3169 - Θραύσματα μνήμης

Ν. Λυγερός
Μετάφραση από αγγλικά Παντελής Μηλίδης

Δεν υπήρχε πλέον κανένα ίχνος του σώματος του Δασκάλου. Η βροχή είχε εξαφανίσει το αίμα. Ήταν σαν να μην είχε πεθάνει. Ωστόσο, μάρτυρες επιβεβαίωσαν ότι τον είχαν δει σε αυτή την τοποθεσία, ακριβώς δίπλα στο αιωνόβιο δέντρο. Και ξαφνικά τίποτα πια. Ο Χρόνος είχε έρθει για να βρει αυτό που του ανήκε. Οι άνθρωποι του χωριού μιλούσαν ασταμάτητα για αυτό το γεγονός, προκειμένου να βρουν μια λογική εξήγηση αλλά ήταν πέρα από την ανθρώπινη κατανόηση. Ήταν σαν ο θρύλος του Δασκάλου του Χρόνου να είχε γεννηθεί. To απαίσιο κτήνος είχε αποτραβηχτεί από το νερό για να εισβάλλει στην καστρική πόλη της μνήμης. Τίποτα πια δεν έπρεπε να παραμείνει στο πέρασμά του. Συνέτριβε κάθε αντίσταση, ακόμα και την παραμικρή. Χρειαζόταν ένα παράδειγμα για να τρομοκρατήσει τον πληθυσμό και είχε επιλέξει αυτή την καστρική πόλη που είχε τη φήμη ότι ήταν απόρθητη. Έσχιζε με τα χέρια του κάθε μια από τις πέτρες της για να δημιουργήσει την διαδρομή για τους υπόδουλους. Το μήκος της διαδρομής έδωσε το μέτρο του μεγέθους του. Μόνο που οι πέτρες δεν είχαν πει την τελευταία τους λέξη. Μέσα στην κρύπτη οι μονοπετράνθρωποι είχαν πάρει τις θέσεις τους όπως ο Δάσκαλος είχε προβλέψει. Δεν ήξεραν ακόμα πόσος χρόνος θα χρειαζόταν ακόμα και εάν ήταν μαζί τους. Ήταν άοπλοι αλλά αυτό δεν είχε καμία σημασία γιατί ήταν οι ίδιοι όπλα. Ο Δάσκαλος τους είχε διδάξει την πνευματική μάχη και η δύναμη που είχαν στα χέρια τους δεν είχε σύγκριση. Όλα ήταν θέμα σκέψης. Κάθε ένας από αυτούς ήταν μόνος του κατά τη διάρκεια των αιώνων, αλλά οι άλλοι μοιράζονταν την ίδια μοναξιά. Τα σώματά τους είχαν ασπαστεί την πέτρα για να διασχίσουν καλύτερα τον Χρόνο. Ήταν η μοναδική αποστολή τους. Οι κώδικες έπρεπε να διαβαστούν από ανθρώπους που δεν είχαν ακόμη γεννηθεί. Αυτές ήταν οι τελευταίες οδηγίες του Δασκάλου. Από τότε, δεν είχαν δει ξανά τον ιππότη χωρίς πανοπλία. Σηκώθηκε μετά τον πρώτο του θάνατο. Οι πέτρες τον πονούσαν το ίδιο όπως και πριν, αλλά οι άνθρωποι είχαν αλλάξει. Ως εκ τούτου, το πέρασμα υπήρχε. Όμως πώς μπορεί κανείς να το βρει και πάλι μέσα στους μαύρους αιώνες; Το δέντρο ήταν πολύ μεγαλύτερο. Ήταν μεγαλειώδες και κυρίαρχο σε όλη την πλατεία του χωριού. Τα παιδιά έτρεχαν κρατώντας στο πλάι του κρατώντας φρυγανιές με ζάχαρη στο χέρι. Το όραμα είχε πει την αλήθεια. Το μέλλον ήταν εφικτό παρά το απαίσιο θηρίο. Εξέτασε τις πέτρες των σπιτιών. Αυτές ήταν καλές. Είχαν αρνηθεί να γίνουν λιθόστρωτο. Ήθελαν να δουν τον κόσμο του ύψους. Ωστόσο, ορισμένες από αυτές είχαν εκτοπιστεί. Τώρα είχαν σχήμα. Σκέφτηκε ότι θα ήταν πιο εύκολο να βρει το σπαθί με την παράξενη λαβή. Και είχε δίκιο. Τον περίμενε εδώ και αιώνες. Το απαίσιο θηρίο δεν ήταν ικανό να την υποτάξει. Ανήκε μόνο στον Χρόνο.