Η μικρή κούπα δεν είχε αντιληφθεί πόσο βαθιά την είχε μεταμορφώσει. Διότι τώρα ήταν πια ορατή και μάλιστα φωτεινή. Είχε μέσα της το φως του και τώρα κάθε άνθρωπος μπορούσε να τη δει. Και με αυτόν τον τρόπο άρχισε η διάδοση. Έτσι κατάλαβε πόσο σημαντική ήταν. Δεν ήταν πια ένα αόρατο αντικείμενο αλλά μία φωτεινή προσφορά στο κέντρο του τραπεζιού. Τώρα τραβούσε την προσοχή καθενός. Μάλιστα όταν καθόντουσαν στο τραπέζι, το κέντρο του ήταν πάντα φωτισμένο. Έτσι διάβαζαν ακόμα πιο ευχάριστα το βιβλίο που είχε πάνω ένα σπαθί, ένα ιερό σπαθί. Αυτό ήταν δερματόδετο για να προστατέψει την ουσία. Βοηθούσε τη βοήθεια ενώ τόσο καιρό πίστευε ότι είναι εντελώς ασήμαντη. Αλλά σε αυτή την βιβλιοθήκη είχε γίνει το πιο φωτεινό σημείο. Σαν να ήταν η ψυχή της. Και αυτή είχε ανακαλύψει ο μικρός δωδεκάχρονος όταν πρωτομπήκε στο βασίλειο των βιβλίων. Εκείνη όμως δεν ήξερε τον ρόλο του. Δεν είχε φανταστεί ότι η υπεροχή του θα έπλαθε τη μεγαλοψυχία της που ξεχείλιζε από το σώμα της. Αλλά αυτό είχε γίνει. Και το είχε κάνει αυτός, την ημέρα του θαύματος.