67178 - Τα αόρατα κύματα
Ν. Λυγερός
Το βιολί και το τσέλο είχαν αρχίσει να παίζουν το μέρος τους σαν να το προέβλεπε μία κρυφή παρτιτούρα. Όμως φαινόταν ότι περίμεναν την είσοδο του κλαρίνου. Οι δοξαριές τους ήταν μόνο η προετοιμασία η προκαταρκτική. Έτσι το crescendo με τα legati τους δημιουργούσε μια δυναμική, όχι μόνο αναμονής μοτίβου, αλλά ετοιμότητας δράσης. Και όταν έπαιξε τους πρώτους δακτυλισμούς το κλαρίνο συντονίστηκε αμέσως το τρίο το νυχτερινό. Εκείνο κρατούσε τις νότες που διακοσμούσαν τα έγχορδα για ν’ ακουστεί η άνοιξη που αγκάλιαζε με πάθος τη βελανιδιά που δεν είχε ξεχάσει το άγγιγμα του ιππότη χωρίς πανοπλία πριν από αιώνες. Και η παράξενη χειρολαβή του σπαθιού είχε μεταφερθεί πάνω στο κλαρίνο για να έχει εκείνο το επικό ύφος που υποστήριζαν το βιολί και το τσέλο. Τα τρία όργανα είχαν πλέον ενωθεί για ν’ ακουστεί η αρμονία της μοναξιάς με την αντιστοίχιση του μοναδικού. Οι χορδές του Χρόνου τύλιγαν τα ασημένια κλειδιά της εποχής για να μεταμορφωθεί η πνοή του στομίου σε ήχους καμπάνας. Το βιολί και το τσέλο πίεζαν κάθε μέρος του κλαρίνου γιατί ήξεραν ότι θα μεγάλωνε την ανταπόκρισή του. Ένιωθαν την ανθεκτικότητά του μέσα στα μέτρα και τον διαφορετικό οπλισμό του. Όμως με τον συντονισμό τους δημιουργούσαν τις κινήσεις της απελευθέρωσης. Και το κλαρίνο της ελευθερίας συνέχιζε τον αγώνα της μεταμόρφωσης μέσα στη νύχτα για να φανεί ο ήλιος που θα πετούσε παντού τις σταγόνες φωτός για ν’ ακολουθήσει η ημέρα. Το φαινόμενο ήρθε μέσα στον παροξυσμό των αόρατων κυμάτων και πάνω από τη θύελλα σηκώθηκε ο ήλιος της νύχτας για να φθάσει παντού το φως που έβρεξε τα πάντα με την κορώνα του.