73973 - Στο ξενοδοχείο

Ν. Λυγερός

Όταν έφτασε στο ξενοδοχείο, φορούσε ακόμα το μαγιό της. Διέσχισε την είσοδο, προσπέρασε το κλειστό πιάνο και πήγε να καθήσει προς το βάθος. Δεν είχε κόσμο και θα ήταν ήσυχη. Επέλεξε τον καναπέ με τα μαξιλάρια, ήξερε πόσο αναπαυτικός ήταν. Την ώρα που πήγε να καθήσει, κάποιος πέρασε πίσω της, χωρίς όμως να αντιληφθεί ποιος ήταν. Προσπάθησε να τον δει γυρίζοντας το κεφάλι της, μάταια όμως και κάθησε χωρίς να προσέξει πώς ήταν τα μαξιλάρια. Έτσι μόνο όταν ήρθε σε επαφή με το ένα, ένιωσε μια απερίγραπτη χαρά που ταρακούνησε όλο το είναι της. Η φευγαλέα φιγούρα ήταν ακόμα στο μυαλό της και χωρίς να το καταλάβει, τη συνδύασε με το βαθύ χάδι του μαξιλαριού. Σκέφτηκε πόσο πετυχημένη ήταν η ιδέα της να καθήσει εκεί. Η θέση της ήταν ιδανική. Το μαγιό της δεν ήταν πια εμπόδιο. Ήταν άνετη… Τουλάχιστον μέχρι να έρθει κάποιος να καθήσει στον καναπέ που ήταν ακριβώς πίσω της. Εκείνη όμως δεν ήθελε να κινηθεί από τη θέση της. Κατάλαβε ότι έγραφε πάνω σ’ ένα τετράδιο. Άκουγε την πένα του πάνω στο φύλλο. Και την ανάσα του. Αυτός ήταν. Ήταν σίγουρη πια. Το μαξιλάρι το ένιωσε…