1862 - Δομικά στοιχεία και ανάπτυξη του παιδιού
Ν. Λυγερός
Ένας αποτελεσματικός τρόπος εξέτασης των δομικών στοιχείων σε σχέση με την ανάπτυξη του παιδιού, είναι η μελέτη των γεωμετρικών σχημάτων. Αυτά μπορούν να χρησιμοποιηθούν με αναπαραγωγικό ή αφαιρετικό τρόπο. Επιπλέον, υπάρχει και η δυνατότητα του λεκτικού συνδυασμού ακόμα και αν το γεωμετρικό εργαλείο επιτρέπει παρατηρήσεις δίχως γλωσσολογικό υπόβαθρο. Η αφαιρετικότητα των γεωμετρικών σχημάτων μέσω της απλότητας, αγγίζει την ουσία της δομής. Γι’ αυτόν τον λόγο χρησιμοποιούμε μόνο το μολύβι και το λευκό χαρτί. Το παιδί από πολύ μικρή ηλικία γνωρίζει την κυκλικότητα δίχως απαραίτητα να μπορεί να ζωγραφίζει έναν κύκλο. Η πρώτη διαφοροποίηση γίνεται με το τετράγωνο δίχως αυτό να σημαίνει ότι το παιδί κατανοεί την έννοια της γωνίας. Το τετράγωνο ως παραλληλόγραμμο μπορεί να ζωγραφιστεί και χωρίς γωνίες εφόσον το παιδί ακολουθεί τον παραλληλισμό. Όσον αφορά στο κλείσιμο, το απαραίτητο νοητικό υπόβαθρο είναι πιο χαμηλό. Η πραγματική δυσκολία εμφανίζεται με το τρίγωνο. Αυτό το γεωμετρικό σχήμα παράγει εμπόδια διότι οι γωνίες είναι πολύ κλειστές και το παιδί δεν τις βλέπει όλες εξαιτίας της κίνησης του χεριού που παρενοχλεί το μάτι. Εκτός από το σχήμα, μπορούμε εκ των υστέρων ν’αναλύσουμε και τους συνδυασμούς σχημάτων. Με αυτόν τον τρόπο εισχωρούμε και στη βασική θεωρία ομάδων με την έννοια που εμπεριέχει . Το παιδί μαθαίνει αυτήν τη φορά να υπολογίζει και το περιβάλλον του σχήματος. Η υλοποίηση του προβλήματος είναι συνήθως ενδεικτική του επιπέδου του. Και κάθε λεπτομέρεια του σχήματος μάς μαθαίνει τις δυσκολίες του παιδιού, ενώ τα βέλη είναι καθοριστικά για τον εντοπισμό τάσεων δυσλεξίας. Έτσι, αυτό το πρόβλημα μπορεί ν’αντιμετωπιστεί πριν ακόμα την εκμάθηση του γραπτού λόγου. Το επόμενο βήμα χρησιμοποιεί και το γέμισμα δομών δίχως όμως χρωματισμό ούτε σκιές. Σε αυτήν τη φάση το σχέδιο δεν είναι ελεύθερο. Ο λόγος είναι η ανάγκη μεγιστοποίησης της ανάδρασης για τον έλεγχο νοητικής υστέρησης. Το γέμισμα με την έννοια του πλαισίου δημιουργεί στο παιδί το αίσθημα των αναγκαίων συνθηκών, με άλλα λόγια της ύπαρξης του κανόνα. Αυτός ο κανόνας όμως δεν είναι αυθαίρετος. Είναι τεχνητός και είναι το αποτέλεσμα της διαπραγμάτευσης μεταξύ του στόχου του δασκάλου και της υλοποίησης του σχήματος από τον μαθητή. Έτσι το παιδί αντιλαμβάνεται ότι με αυτόν τον τρόπο παραμένει ελεύθερο να εκφραστεί και προσπαθεί περισσότερο. Συνεπώς, ο δάσκαλος έχει και περισσότερες ενδείξεις για να κατανοήσει καλύτερα τα χαρακτηριστικά του ακόμα και αν δεν υπάρχει άμεση χρήση της γλώσσας. Αυτή η μεθοδολογία είναι ιδιαίτερα αποτελεσματική όταν υπάρχουν προβλήματα έκφρασης εκ μέρους του παιδιού. Και όπως προσφέρει ένα πλαίσιο ανάπτυξης, η ανάδραση είναι θετικότερη και για τα δύο στοιχεία του ασύμμετρου ζευγαριού δάσκαλος-μαθητής . Η κατανόηση των δομικών στοιχείων παράγει ένα πεδίο όπου η επινόηση της ανάπτυξης του παιδιού δεν είναι μόνο εφικτή αλλά και καταλυτική.