5476 - Η απολογία του Leonardo da Vinci

Ν. Λυγερός
Μετάφραση από τα γαλλικά: Σάνη Καπράγκου

«Εάν όπως κι αυτοί, δεν παραθέτω τους συγγραφείς, είναι κάτι πολύ μεγαλύτερο και σπανιότερο να παραθέτω την εμπειρία, δασκάλα των δασκάλων τους. Προχωρούν κορδωμένοι και πομπωδώς ντυμένοι και διακοσμημένοι όχι με την εργασία τους μα εκείνες του αλλουνού, και αμφισβητούν τις δικές μου. Κι αν με περιφρονούν, εμένα τον εφευρέτη, πόσο πιο μεμπτοί εκείνοι, που δεν είναι εφευρέτες μα σαλπιγκτές και αοιδοί των έργων αλλουνού.»

Εάν τα λόγια του Leonardo da Vinci στο Codice Atlantico δεν είναι τρυφερά, είναι που εξοργίστηκε από τις κριτικές κακής ποιότητας που εξαπολύθηκαν εναντίον του από τους δήθεν ειδήμονες, που δεν έχουν σχέση με την έρευνα και την εφευρετικότητα. Οι τελευταίοι αυτοί, όπως πολύ σωστά το θέτει ο ίδιος, αρκούνται να αντιγράφουν αδιάκοπα τις εργασίες άλλων, δίχως στην πραγματικότητα να συμμετέχουν στις ανακαλύψεις. Κι ένας άνθρωπος όπως ο Leonardo da Vinci δεν θά ’πρεπε να υπάρχει κατά τη γνώμη τους, διότι αντιπροσωπεύει ένα αντι-παράδειγμα για τη μεθοδολογία της εποχής, όπου η γνώση είναι πριν απ’ όλα ένα πρόβλημα γνωριμίας με το γνωστό και όχι ανακάλυψης του αγνώστου. Σε τούτη την κλασσική προσέγγιση που αποτελεί όχι μόνο μια απομίμηση της αρχαίας σκέψης, μα κυρίως μια αποξένωση από αυτήν, η εμπειρία δεν είναι μόνον υπερβολική, μα πριν απ’ όλα επιβλαβής, διότι τ’ αποτελέσματά της θα μπορούσαν να αμφισβητήσουν όσα όλοι οι ειδήμονες αποφασίζουν ως δεδομένα.

«Και οφείλουν να είναι κριτές και όχι διαφορετικά ν’ αποτιμούν τους εφευρέτες και τους ερμηνευτές ανάμεσα στη φύση και τους ανθρώπους, ως προς τους αοιδούς και σαλπιγκτές των έργων αλλουνού, όπως ακριβώς το αντικείμενο συγκρινόμενο μπροστά σ’ έναν καθρέφτη με τον κατοπτρισμό του: το ένα έχει αφ’ εαυτού του κάτι και ο άλλος, τίποτε. Φάρα που δεν έχει και πολλές υποχρεώσεις προς τη φύση, διότι μοιάζει να έχει ενδυθεί από ατύχημα την ανθρώπινη μορφή, δίχως την οποία θα μπορούσαμε να τη συγχέουμε με ένα κοπάδι ζώων.»

Η εικόνα που χρησιμοποιεί ο Leonardo da Vinci δεν στερείται ενδιαφέροντος, καθώς επιτρέπει να ανακύψει αίφνης η κενότης αυτής της κατηγορίας προσώπων που ικανοποιούνται να αναπαράγουν χωρίς να παράγουν, μα και να κοινολογούν δίχως να διορθώνουν τα λάθη του παρελθόντος. Διότι οι καθρέφτες αυτοί δεν είναι μήτε και τέλειοι, παραποιούν την παρελθούσα πραγματικότητα για να την μετατρέψουν σε δόγμα και αρχή, έτσι ώστε να μην είναι πλέον αμφισβητήσιμη από οποιονδήποτε. Τούτη η προσέγγιση επιτρέπει τη δημιουργία μιας θρησκείας, όπου οι αιρετικοί αποκλείονται. Ο αυτοδίδακτος χαρακτήρας του Leonardo da Vincι υπήρξε πάντοτε ένα πρόσχημα για να του ασκούν κριτική, ενώ αυτή ακριβώς η ιδιότητα του επέτρεψε να δημιουργεί ό,τι κανείς άλλος άνθρωπος, εξαιρουμένου του Αρχιμήδη, δεν είχε τολμήσει.

«Υπολογίζω πως εκ του γεγονότος ότι δεν είμαι λόγιος, ορισμένοι αλαζόνες πιστεύουν πως μπορούν να με κατηγορούν ισχυριζόμενοι ότι είμαι ένας αδαής. Ηλίθια φάρα! Ουδόλως γνωρίζουν πως θα μπορούσα να τους ανταπαντήσω όπως ο Marius στους ρωμαίους πατρίκιους: « Εκείνοι που ενδύονται τις εργασίες άλλου, δεν θέλουν να μου παραχωρήσουν το δικαίωμα των δικών μου.»

Τάδε έφη. Ο Leonardo da Vinci δεν τακτοποιεί λογαριασμούς, μα θέτει τα πράγματα στη θέση τους ως το τέλος της ζωής του.