75747 - Καταγραφή – Κυπριακές εκλογές – Ένσταση 8

Ν. Λυγερός

Σήμερα το θέμα μας αφορά τη δημοκρατία. Είναι λογικό εμείς που βρισκόμαστε σε χώρες δημοκρατικές να εκφραζόμαστε ελεύθερα για τη δημοκρατία και να την αξιοποιούμε. Σε άλλες χώρες π.χ. στην Κούβα, στη Βόρεια Κορέα, στο Λάος, στο Βιετνάμ, να μην ξεχάσουμε και στην Κίνα, δεν μπορεί να εκφραστεί κάποιος ελεύθερα γιατί πολύ απλά έχουμε μία πολιτική η οποία είναι μονοδιάστατη. Έχουμε μόνο ένα κόμμα, δεν υπάρχει λόγος λοιπόν να φέρουμε υποψήφιους να εκφραστούν ελεύθερα πάνω σε ένα θέμα. Απ’ την άλλη πλευρά λοιπόν, όταν έχουμε αυτήν τη δυνατότητα, είναι παράξενο να μην χρησιμοποιείται. Άρα σε όλες τις ελεύθερες χώρες δημιουργούνται θεσμικά, θα μπορούσα να πω σχεδόν επίσημα, τα λεγόμενα debate. Τα λεγόμενα debate επιτρέπουν σε όλους τους υποψήφιους να εκφραστούν. Υπάρχουν χώρες μάλιστα που χρειάζεται ένα ποσοστό για να μπορείς να εκφραστείς, τουλάχιστον στις δημοσκοπήσεις, όπως είναι η Αμερική, υπάρχουν χώρες που εκφράζονται όλοι, απλώς πρέπει να βρουν μία διαφορετική προσέγγιση γιατί είναι δύσκολο να είναι όλοι ακριβώς στο ίδιο πάνελ, εννοώ σε πρακτικό επίπεδο.Υπάρχουν χώρες, όπως είναι στην Κύπρο, όπου έχει αποφασιστεί να υπάρχουν διάφορα πάνελ και να λειτουργούν ανά τριάδα.Το πρώτο πράγμα που πρέπει να παρατηρήσουμε είναι ότι, όταν το κάνουμε με αυτόν τον τρόπο, αναγκαστικά δίνουμε ένα προτέρημα σε αυτούς που έχουν τις μεγαλύτερες δημοσκοπήσεις γιατί τους βάζουμε μαζί. Πρέπει να καταλάβουμε ότι τεχνικά υπάρχει μια δυσκολία. Γιατί ένας υποψήφιος, που έχει ένα μικρό ποσοστό, μπορεί πολύ εύκολα να καταφέρει να κάνει κινήσεις που να μεγαλώσουν το ποσοστό του, επειδή πετυχαίνει παρατηρήσεις εναντίον ενός υποψηφίου, ο οποίος έχει μεγαλύτερο ποσοστό. Αυτό λοιπόν που βλέπουμε είναι ότι, όταν τα διαχωρίζουμε με αυτόν τον τρόπο, στην πραγματικότητα δίνουμε προτέρημα σε αυτόν που έχει μεγαλύτερο ποσοστό σε σχέση με αυτόν που έχει μικρότερο. Αυτό είναι μια γενική παρατήρηση, που πρέπει να την έχουμε στο μυαλό μας. Το βλέπουμε σε πολλές εκλογικές αναμετρήσεις, δεν είναι ανάγκη να κάνω αναφορές, σε ευρωπαϊκές χώρες ή στην Αμερική είναι πολύ ξεκάθαρο το πλαίσιο. Τώρα, όταν υπάρχει αυτή η διαδικασία που είναι τα debate, ξέρουμε πάνω-κάτω ότι όλοι περιμένουμε να έχουμε αυτές τις εκδηλώσεις, έτσι ώστε να μπορούμε να συγκρίνουμε τους υποψήφιους και να βλέπουμε ποιος έχει τις περισσότερες δυνατότητες ή ποιος έχει τις περισσότερες ελλείψεις κτλ. Γιατί έχουν γίνει σημαντικά τα debate; Το έχουμε δει και από τα γκάλοπ. Η ιδέα ποια είναι; Είναι ότι είναι δύσκολο για τους ανθρώπους να πάνε να κοιτάξουν ένα πρόγραμμα και να δουν τις διαφορές των προγραμμάτων. Τα προγράμματα στην πραγματικότητα φτιάχνονται από τα κόμματα κι όχι απαραίτητα από τον