4052 - Ο πράσινος ουρανός
Ν. Λυγερός
–	Είδες το χρώμα του ουρανού;
 
–	Το πράσινο;
 
–	Ναι. Δεν είναι περίεργο;
 
–	Γιατί; Είναι τα άλλα κανονικά;
 
–	Εννοείς τα ξεχασμένα σπίτια;
 
–	Ναι εκεί, ανάμεσα στους γαλάζιους και μωβ λόφους.
 
–	Ποιος μένει εκεί;
 
–	Δεν ξέρω. Γι’ αυτό σου λέω.
 
–	Οι ξεχασμένες αναμνήσεις;
 
–	Δεν υπάρχουν παρά μόνο στους πίνακες.
 
–	Ακόμα και το δέντρο λύγισε κάτω από το χρώμα.
 
–	Μήπως έδωσε το χρώμα του στον ουρανό;
 
–	Όπως τα κυπαρίσσια;
 
–	Όπως τα κάθετα δάκτυλα της πίστης.
 
–	Κοίτα και κάτω από τις βαθιές γραμμές.
 
–	Τις μαύρες;
 
–	Ναι, αυτές που καθορίζουν τα όρια.
 
–	Το λιβάδι;
 
–	Δεν έχει κάτι που σε αγγίζει;
 
–	Τα χρώματά του;
 
–	Η λύπη του…
 
–	Μπορεί, πρέπει να σκεφτώ.
 
–	Δεν υπάρχει μονοπάτι.
 
–	Ας περάσουμε ανάμεσα στα στάχυα.
 
–	Δίχως να τα πληγώσουμε όμως.
 
–	Σαν τις πινελιές.
 
–	Έτσι άγγιξε το σπίτι, το φούξια.
 
–	Πρόσεχε τα στάχυα.
 
–	Κάνω ό,τι μπορώ.
 
–	Δεν είναι τραγικό;
 
–	Ποιο πράγμα;
 
–	Πώς ν’ αγγίξεις δίχως να πληγώσεις.
 
–	Ενώ είναι τόσο εύκολο να πληγώσεις χωρίς ν’ αγγίξεις.
 
–	Δεν θέλω να ξεχάσω τίποτα.
 
–	Κι όμως…
 
–	Να προσέχω;
 
–	Τα πάντα…
 
–	Γιατί;
 
–	Μόνο έτσι θα συνεχίζουν να υπάρχουν οι άνθρωποι.
 
–	Και οι ξεχασμένες αναμνήσεις.
