1903 - Δύο άρθρα της σύμβασης περί ανταλλαγής των ελληνικών και τουρκικών πληθυσμών
Ν. Λυγερός
Στο Μέρος Ε΄ της Συνθήκης της Λωζάννης βρίσκουμε τις διάφορες διατάξεις μεταξύ των οποίων είναι η σύμβαση περί ανταλλαγής των ελληνικών και τουρκικών πληθυσμών που υπογράφτηκε στις 30 Ιανουαρίου 1923. Αυτή η σύμβαση αποτελείται από 19 άρθρα. Το πρώτο άρθρο δίνει το γενικό πλαίσιο. Είναι συμμετρικό ως προς τους Έλληνες και τους Τούρκους και βασίζεται στη θρησκεία. Διευκρινίζει ότι η ανταλλαγή είναι de facto οριστική εφόσον :
«Τα πρόσωπα ταύτα δεν θα δύνανται να έλθωσιν ίνα εγκατασταθώσιν εκ νέου εν Τουρκία ή αντιστοίχως εν Ελλάδι, άνευ της άδειας της Τουρκικής Κυβερνήσεως ή αντιστοίχως της Ελληνικής Κυβερνήσεως.»
Το άρθρο 2 εξετάζει λεπτομερειακά τις διάφορες κατηγορίες Ελλήνων και Τούρκων όσον αφορά στο πλαίσιο της ανταλλαγής και των εξαιρέσεων της.
«Δεν θα περιληφθώσιν εις την εν τω πρώτω άρθρω προβλεπομένην ανταλλαγήν
α) οι Έλληνες κάτοικοι της Κωνσταντινουπόλεως
β) οι Μουσουλμάνοι κάτοικοι της Δυτικής Θράκης.»
Παρατηρούμε ήδη ότι ο λεκτικός χαρακτηρισμός δεν είναι ο ίδιος με εκείνον του πρώτου άρθρου. Ενώ στο πρώτο η συμμετρία είναι διπλή εφόσον βασίζεται στη θρησκεία, στο δεύτερο άρθρο βλέπουμε ότι οι Μουσουλμάνοι δεν αποτελούν το συμμετρικό στοιχείο των Χριστιανών αλλά των Ελλήνων. Αν και υπάρχουν λογικές εξηγήσεις του τύπου: στην Τουρκία υπήρχαν διάφοροι Χριστιανοί και όχι μόνο Ελληνορθόδοξοι Χριστιανοί και στην Ελλάδα υπήρχαν μόνο Τούρκοι, βλέπουμε ότι αυτά δεν στέκουν ως επιχειρήματα. Διότι σε αυτό το πλαίσιο, τι σημαίνει η έκφραση Έλληνες κάτοικοι της Κωνσταντινούπολης; Ήταν ή δεν ήταν Τούρκοι σε σχέση με την υπηκοότητα; Γιατί δεν υπάρχουν ξεκάθαρα οι εκφράσεις Έλληνες Χριστιανοί και Τούρκοι Μουσουλμάνοι; Όπως διαβάζουμε τη σύμβαση, στην Τουρκία υπήρχαν Έλληνες ενώ στην Ελλάδα υπήρχαν Μουσουλμάνοι. Ποιο είναι λοιπόν το status των μειονοτήτων σε αυτό το πλαίσιο; Υπάρχει όντως διαφορά μεταξύ Μουσουλμάνων και Τουρκόφωνων, Πομάκων Αθιγγάνων; Πάντως ο διαχωρισμός δεν προκύπτει από τη σύμβαση και το ίδιο ισχύει και για την υπηκοότητα.
Το άρθρο 2 καθορίζει και χρονικά πλαίσια.
«Θέλουσι θεωρηθή ως Έλληνες κάτοικοι της Κωνσταντινουπόλεως, πάντες οι Έλληνες οι εγκατεστημένοι ήδη προ της 30ης Οκτωβρίου 1918, εν τη περιφερεία της Νομαρχίας Κωνσταντινουπόλεως, ως αύτη καθορίζεται δια του νόμου του 1912.»
Η ημερομηνία του 1918 συσχετίζεται έμμεσα με το πρόβλημα της γενοκτονίας των Ποντίων και λειτουργεί ως αρνητικό στοιχείο. Και ο νόμος του 1912 σχετίζεται με την έκδοση καταλόγων περιουσίας που επέτρεψαν στην Τουρκία την κτήση ακινήτων και προκαλούν προβλήματα στην κοινότητα Τενέδου διότι ήταν ελληνική εκείνη την περίοδο και δεν έχει κανένα τίτλο ιδιοκτησίας κατά την Τουρκική Κυβέρνηση. Όσον αφορά στους Μουσουλμάνους, το άρθρο 2 συνεχίζει με τον εξής τρόπο:
«Θέλουσι θεωρηθή ως Μουσουλμάνοι κάτοικοι της Δυτικής Θράκης, πάντες οι Μουσουλμάνοι οι εγκατεστημένοι εν τη περιοχή ανατολικώς της μεθορίου γραμμής της καθορισθείσης τω 1913 δια της Συνθήκης του Βουκουρεστίου.»