66901 - Στο μπαλκόνι του κόσμου

Ν. Λυγερός

Στεκόταν στο μπαλκόνι του κόσμου, λίγο πιο πάνω από τη λίμνη, σαν να περπατούσε πάνω στη θάλασσα.  Ήταν όμως ακίνητος. Η κίνηση ήταν μόνο εσωτερική, σαν ένα tremolo, που επέμενε πάνω στην ίδια νότα με επιμονή σαν μια παράξενη χειρολαβή που δεν άφηνε την ταστιέρα μέχρι να έρθει η τελευταία νότα της κορώνας που πλημμύριζε τα μάτια με εικόνες. Έτσι ένιωθε και αυτή τώρα που έβλεπε τις γραφές του φωτός πάνω στο ίδιο της το δέρμα. Δεν ήταν μόνο μία γαλανόλευκη ανάμνηση, διότι έβλεπε τα δάκτυλά της να τεντώνονται για ν’ αγγίξει το πρόσωπο της λίμνης, που περίμενε κάθε κίνησή της για να ζήσει τη μνήμη μέλλοντος. Το μαντολίνο συνέχιζε να παίζει, αλλά με άλλο ρυθμό…  Ήταν πιο κλασικός, αλλά ταυτόχρονα είχε όλα τα χρώματα και λειτουργούσε σαν το ουράνιο τόξο του συντριβανιού που έβλεπε πλέον από μακριά. Συνέχισε να περπατά ανάμεσα στα δέντρα, που την αγκάλιαζαν στο πέρασμά της. Με αυτόν τον τρόπο άκουσε και τη φωνή που ήρθε, σαν να ήταν η ψυχή που έλειπε στο μαντολίνο. Τότε είδε την μπρούντζινη υπέρβαση.