Θέλουμε να μιλήσουμε για την αντιμετώπιση της ενδοοικογενειακής βίας. Πριν όμως κοιτάξουμε αυτό το σύμπλεγμα, αυτές τις τρεις λέξεις, θα καταλάβουμε τι σημαίνει η καθεμία. Ας αρχίσουμε λοιπόν με την οικογένεια που φαίνεται να είναι τι πιο γνωστό σε όλους. Η οικογένεια δεν πρέπει και στα θέματα της βίας να θεωρείται ότι είναι ένα σύνορο, το οποίο δεν παραβιάζεται. Άρα όταν λέμε ότι είμαστε μέσα στην οικογένεια, είναι απλώς για ν’ ασχοληθούμε μ’ ένα συγκεκριμένο θέμα. Μπορεί να υπάρχει κάτι που να γίνεται μέσα στην οικογένεια, αλλά να οφείλεται σ’ έναν εξωτερικό παράγοντα. Όταν λέμε λοιπόν ενδοοικογενειακή βία, εννοούμε ότι είναι αποκλειστικά μέσα στην οικογένεια. Άρα είναι ένας κλειστός κόσμος. Δεν μιλάμε πια για την κοινωνία ολόκληρη, αλλά μιλάμε μέσα στον πυρήνα που είναι η οικογένεια. Σ’ αυτόν τον πυρήνα δεν υπάρχει ούτε καν το σχολείο. Άρα αυτός ο κλειστός πυρήνας, κανονικά, παραδοσιακά, θεωρείται ως ένας πυρήνας ασφάλειας. Παρέχει μια ασφάλεια σε σχέση με τις εξωτερικές παρεμβάσεις. Έχουμε τον πατέρα και τη μητέρα που προστατεύουν τα παιδιά από οτιδήποτε μπορεί να εμφανιστεί απ’ έξω. Μερικές φορές όμως έχουμε εσωτερικές τριβές, όπως έχουμε στα δυναμικά συστήματα. Σ’ αυτές τις εσωτερικές τριβές πρέπει να σκεφτούμε λίγο διαφορετικά τα δεδομένα. Δεν είναι πια μια παρέμβαση, είναι πρώτ’ απ’ όλα μια τριβή. Δηλαδή είμαστε σ’ έναν κλειστό κόσμο, που οι άνθρωποι είναι συχνά μαζί και παρατηρήσαμε π.χ. και με τη φάση της πανδημίας, ότι επειδή αναγκάζονταν οι οικογένειες να ζήσουν περισσότερο από το κλασικό κλειστά, είχαμε αύξηση της βίας. Γιατί, ακόμα κι όταν βάζεις ανθρώπους που αγαπιούνται, όταν είναι συνεχώς μαζί, έχουν τριβές.
Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι ένας τρόπος να αντιμετωπίζουμε την ενδοοικογενειακή βία, είναι να σκεφτούμε, αν σ’ αυτήν την οικογένεια, με την οποία ασχολούμαστε, υπάρχει εσωτερικός χώρος για κάθε άτομο που την αποτελεί. Κάτι που είναι απλό π.χ., είναι αν υπάρχει δωμάτιο για τον καθένα, όπου μπορεί να απομονωθεί και να πει ότι αυτός είναι ο δικός του χώρος στον οποίο νιώθει μια ασφάλεια και μετά έρχεται σ’ επαφή με τους άλλους. Άρα βλέπουμε ότι μπορούμε τώρα να πούμε ότι υπάρχει πρώτα η μονάδα του ατόμου. Το άτομο ζει μόνο του ή είναι απαραίτητα με 3-4 αδέλφια στο ίδιο δωμάτιο, που αυτό μπορεί να είναι εκρηκτική προϋπόθεση. Άρα, αν υπάρχει ένα τέτοιο θέμα, το πρώτο πράγμα που κοιτάζουμε σε επίπεδο της αντιμετώπισης είναι, αν υπάρχει αυτή η δυνατότητα να υπάρχουν πιο στενοί χώροι, όπου μπορεί να υπάρχει μια επιλεγμένη απομόνωση για να ξαναβρεί το σύστημα μια ισορροπία. Π.