2188 - Τα Βαλκάνια του Καυκάσου

N. Lygeros

Εξετάζοντας το χάρτη του Καυκάσου, είναι δύσκολο να μη σκεφτούμε το πλαίσιο των Βαλκανίων. Στην ουσία, καταπονημένες από την πίεση τριών μεγάλων χωρών, δηλαδή της Ρωσίας, του Ιράν και της Τουρκίας, τρεις μικρές χώρες, η Αρμενία, το Αζερμπαϊτζάν και η Γεωργία, αποτελούν μία περιοχή εξαιρετικά ασταθή. Αυτή η αστάθεια είναι από τη μια πλευρά εξωγενής -πρόκειται για τις πραγματικές εδαφικές διεκδικήσεις- και από την άλλη πλευρά ενδογενής -πρόκειται για τις διεκδικήσεις και τον πόλεμο του Αρτσάχ. Έχουμε, λοιπόν, μία διπλή αστάθεια που προέρχεται απευθείας από τη σύγκρουση μεταξύ της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και της Ρωσίας κι ύστερα της Σοβιετικής Ένωσης. Πρέπει, επίσης, να προσθέσουμε σ’ αυτό το εκρηκτικό πλαίσιο το κουρδικό πρόβλημα το οποίο δημιουργεί μία άλλη παρέμβαση στην ενδιάμεση ζώνη Τουρκίας–Ιράν. Τέλος, είναι απαραίτητο να λάβουμε υπόψη τις επαφές με την Ευρωπαϊκή Ένωση, εφόσον η Τουρκία είναι μία υποψήφια χώρα και οι τρεις μικρές χώρες Αρμενία, Αζερμπαϊτζάν και Γεωργία βρίσκονται στην πρώτη φάση της σύνδεσης. Έχοντας υπόψη το σύνολο αυτών των γεωστρατηγικών συνθηκών και γεωπολιτικών διατάξεων, το να θεωρήσουμε την Αρμενία ως ένα κράτος σταθερό καταδεικνύει είτε άγνοια είτε έλλειψη συνείδησης. Αυτή η εικόνα είναι το αποτέλεσμα της μη εφαρμογής της Συνθήκης των Σεβρών και της πολλαπλής και επιλεκτικής εφαρμογής των Συνθηκών της Μόσχας, του Καρς, της Λωζάννης και της Άγκυρας. Χωρίς να θέλουμε να αναβιώσουμε την περίφημη φράση του Κλεμανσώ για τις Συνθήκες και τις Συμφωνίες, εν τούτοις δεν μπορούμε να μην αναφερθούμε στην ύπαρξη εντάσεων που δεν είναι μόνο επιφανειακές. Στην πραγματικότητα, έχουμε τοπικά τις συνέπειες πραγματικών τεκτονικών κινήσεων στον τομέα της γεωστρατηγικής. Συνεπώς, δεν είναι συνετή ούτε ευφυής κίνηση να αναμένουμε από την Αρμενία με τα πραγματικά της σύνορα και την έκτασή της να πάρει πρωτοβουλίες έναντι της ανατολικής υποψηφιότητας, αλλά ν’ ασχοληθεί με το πρόβλημα της αναγνώρισης της γενοκτονίας των Αρμενίων. Η κατάσταση δεν επιτρέπει να δικαιολογήσουμε πολιτικές επιλογές, αλλά σίγουρα επιτρέπει να τις κατανοήσουμε. Απεναντίας, αποδεικνύει το ενδιαφέρον να επανακτηθούν τα πολιτικά κόμματα της διασποράς στο κέντρο της Αρμενίας. Διότι με τη συνοριακή αστάθεια, η διαχείριση και η τακτική των μεταρρυθμίσεων αυτών των τελευταίων δεν είναι πολιτική ουτοπία. Το σημείο είναι απλό: δεν αρκεί να διαμαρτυρόμαστε, πρέπει να διεκδικούμε. Και δεν αρκεί να αρχίζουμε μία δίκη, πρέπει να την κερδίζουμε. Μόνο που είναι αναγκαίο να συνειδητοποιήσουμε και να αντιληφθούμε ότι αυτό είναι δυνατόν. Το πρόβλημα της Δυτικής Αρμενίας δεν είναι ουτοπία για την Ανατολική Αρμενία. Αντιθέτως, αντιπροσωπεύει ένα στρατηγικό μέσο για σκοπούς εδαφικής σταθερότητας, διότι είναι απαραίτητο να έχει φυσικά σύνορα με τη γεωγραφική έννοια του όρου, έτσι ώστε να ανασυγκροτήσει τα ποσοστά του πληθυσμού με τρόπο που να είναι συμβατά. Στην ουσία, το πραγματικό πρόβλημα είναι ότι τα σύνορα της Τουρκίας είναι εξ ολοκλήρου τεχνητά στην περιοχή του Καυκάσου και όχι μόνο. Διότι στην Κιλικία, πολλά χωριά που ήταν αρμενικά το 1915, τώρα είναι εγκαταλελειμμένα ή αραιοκατοικημένα και από Τούρκους. Έτσι πρέπει να το βάλουμε καλά στο νου μας ότι η αναγνώριση της γενοκτονίας των Αρμενίων δεν είναι παρά μόνο ένα βήμα στα Βαλκάνια του Καυκάσου.