78306 - Κρυφή γευσιγνωσία

Ν. Λυγερός

Όταν τα γλυκά έπρεπε να βγουν από τον φούρνο, πάντα τον φώναζε για να δει το θέαμα. Και αυτός πήγαινε πάντα, ό,τι και να έκανε εκείνη τη στιγμή. Έμοιαζε με βασιλική χάρη. Κι ήθελε κι αυτός να δει τη χαρά της όταν θα τον κοίταζε στα μάτια για να πει την αλήθεια. Δεν ήταν δύσκολο, γιατί ήταν πάντα πετυχημένοι οι κουραμπιέδες και τα μελομακάρονα. Η μόνη δυσκολία ήταν η αναμονή μετά τον φούρνο. Κι ήταν διπλή η δυσκολία.  Έκαιγαν κι έπρεπε να μείνουν για τους αόρατους καλεσμένους που δεν έρχονταν. Ήταν πάντα μόνοι, αλλά πάντα έκανε και για τους άλλους.  Ήταν η παράδοση. Έτσι δεν έπρεπε να τα φάνε όλα. Αυτό ήταν το μόνο πρόβλημα αυτής της διαδικασίας. Αλλά ήξερε ότι όταν θα πήγαιναν στο καθιστικό χωρίς να φάνε ούτε ένα, θα έβγαζε μερικά από την ποδιά της, που είχε κρατήσει κρυφά από όλους, όταν θα καθόταν στην πολυθρόνα που χωρούσαν ίσα ίσα. Αυτή η μοιρασιά μετά την υπέρβαση τούς επέτρεπε να είναι χαρούμενοι μέσα στη νύχτα, δίπλα στη σόμπα που πάλευε να τους ζεστάνει, αλλά είχαν τα εφόδιά τους και αυτά ήταν γλυκά.