13715 - Μέσα στους σκοτεινούς αιώνες
Ν. Λυγερός
-Γιατί είμαστε εδώ Δάσκαλε;
– Εδώ θα κάνουμε μάθημα.
– Με είναι σκοτεινά εδώ μέσα.
– Έξω είναι ακόμα πιο μαύρο το σκοτάδι.
– Μα έχει φεγγάρι.
– Είναι ημισέλινος.
Είχε ακούσει ξανά αυτή τη λέξη κι ήξερε.
Την είχε συνδυάσει με τη φρίκη.
Εκείνη που έζησε ο Διόνυσιος, ο φιλόσοφος.
Είχε ακόμα στο βλέμμα του, τα βάσανα, τα βασανιστήρια.
Αυτή ήταν η βαρβαρότητα.
Και τώρα κοίταζε τον Δάσκαλο με δάκρυα στα μάτια.
Είχε την εντύπωση ότι ζούσαν σ’ ένα τάφο.
Μόνο που ο Δάσκαλος ήταν φως από μόνος του.
– Πόσο καιρό θα είμαστε εδώ;
– Όσο χρειαστεί για να γίνεις μαχητής, μαθητή.
– Μα θα χρειαστούν χρόνια.
– Γι’ αυτό ας αρχίσουμε από τώρα.
– Μα γιατί;
– Για να θες την ελευθερία πρέπει πρώτα να μάθεις τι είναι.
– Έχετε δίκιο. Θα με βοηθήσετε;
– Γι’ αυτό είμαι εδώ.
– Πάντα το ξεχνώ.
– Άρα κάπου κάπου το θυμάσαι.
– Όταν υπάρχει ανάγκη.
– Τώρα υπάρχει.
Ο μαθητής πήρε το βιβλίο του Δασκάλου κι άρχισε να διαβάζει.
Έτσι έμαθε τι είναι Ελληνισμός.
Άκουσε και για τον Ρήγα που δεν ήταν βασιλιάς.
Είδε και τη Χάρτα του που είχε ο Δάσκαλος.
Κι έτσι κατάλαβε ότι ο τάφος τους είχε παράθυρο.
Μεγάλωνε με τη διδασκαλία ενώ οι ραγιάδες απλώς γερνούσαν.
Δεν υπήρχε μέρα μέσα στη νύχτα.
Μόνο ο Χρόνος είχε σημασία.
Όμως μια μέρα ο Δάσκαλος του είπε κάτι που τον συγκλόνισε.
– Σήμερα θα κάνουμε μαθηματικά.
– Μέσα στο μάθημα της ιστορίας;
– Ακριβώς.
– Δεν καταλαβαίνω, Δάσκαλε.
– Από σήμερα ξέρεις αρκετά για να μετράς.
– Ναι βέβαια αλλά τι να μετρήσω;
– Τα χρόνια που πέρασαν από τη μέρα της Άλωσης.
– Γιατί Δάσκαλε;
– Έτσι θα αρχίσει κι η αντίστροφη μέτρηση για την απελευθέρωση.
Δεν κατάλαβε καλά τι εννοούσε ο Δάσκαλος, αλλά όταν είδε στη συνέχεια τους μαχητές να βάζουν μια πιέτα παραπάνω κάθε χρόνο που περνούσε, κατανόησε την επινόηση.
– Δάσκαλε πώς το ξέρετε;
– Ποιο πράγμα μαθητή;
– Ότι θα απελευθερωθούμε από τη βαρβαρότητα.
– Γιατί ήρθε η ώρα της Επανάστασης, μαχητή!
– Δάσκαλε, με είπατε μαχητή.
– Δεν έκανα λάθος.
– Να ‘στε καλά, Δάσκαλε.
– Καλή συνέχεια, ελεύθερε πολιορκημένε.