51309 - Η μυστική συνάντηση

Ν. Λυγερός

Τώρα έβλεπε τα βιβλία που είχε ζητήσει η αθώα. Το χάρηκε τόσο πολύ που κρατήθηκε να βγάλει μια κραυγή. Είδε πως τα εξέταζε προσεχτικά και κατάλαβε ότι και αυτή αγαπούσε τα βιβλία, ακόμα κι αν δεν ήξερε πώς λειτουργούσε η βιβλιοθήκη. Χαμογέλασε κρυφά γιατί ταυτόχρονα έβλεπε τη χαρά της ψυχής της και μεταχαιρόταν και η δική του. Στο ράφι που καθόταν, έκαναν το ίδιο μερικά βιβλία. Ποιος ξέρει τι σκέφτηκαν άραγε; Μάλλον τη μυστική συνάντηση. Όμως ο μικρός άνθρωπος δεν κινήθηκε… Ήθελε να δει πόση ώρα θα διάβαζε εκείνα τα βιβλία. Διότι δεν είχε ανοίξει μόνο ένα. Κάτι ήθελε να βρει αλλά ούτε αυτός ήξερε ακόμα. Ήθελε όμως ήδη να τη βοηθήσει. Έτσι ξανά έκανε το χαρακτηριστικό θόρυβο για τρίτη φορά, αλλά παρέμεινε ακίνητος. Αυτή τη φορά η αθώα είδε τον επίμονο κηπουρό. Δεν φοβήθηκε, ούτε ξαφνιάστηκε από το μέγεθός του. Αναρωτήθηκε βέβαια τι έκανε εκεί αλλά κρατήθηκε, γιατί δεν έπρεπε να κάνει θόρυβο. Όταν όμως της έκανε νόημα να ανεβεί από την περίπλοκη σκάλα στον όροφό του, αμέσως σηκώθηκε παίρνοντας μαζί της όλα τα βιβλία. Είχε μάθει ήδη ότι δεν αφήνουμε κανένα πίσω. Δεν σταμάτησε να την κοιτά όση ώρα έκανε για να διασχίσει τη βιβλιοθήκη και να ανεβεί έως αυτόν. Σκέφτηκε ότι ήταν κι αυτήν ένα παράξενο λουλούδι σε αυτόν τον κήπο της Ανθρωπότητας. Όταν έφτασε επιτέλους της έδωσε ένα άλλο βιβλίο και εκείνη βρήκε αυτό που έψαχνε.