15048 - Δίπλα στη φωτιά
Ν. Λυγερός
Δίπλα στη φωτιά στεκόταν ο μικρός.
Σκεφτόταν αυτά που άκουσε.
Τα είχε πει ο Γέρος.
Κι ας του φαινόταν απίστευτα, πίστευε.
Πίστευε γιατί είχε δει το Γέρο.
Την ώρα της μάχης με τα θαύματά του.
Και τώρα ήξερε.
Ήξερε ότι άκουσε το μέλλον.
Μόνο που δεν μπορούσε να κινηθεί.
Έβλεπε μόνο τη φωτιά.
Και φως πουθενά.
Τότε κοίταξε τ’ άστρα.
Και προσπάθησε να τα πιάσει με το στόμα.
Κι ας γνώριζε ότι ήταν αδύνατο.
Όμως ο Γέρος το είχε πει.
Και η κραυγή του μικρού άρπαξε τ’ άστρα.
Σαν να ήταν κεριά στο στόμα του.
Έτσι άναψε η εκκλησία
που είχαν ρημάξει οι βάρβαροι.