425 - Ο ανοιχτός πύργος

Ν. Λυγερός

(Ασπρόμαυρη εικόνα) (Medium long shot)
(Flashback)
(Η Λουτσία και ο Χρήστος κάθονται ο ένας απέναντι από τον άλλο σ’ένα ξύλινο τραπέζι. Σ την άκρη φαίνεται το γραφείο του Χρήστου. Η διακόσμηση είναι σεμνή.)
Λουτσία : Τελικά ποιος είσαι ;
Χρήστος : Αυτός που θέλεις.
Λουτσία : Μα δεν είναι απάντηση αυτό !
Χρήστος : Δεν υπάρχει άλλη όμως… (Χρόνος) Ήταν τα λόγια σου ερώτηση ;
Λουτσία : Και βέβαια !
Χρήστος : Είμαι αυτό που βλέπεις…
Λουτσία : Κι αυτό που δε βλέπω τι είναι ;
Χρήστος : Βλέπεις τον άνθρωπο μα δε βλέπεις την ανθρωπότητα… (Χρόνος)
Κοιτάζεις το νησί, δε βλέπεις τον ωκεανό.
Λουτσία : Τον άνθρωπο αγαπώ..
Χρήστος : Μα είναι η ανθρωπότητα που σ’αγαπά !
Λουτσία : Εσένα θέλω…
Χρήστος : Δεν είμαι κανένας. (Χρόνος) Είμαι μόνο όλοι !
Λουτσία : Κάποτε νιώθω ότι ζεις σ’ένα γυάλινο πύργο… Κι ότι δε μπορείς να βγεις έξω.
Χρήστος : Έτσι είναι.
Λουτσία : Δε σ’ενοχλεί ;
Χρήστος : Όχι, διότι ο γυάλινος πύργος είναι ο κόσμος !
(Flashback) (Τέλος)
INSERT : (Full shot)
(Η Λουτσία βρίσκεται στο τελευταίο πάτωμα του Λευκού Πύργου. Το καφενείο φαίνεται νεκρό.
(Κοιτάζει έξω εκεί όπου ο ουρανός και η θάλασσα σμίγουν. Νιώθει μόνη της σ’ένα κόσμο σκιών… Το δειλινό, σαν να ήταν το τελευταίο, φωτίζει ακόμα μια φορά το καφενείο.)
Λουτσία : Έφυγε το φως κι έμειναν οι σκιές…
(Ο Αντρέας και η Εύα γυρίζουν από την εξωτερική περίμετρο κι ανοίγουν την πόρτα του καφενείου…)
Αντρέας : Χρόνια είχαμε να’ρθουμε εδώ πάνω.
Εύα : Πέρασαν τόσο γρήγορα… (Χρόνος) Τι σκέφτεσαι Λουτσία ;
Λουτσία : Ότι η σκιά χρειάζεται το φως για να υπάρχει…
Αντρέας : Αυτό είναι το παράδοξο… (Χρόνος) Εκεί που είναι δε βρίσκεται και βρίσκεται μόνο εκεί που είναι…
Εύα : Πάλι τα ίδια ρε Αντρέα ; (Χρόνος.) (Κοιτάζοντας τη Λουτσία) Δε βλέπεις ότι…
Αντρέας : Όχι ! Δε βλέπω τίποτα ! Και σ’αυτές τις στιγμές σκέφτομαι το Χρήστο…
Λουτσία : Θυμάσαι κι εσύ ;
(Ασπρόμαυρη εικόνα. Το ίδιο μέρος. Τα ίδια άτομα. Βλέπουμε το Χρήστο από το παράθ υρο…)
(Flashback)
Εύα : Μα τι κάνει τώρα ;
Λουτσία : Φαντάζομαι πως σκέφτεται… Αντρέας : Όταν ήμασταν έξω, ήθελε να μπούμε μέσα… (Χρόνος) Τώρα που είμαστε μέσα, είναι έξω…
Εύα : Ήθελα να’ξερα Αντρέα που τις βρίσκεις αυτές τις φράσεις… (Ο Χρήστος έρχεται μαζί τους.)
Χρήστος : Από εδώ, το φιλί της θάλασσας και του ουρανού φαίνεται πιο κοντά. (Χρόνος)
Λουτσία : Που είναι ;
Χρήστος : Εκεί που σπάζουν τα κύματα στα σύννεφα. (Χρόνος) Εκεί θα πάω μια μέρα.
Λουτσία : Θα με πάρεις μαζί σου ;
Εύα : Ο Χρήστος δεν ξέρει να παίρνει μόνο να δίνει…
Λουτσία : Πες μου, Χρήστο, σε παρακαλώ…
Χρήστος : Θα σε πάρω όπως ο πύργος παίρνει την πόλη.
Εύα : Δηλαδή ;
Χρήστος : Είναι σαν το ακίνητο ταξίδι του χρόνου… (Χρόνος) Δεν παίρνει τίποτα γιατί όλα είναι μαζί του.
Εύα : Τι δίνει όμως στους ανθρώπους ;
Χρήστος : Το μέλλον του.
(Flashback) (Τέλος)
Αντρέας : Ναι, θυμάμαι το μέλλον. (Σιωπή) Κάθε λέξη είναι πραγματικά ένας κόσμος.
Εύα : Μας μιλούσε συνέχεια για το μέλλον…
Αντρέας : Και βλέπαμε μόνο το παρόν.
Λουτσία : Τώρα μας έμεινε μόνο το παρελθόν.
Αντρέας : Κάθε λέξη του Χρήστου ήταν ένα κομμάτι του μέλλοντος καρφωμένο μες στο
παρελθόν.
INSERT : Τους βλέπουμε μες στο Λευκό Πύργο από μακριά.