υποψήφιο. Μπορεί μάλιστα ο υποψήφιος να μην εκφράζει καν το δικό του το κόμμα, αλλά να αντιπροσωπεύει μια πλειάδα από κόμματα και κατά συνέπεια, θα μπορούσαμε να πούμε ότι εδώ είναι το παράδοξο, το πρόγραμμα του υποψηφίου δε χαρακτηρίζει απαραίτητα τον υποψήφιο. Άρα το ερώτημα είναι αν εκλέγουμε το πρόγραμμα ή τον υποψήφιο. Αυτό που έχει κάνει ο λαός είναι ότι εκλέγει τον υποψήφιο ανεξαρτήτως του προγράμματος. Αυτό φαίνεται πάλι ένα παράδοξο, γιατί υποτίθεται ότι χάρη στο πρόγραμμα ξέρουμε τι έχει μέσα στο μυαλό του ο υποψήφιος. Ο λαός είναι ακόμα πιο απλός και λέει εγώ δε θέλω να δω τι έχει μέσα στο μυαλό του, θέλω να δω τι έχει έξω απ’ τα δόντια. Πώς εκφράζεται, πώς μιλάει για κάποιο θέμα, το οποίο μπορεί να είναι τοπικό, ολικό, γενικό, εθνικό,πολιτικό, ιδεολογικό, οικονομικό. Και δεν θέλει να μιλάει μόνος του, γιατί όταν μιλάνε μόνοι τους οι πολιτικοί έχουν πάντα δίκιο. Βέβαια εμείς έχουμε πάντα άδικο, γιατί τους ακούμε όταν μιλάνε μόνοι τους. Απ’ τη στιγμή λοιπόν που ακούς έναν πολιτικό να μιλάει μόνος του είναι σαν να είσαι σε μία χώρα, όπου υπάρχει μόνο ένας πολιτικός. Κατά συνέπεια είσαι σε μία χώρα που είναι μη δημοκρατική, γιατί δεν μπορείς να συγκρίνεις. Αυτό που έχει σημασία λοιπόν στη δημοκρατία είναι η δυνατότητα σύγκρισης και όχι η δυνατότητα ακοής ενός υποψηφίου, γιατί έχουμε κι άλλες χώρες, παλιά κοροϊδεύαμε και χώρες όπως ήταν το Ιράκ, στην εποχή του Saddam Hussein, που είχαμε κάτι ποσοστά τρελά και μετά όταν κοιτάζαμε τα ποσοστά, πώς είναι δυνατόν να έχουν τέτοια ποσοστά, καταλαβαίναμε ότι ήταν ο μόνος υποψήφιος, γι’ αυτό είχε τέτοια ποσοστά. Άρα όταν έχουμε απλώς έναν πολιτικό λόγο ο οποίος εκφράζεται μονοδιάστατα και μοναδικά, δεν είναι ένα πλαίσιο που ανήκει στη δημοκρατία. Η δημοκρατία θέλει συζήτηση. Θέλει διάλογο, θέλει θέση, αντίθεση και σύνθεση. Αυτό γίνεται από την αρχαιότητα, από τότε που έχουμε την έννοια της δημοκρατίας, μέσω της συζήτησης. Αυτή η συζήτηση τώρα έχει δομηθεί λίγο διαφορετικά με τα debate, άρα υπάρχει πάντοτε ένας δημοσιογράφος, ο οποίος λειτουργεί και σαν moderator, ο οποίος εκφράζει μερικές ερωτήσεις που μπορεί να είναι από τις δημοσκοπήσεις ή μπορεί να είναι βέβαια και από τον ίδιο τον εαυτό του, αλλά στην πραγματικότητα είναι και αυτός που θα κοιτάξει τον χρόνο που παίρνει κάθε υποψήφιος για να μιλήσει. Μπορεί να είναι ένας δημοσιογράφος, μπορεί να είναι δύο, να είναι όσοι θέλουν. Αυτό που έχει σημασία είναι, να είναι πολύ κοντά στο πλαίσιο της ουδετερότητας. Για ποιον λόγο; Γιατί δεν περιμένουμε απ’ τον δημοσιογράφο να πει κάτι έξυπνο ή κάτι καυστικό, περιμένουμε απλώς να βοηθήσει τον διάλογο μεταξύ των υποψηφίων. Αυτό που παρατηρήσαμε: Υπάρχουν μερικά debate τα οποία δεν έχουν συζητήσεις μεταξύ των υποψηφίων, έχουν συζητήσεις μόνο με τον δημοσιογράφο. Άρα ο καθένας λοιπόν κάθεται και απαντάει στις ερωτήσεις του δημοσιογράφου, μετά πηγαίνει στον επόμενο κτλ. Αυτό δεν είναι debate. Αυτό είναι πολλαπλή συνέντευξη. Άρα στην πραγματικότητα αν το κάνουμε έτσι θα μπορούσαμε να χωρίσουμε τις συνεντεύξεις και να κάνουμε π.