Κατέβηκαν στο λιμάνι της ελευθερίας. Πολλά είχαν αλλάξει μετά από πεντακόσια χρόνια αλλά έβλεπαν μόνο τα αναλλοίωτα. Ένα από αυτά ήταν το κάστρο του Αγίου Νικολάου που συνέχιζε με το βλέμμα του να ελέγχει την είσοδο του λιμανιού. Τόσες φορές είχε παίξει ένα θεμελιακό ρόλο. Αλλά ποιος μπορούσε να φανταστεί την ιστορία που είχε από τα τείχη του; Έβλεπαν τον θρύλο ενώ κοίταζαν την ιστορία. Όλα είχαν γίνει ένα κράμα του χρόνου. Έτσι ήταν δύσκολο για κάποιον που δεν ήξερε να βρει τα συστατικά ακόμα κι αν βρισκόταν δίπλα στην ουσία της ιστορίας. Είχαν καθίσει κάτω από έναν κοσμικό τρούλο δίπλα στην θάλασσα. Έδινε την εντύπωση ενός ουρανού ενώ ήταν δημιούργημα του ανθρώπου. Μέσα στον κοινωνικό θόρυβο άκουγαν ο ένας τα λόγια του άλλου σαν να ήταν ένα μουσικό ντουέτο. Δεν μπορούσαν ακόμα να το πιστέψουν. Ζούσαν μαζί το δώρο της πολυκυκλικότητας. Δεν ήταν απλώς πάνω στην ίδια σκακιέρα αλλά και από την ίδια πλευρά με το ίδιο χρώμα. Θυμήθηκε το σχήμα και το μέγεθος που την είχε ξαφνιάσει πριν την εντυπωσιάσει. Γι’ αυτό χάρηκε όταν τους έφεραν καφέ να πιουν, που είχαν προσθέσει ένα λουκουμάκι στον δικό της. Λες και ήξεραν την αγάπη της για την πολλαπλή χαρά.