67059 - Το παράθυρο
Ν. Λυγερός
Χωρίς να μιλήσουν μεταξύ τους κατευθύνθηκαν προς το παράθυρο. Είχαν ακούσει ένα θόρυβο. Αναρωτήθηκαν αν ήταν αυτός. Τράβηξαν η καθεμιά από μια κουρτίνα για να έχουν καλύτερη θέα. Δεν άνοιξαν όμως το παράθυρο για να παραμείνει διακριτική η παρουσία τους στο δωμάτιό του. Ήταν πάντα ανοιχτό αλλά σπάνια πήγαιναν μόνες τους εκεί χωρίς να υπάρχει ένας ειδικός λόγος σαν αυτόν που τις είχε φέρει. Όταν έφτασαν στο παράθυρο, τα φορέματά τους ενώθηκαν και χωρίς να ακουμπά η μία την άλλη, άγγιζαν το δεύτερό τους δέρμα. Ταυτόχρονα έσκυψαν λίγο το κεφάλι για να δουν στο πεζοδρόμιο. Φαινόταν ίσα ίσα. Το νερό είχε ανεβεί. Ήταν η περίοδος άλλωστε. Κοίταξαν και πιο μακριά. Εκεί είδαν να φεύγει ένας γκοντολιέρης. Μάλλον ήταν το δικό του πέρασμα που είχαν ακούσει. Το καναλέτο φαινόταν ήρεμο. Έβλεπαν ακόμα και τις στάλες της βροχής που έκαναν τους κύκλους τους. Ήταν σταγόνες ουσίας πάνω στον καθρέφτη. Αντανακλαστικά κοίταξαν τον καθρέφτη και χαμογέλασαν. Ήταν το μυστικό τους.