χ. , ειδικά για την Κύπρο, μία τριπλή συνέντευξη, όπου κάθε συνέντευξη είναι ανεξάρτητη από αυτά που λέγονται από τις άλλες δύο. Ειδικά όταν έχουμε δημοσιογράφους που προσπαθούν να κάνουν ερωτήσεις, οι οποίες να είναι ισορροπημένες, άρα πάνω κάτω απευθύνονται στον έναν, στον δεύτερο, στον άλλον, με έναν τρόπο ξεχωριστό. Μαθηματικά λειτουργούν σαν δέντρο.Έχουν μόνο κλαδιά. και τα κλαδιά δεν έχουν επαφή μεταξύ τους. Αυτό γιατί έχει ενδιαφέρον; Γιατί φαίνεται να είναι απλό. Αν το κάνουμε αυτό είναι απλώς σαν να πολλαπλασιάζουμε το μονοδιάστατο κόμμα. Πρέπει να υπάρχει λοιπόν μία συνομιλία. Ευτυχώς, επειδή είμαστε Έλληνες, ακόμα κι αν έχει συμφωνηθεί ένα τέτοιο πλαίσιο σ’ ένα debate, δεν μπορούν να κρατηθούν οι υποψήφιοι και κάνουν παρεμβάσεις πάνω στις απαντήσεις των άλλων. Κανονικά θα έπρεπε εμείς ως τηλεθεατές να εκνευριζόμαστε με αυτήν τη συμπεριφορά, αλλά στην πραγματικότητα αυτή η συμπεριφορά είναι η πιο δημοκρατική όταν μιλάμε για υποψήφιους. Εξηγώ το πλαίσιο: Αν ήταν ένα πάνελ με επιστήμονες, όπου πρέπει ο καθένας να δώσει την άποψή του για να έχουμε μια γενική εικόνα για ένα πρόβλημα, και βέβαια δεν θα ήταν καλό να έχουμε τέτοιες παρεμβάσεις γιατί στο τέλος δε θα ξέραμε ποια είναι η άποψη του καθενός. Όταν όμως μιλάμε για πολιτική, όταν αυτή η πολιτική εκδηλώνεται σε αυτό το επίπεδο και θεσμικά, πρέπει να ξέρουμε πώς συνομιλούν μεταξύ τους, πώς αντιμιλούν μεταξύ τους, έτσι ώστε να μπορούμε να δούμε τι θα κάνει αυτός ο πολιτικός, γιατί αυτό που δεν πρέπει να ξεχάσουμε είναι ότι όταν έχουμε έναν πολιτικό στην Ελλάδα που θα είναι ο πρωθυπουργός ή στην Κύπρο που θα είναι ο πρόεδρος, εδώ μιλάμε πιο πολύ για τις κυπριακές εκλογές, άρα μιλάμε για τον πρόεδρο, ο πρόεδρος θα πρέπει να συζητάει με άλλους. Όταν θα έχει συνομιλίες με άλλους, δεν θα έχει απαραίτητα συνομιλίες μόνο με ένα άτομο κι ο άλλος θα μοιάζει σαν δημοσιογράφος. Στην πραγματικότητα θα έχει συνομιλίες που μπορεί να είναι με αρκετούς αρχηγούς κρατών, και θα πρέπει εκεί να μπορεί να απαντάει, μην ξεχνάμε μερικές φορές και σε άλλη γλώσσα, γιατί, επειδή είμαστε στην Κύπρο και στην Ελλάδα δεν είναι απαραίτητα μία γλώσσα με την οποία μπορούν να εκφραστούν σε ένα ευρωπαϊκό πλαίσιο ή στο πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών, γιατί υπάρχουν θεσμικές επιλογές. Άρα θα πρέπει επίσης και με αυτήν την άλλη γλώσσα να είναι άνετος για να μπορεί να συνομιλεί με άλλους και να μπορεί, όχι να επιβάλει την άποψή του, αλλά να μην