργο θα έπρεπε να ήταν κολοσσιαίο.
Ήταν απαραίτητο, και λόγω συνέχειας και λόγω ανάγκης.
Δίχως να ξεχάσουν τη χαρά.
Η ανάγνωση του πύργου της Βαβέλ δεν επαρκούσε.
Χρειαζόταν κάποια άλλη καινοτομία.
Δεν αρκούσε να σκάψουν τον ουρανό.
Ακόμα και αν αυτός ήταν τα θεμέλια.
Με την κατανόηση τα πράγματα ήταν διαφορετικά.
Υπήρχε και η επινόηση
Αλλά πάλι είχε μείνει μόνο αυτός.
Γιατί αγαπούσε την Ανθρωπότητα άραγε.
Ποιος μπορούσε να το πει.
Μόνο αν ξαναγεννιόταν ο εγκέφαλος.
Κι αν τα νοητικά σχήματα είχαν παραμείνει τα ίδια από τότε.
Από τότε.
Αυτή η σκέψη προκάλεσε μετασκέψη.
Και αυτή έγινε συνειδητή.
Έπρεπε να ξεφύγουν από το καθιερωμένο.
Αλλά πόσο όμως για να βρουν τη λύση.
Η επίλυση είχε αρχίσει εδώ και αιώνες.
Μα ποιος μπορούσε να το πιστέψει.
Δεν ήταν θέμα πίστης.
Η γνώση ήταν αυτή που έλειπε.
Δεν τον ξάφνιασε αφού ήξερε ότι ήξερε.
Η αναβίωση δεν ήταν ανακύκλωση.
Έβλεπε ήδη τα ίχνη της πολυκυκλικότητας.
Ήθελαν δεν ήθελαν, θα γινόταν.
Όχι γιατί γνώρισαν τις βάσεις, αλλά γιατί ήξεραν τα θεμέλια.
Θυμήθηκε το πλέξιμο.
Είχε επιλέξει το υλικό του.
Ήταν οι χρωματικές χορδές.