Περπάτησε στο δάσος της μνήμης
κι άκουσε τις φωνές του παρελθόντος
να του μιλούν για όσα είχαν συμβεί
και είχε κρύψει το σύστημα της βαρβαρότητας.
Είχε κάψει ανθρώπους χωρίς ενοχές
για να μην υπάρξει ίχνος
που θα οδηγούσε στην καταδίκη του.
Είχε φιμώσει αυτούς που είχαν αντισταθεί
για ν’ ακούγεται μόνο η σιωπή της αποδοχής
από τη μάζα που δεν ήξερε
τι είχε γίνει.
Πόσο εύκολα μπορούσε κανείς να κάνει
τα πρώτα βήματα της γενοκτονίας χωρίς να το αντιληφθεί κανείς
επειδή όλοι πίστευαν
ότι το σύστημα ήταν παντοδύναμο
ενώ ήταν μια θρησκεία βαρβαρότητας
βασισμένη σ’ ένα απόλυτο δογματισμό
που δεν είχε ούτε τύψεις ούτε ενοχές
για να καταδικάσει έναν αθώο ή ένα δίκαιο
για να σώσει το δόγμα του.
Σε αυτή τη θρησκεία οι χειρότεροι
ήταν αυτοί που την πίστευαν.
Και αυτοί νόμιζαν ότι ήταν τόσο δυνατοί
που απαγόρευαν ακόμα και τους Αγίους.