καταπατηθεί. Όταν είμαστε επίσης μια μικρή χώρα όπως είναι η Κύπρος , ας πούμε ακόμα και μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, εφόσον δεν είναι ακόμα στο ΝΑΤΟ, μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση είμαστε λοιπόν σε μία θέση που είναι αρκετά μικρή, η οποία έχει σημασία γιατί είμαστε μία χώρα, αλλά αν κοιτάξουμε τους ευρωβουλευτές καταλαβαίνουμε ότι, επειδή πάει με τον πληθυσμό, δεν αντιπροσωπεύουμε κάποιον που έχει μια μεγάλη ισχύ τουλάχιστον πληθυσμιακά. Όμως σε επίπεδο πολιτικό έχουμε την ίδια αξία, άρα πρέπει να το αξιοποιήσουμε. Ένας τρόπος να το αξιοποιήσουμε είναι να έχουμε έναν αρχηγό κράτους ο οποίος να μπορεί να εκδηλώνεται και να εκφράζεται, όχι μόνο ελεύθερα, όχι μόνο στρατηγικά αλλά και αποτελεσματικά. Γιατί αυτό που έχει σημασία είναι να περάσει η εθνική ιδέα που θέλει να προωθήσει εκείνη τη στιγμή και να γίνει αποδεκτή από τους άλλους, ειδικά όταν είναι δίκαια. Όλο αυτό το λέμε για να καταλάβουμε ότι το debate για μας δεν είναι μόνο σημαντικό για να αρπάξουν μερικούς πόντους στις δημοσκοπήσεις οι υποψήφιοι. Για μας είναι σε πρώτη φάση σαν να είναι ένα benchmark και μετά κάνουμε κι ένα crash test. Όταν λοιπόν κάποιος θέλει να αγοράσει ένα αυτοκίνητο και ρωτάει, πόσα crash test έχουν γίνει πάνω σε αυτό το αυτοκίνητο, αν ο πωλητής πει “κανένα” θα έχει ενδιαφέρον να δούμε τι θα πει ο πελάτης. Αν ο πωλητής πει “μόνο μερικά” θα πρέπει το αυτοκίνητο να είναι πολύ μεγάλης αξίας. Αν είναι μικρής αξίας θα πρέπει να είναι πάρα πολλά. Αυτό το λέω λοιπόν επειδή είναι αντικειμενικό. Τώρα θα μου πείτε ότι δεν επιλέγουμε αυτοκίνητα, επιλέγουμε ανθρώπους. Είναι ακόμα χειρότερο, γιατί είναι πιο εξελιγμένοι, πρέπει να παίρνουν πολλές αποφάσεις σε δύσκολες συνθήκες με πίεση και να δούμε πώς συμπεριφέρονται. Ρωτάω τώρα, αν πρέπει να μπουν σε μια υπηρεσία π.χ. όπως είναι το Υπουργείο Εξωτερικών ή μπορεί να είναι ακόμα υπηρεσίες πιο κλειστές, δεν έχουμε τα λεγόμενα interviews; Εκεί πέρα δεν ασκούμε πιέσεις και ρωτάμε τον υποψήφιο μερικά πράγματα που τον βάζουν σε δύσκολη θέση για να δούμε πώς θα αντέξει όταν είναι στην υπηρεσία του; Εδώ είναι πάνω-κάτω το ανάλογο. Αν δεν χρησιμοποιείται αυτή η ιδέα, θέλει να πει ότι δεν είμαστε σε ένα πλαίσιο δημοκρατίας. Αν δεν χρησιμοποιείται, γιατί για κάποιο λόγο κάποιος προτιμάει να μην εκδηλωθεί ή να μην εκφραστεί ελεύθερα, είναι κι αυτό δικιά του άποψη, δικιά του βούληση, αλλά κι αυτό θα πρέπει να μετρηθεί, γιατί καταλαβαίνουμε ότι αποφεύγει κάτι. Τώρα τι αποφεύγει, μπορεί να είναι πολιτικό, μπορεί να είναι ιδεολογικό, μπορεί να είναι ανθρώπινο. Υπάρχουν μερικοί άνθρωποι δηλαδή που δεν τους αρέσουν τόσο πολύ οι συγκρούσεις, αυτοί όμως που δεν τους αρέσουν πολύ οι συγκρούσεις δεν είναι αποτελεσματικοί για πρόεδροι. Υπάρχουν