52265 - Η επιστροφή

Ν. Λυγερός

Ο ήλιος μπήκε από το παράθυρο του σαλονιού.
– Κλείσε! φώναξε, μια γυναικεία φωνή.
Ακούστηκε μια βαριά κουρτίνα.
– Δεν πρέπει να μπει σταγόνα φωτός.
το είχε πει σαν να ήταν υπενθύμιση μιας αρχέγονης οδηγίας, μια ιερή εντολή.
Κανένας δεν απάντησε.
Ήμουν μόνο εγώ στο γραφείο…
Κι ήξερα ότι δεν είχε μιλήσει σε μένα.
Ποιος άλλος ήταν στο σαλόνι.
Για μερικά δευτερόλεπτα σκέφτηκα πως είχε γυρίσει.
Αλλά πριν τρέξω να τη δω άκουσα:
– Δεν πειράζει… Μην τραβάς άλλο…
Κάποιος ήταν εκεί.
Κι άρχισα να πιστεύω στο απίστευτο.
Έτρεξα στους διαδρόμους του κάστρου
για να φτάσω όσο πιο γρήγορα γινόταν.
Άνοιξα τη βαριά πόρτα
χωρίς να χτυπήσω.
Και ξαφνικά την είδα.
Καθόταν πάνω σε μια καρέκλα,
δίπλα από τον κενό καναπέ.
Γιατί άραγε;
Δεν μπορούσα να βρω τον λόγο.
Πάντως είχε επιστρέψει.