27860 - Στον Πύργο της Ελευθερίας
Ν. Λυγερός
Μια γυναίκα τρέχει και πηδά πάνω σ’ έναν άντρα. Τον αγκαλιάζει όσο πιο δυνατά μπορεί. Κι αυτός την κρατά μετέωρη…
Κ: Άργησες!
Ι: Έκανα ό,τι μπορούσα.
Κ: Πάλι καλά που μπόρεσες! Κατέβασέ με.
Την αφήνει
Ι: Χαίρομαι που σου το είπε.
Κ: Τι περίμενες; Μου μιλά άμεσα.
Ι: Το ξέρω. Της χαμογελά
Κ: Πόνεσες;
Ι: Σημασία έχει ότι είμαστε εδώ.
Κ: Σωστά. Τι έγινε;
Ι: Συνεχίζουμε.
Κ: Μα δεν πρόλαβες…
Ι: Πρόλαβα… Πέρασαν τρεις μέρες…
Κ: Έχεις δίκιο.
Ι: Έμαθε κάτι…
Κ: Το φαντάζομαι. Τι;
Ι: Ετοιμάζουν κάτι για το άγαλμα…
Κοίταξε προς το Άγαλμα της Ελευθερίας
Κ: Δεν μπορώ να το πιστέψω…
Ι: Το έχει ήδη υπολογίσει.
Κ: Γι’ αυτό επέστρεψες;
Ι: Ναι.
Τα βλέμματά τους έγιναν παράλληλα.