άλλοι άνθρωποι που δεν τους αρέσει να έχουν άδικο και θέλουν να έχουν πάντα δίκιο. Είναι πάρα πολύ δύσκολο γιατί όταν είσαι πρόεδρος πρέπει να υποστείς κι ένα κόστος που προέρχεται από υποθέσεις που δεν σε αφορούν αρχικά, αλλά επειδή πήρες τη θέση και είσαι ο διάδοχος, πρέπει να τις διαχειριστείς. Δεν νομίζω ότι οι Γερμανοί μετά το ναζιστικό καθεστώς ήθελαν να διαχειριστούν τα προβλήματα που είχαν προκαλέσει οι Ναζί. Κι όμως τα διαχειρίστηκαν, αλλά ήξεραν ότι είχαν άδικο κι έπρεπε μετά να βρουν μια καλύτερη λύση μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο. Πάνω- κάτω είναι αυτό που λέμε στη στρατηγική, δεν παίζουμε με τις ιδανικές συνθήκες που μας συμφέρουν, παίζουμε με τα δεδομένα της εποχής. Αν λοιπόν τα δεδομένα της εποχής είναι δύσκολα, πρέπει να δούμε πώς παίζουμε με αυτές τις δυσκολίες. Π.χ. άμα υπάρχει κάποιος που πρέπει να διαχειριστεί μια μεγάλη πυρκαγιά στη χώρα του τι θα πει; Προτιμώ να μην έρθω στο πάνελ για να μην έχω να εκφραστώ για το γεγονός ότι υπάρχει αυτή η πυρκαγιά κι απλώς θα δούμε πότε θα τη σβήσουν οι άλλοι. Δεν γίνεται αυτό, γιατί άμα το κάνεις αυτό, μετά καλύτερα να σου βγει το μάτι. Άμα το δούμε με αυτό τον τρόπο, πρέπει να καταλάβουμε ότι αυτό που γίνεται σε ένα debate είναι η διαχείριση του ανθρώπινου δυναμικού σε μια κατάσταση που δεν είναι εντελώς της κρίσης αλλά έχει μια προσομοίωση. Όταν βλέπουμε λοιπόν ποιος μπορεί ν’ αντεπεξέλθει καλύτερα σ’ αυτές τις προσομοιώσεις, στην πραγματικότητα μας δίνει αυτό ενδείξεις για το τι θα κάνει όταν θα βρεθεί σε μία κρίση της πραγματικότητας κι όχι μια θεωρητική. Αν μερικοί από εμάς δεν έχουν καταλάβει τι σημαίνει μία κρίση της πραγματικότητας, αρκεί να κοιτάξουν πώς πρέπει να συμπεριφερθεί ο Πρόεδρος της Ουκρανίας μέσα στην κρίση. Δεν μπορούμε να πούμε ότι την έχει επιλέξει αυτός. Πώς πρέπει να συμπεριφερθεί ο Πρόεδρος της Taiwan μέσα στην κρίση. Πρέπει να πάρουν θέσεις. Πρέπει να απαντήσουν σε δύσκολα ερωτήματα, πρέπει να μην καταπατηθούν και πρέπει να εκφράσουν έναν λόγο, ο οποίος δίνει ιδέες για το μέλλον, προτείνει ένα όραμα και ανεβάζει το ηθικό των δικών τους. Όταν το βλέπουμε με την Αμερική, τώρα που έχουμε τον Πρόεδρο Biden, πάνω κάτω πρέπει να κοιτάξουμε κάθε έκφραση που έχει χρησιμοποιήσει πάνω σ’ οποιοδήποτε θέμα πάνω στον κόσμο επειδή είναι Αμερική. Πρέπει να προετοιμαστεί, πρέπει λοιπόν να ξέρει πώς θ’ απαντήσει και πρέπει να έχει την ικανότητα ν’ αντεπεξέλθει σε δύσκολες συνθήκες. Εμείς λοιπόν και για την Κύπρο αυτό που ζητάμε είναι ότι πρέπει να έχουμε όχι υποψήφιους που μπορεί να θέλουν ό,τι θέλουν, αλλά θέλουμε να δούμε μέσα στους υποψήφιους τον μελλοντικό Πρόεδρο. Άρα δεν αξιολογούμε τους υποψήφιους για την υποψηφιότητά τους, αλλά για την ικανότητά τους να είναι Πρόεδροι.