23843 - Οι μασκοφόροι

Ν. Λυγερός

Ο ήχος της όπερας ακουγόταν ακόμα και έξω.
Ο φοίνικας ήταν ακόμα ζωντανός.
Μπήκαμε ταυτόχρονα από διαφορετικές πόρτες.
Μέσα στην ορχήστρα αναζητήσαμε τους ύποπτους
όμως όλοι είχαν μάσκες.
Στα μπαλκόνια, ήταν όλοι στη θέση τους.
Τουλάχιστον έτσι νομίζαμε στην αρχή.
Αλλά καταλάβαμε ότι μερικοί από αυτούς
ήταν ήδη δίπλα στο στόχο τους.
Η παράσταση συνέχιζε
σαν να μην είχε γίνει τίποτα.
Και όντως δεν είχε γίνει τίποτα ακόμα.
Το θέμα ήταν αν ήταν ήδη αργά.
Αποφασίσαμε πως όχι.
Μερικοί από τους δικούς μας
ανέβηκαν στη σκηνή.
Είχαν κάνει θέατρο πριν χρόνια
οι άλλοι ανέβηκαν στα μπαλκόνια
κι εμείς παραμείναμε μέσα στην ορχήστρα.
Η παρέμβαση στην παράσταση
ξάφνιασε μόνο τους ηθοποιούς
οι άλλοι νόμιζαν ότι ήταν η σκηνοθεσία.
Όμως και αυτή είχε αλλάξει.
Κλείσαμε την υψηλή πύλη.
Και το αντιλήφθηκαν οι εχθροί μας.
Τώρα ο καθένας είχε εντοπίσει τους πάντες.
Ήταν η στιγμή.
Τότε εμφανίστηκαν τα σπαθιά με τις παράξενες χειρολαβές.
Η παράσταση σταμάτησε εντελώς ακόμα κι η μουσική.
Μόνο τα σπαθιά ακουγόντουσαν
και στη συνέχεια τα βογγητά των εχθρών
οι λαβωματιές μας λέρωσαν πολλά ρούχα
αλλά δεν άλλαξε απολύτως τίποτα.
Σιγά-σιγά έπεφταν ο ένας μετά τον άλλο.
Αλλά ο ένας από τους ευγενείς είχε πέσει.
Δεν περίμενε την βάρβαρη επίθεση.
Τον σηκώσαμε προσεχτικά δίχως να σταματήσουμε
να χτυπούμε τους εχθρούς.
Τότε είδαμε τα βάρβαρα τσεκούρια.
Δεν φοβηθήκαμε όμως και συνεχίσαμε
μέχρι να πέσει κάτω το τελευταίο
από τα νεκρά κορμιά.
Η Βενετία είχε αντέξει.
Και η παράσταση ξανάρχισε
σαν να μην είχε συμβεί τίποτα.