χ. έχουμε μια τριβή στο τραπέζι της οικογένειας. Ένα κλασικό παράδειγμα: Υπάρχει μια τριβή εκεί πέρα και σου λένε να πας στο δωμάτιό σου. Στην πραγματικότητα είναι ένας βαθμός ελευθερίας που χρησιμοποιείται για να εκτονωθεί το σύστημα. Όταν βρισκόμαστε σε μια οικογένεια, όπου όλοι ζουν σ’ ένα στούντιο κι είναι ο ένας πάνω στον άλλον, δεν ξαφνιαζόμαστε όταν υπάρχουν πολύ περισσότερες τριβές. Δεν λέμε τώρα ότι απομόνωση είναι να είσαι εντελώς σε μια ερημιά. Άρα έχουμε υπομονάδες της οικογένειας ή θεωρούμε ότι η οικογένεια είναι μία μονάδα μόνο; Σε αυτές τις υπομονάδες έχει δικαίωμα ελευθερίας ο έφηβος; Ή είναι απλώς υποσύστημα; Για το σπίτι, ένα υπνοδωμάτιο, ένα δωμάτιο, ένα δεύτερο δωμάτιο. Σ’ ένα σπίτι υπάρχει ένα σαλόνι, υπάρχει μία τραπεζαρία, αλλά υπάρχουν πολλά δωμάτια. Άμα αποφασίσεις ότι το σαλόνι είναι το πιο σημαντικό, τότε δεν θα έχεις πια τραπεζαρία, θα έχεις υποσαλόνι, το οποίο δεν είναι σωστό. Μπορεί να θεωρήσεις ότι η κουζίνα είναι απλώς ένα υποσύστημα της τραπεζαρίας, επειδή εκεί πέρα θα φάμε. Είναι καλό η κουζίνα να υπάρχει από μόνη της, να μπορούν οι άνθρωποι να τρώνε και στην κουζίνα, άρα να έχει μία αυτονομία.
Μέσα σ’ αυτό το σύστημα οι μονάδες, που είναι ουσιαστικά υποσυστήματα του συστήματος, έχουν μια ελάχιστη αυτονομία; Άμα δεν έχουν καμία αυτονομία, θα αναζητήσουν ανεξαρτησία, γιατί θα θεωρούν ότι είναι σε πλαίσιο καταπάτησης. Άρα πρέπει να έχουμε αυτόνομες μονάδες, για να είμαι πιο συγκεκριμένος και μπορεί και πιο απλός, όπως τα δάκτυλα του χεριού. Το κάθε δάκτυλο είναι αυτόνομο, αλλά δεν είναι ανεξάρτητο. Δεν πάει το δάκτυλο όπου να είναι και δεν έχει καμία σχέση με το χέρι. Εκεί που είναι το χέρι, ναι, αλλά έχει μία αυτονομία. Δεν είναι δεμένα. Μόνο όταν έχουμε ένα σπασμένο δάκτυλο που το δένουμε με το διπλανό για να μπορούμε να το ενισχύσουμε. Ένα πρώτο ερώτημα μέσα στο ενδοοικογενειακό είναι αν υπάρχει πλαίσιο απομόνωσης, αν υπάρχει πλαίσιο αυτονομίας, αν υπάρχει σύστημα το οποίο είναι δυναμικό ή θεωρείται σκληροπυρηνικό και πάνω κάτω οι γονείς έχουν το πάνω χέρι και τα παιδιά μόνο το κάτω χέρι. Και μετά υπάρχει απόλυτη ιεραρχία; Δηλαδή τα παιδιά όταν θα είναι αδέλφια, ο πιο μεγάλος έχει πάντα δίκαιο, ο δεύτερος έχει λιγότερο δίκαιο μέχρι τον τρίτο που δεν έχει καθόλου δίκαιο; Είναι λοιπόν τα δικαιώματα του καθενός. Τα δικαιώματα του καθενός μέσα σε ένα πλαίσιο αυτονομίας μερικές φορές μπορεί να είναι απλώς το δωμάτιο. Πόσες φορές ακούμε τη φράση “συγύρισε το δωμάτιό σου”; Αν όμως φτάσουμε στο επίπεδο “συγύρισε το σαλόνι” εδώ τώρα κινδυνεύει όλη η οικογένεια. Δεν είναι πια κάτι το τοπικό. Άρα το δωμάτιο θα έχει μια τακτική διαχείριση. Η οικογένεια όλη θα είναι μια στρατηγική διαχείριση. Άμα το κοιτάξουμε τώρα σαν ένα πλαίσιο της θεωρίας παιγνίων έχουμε παίκτες που έχουν συμπεριφορές και πρέπει να δούμε αν υπάρχει μια ισορροπία. Μήπως αυτό που ονομάζουμε οικογένεια είναι η ισορροπία; Αλλά είναι μια ισορροπία του τύπου Nash χωρίς συνεργατικό πλαίσιο ή του τύπου Pareto με συνεργασία. Γιατί τότε έχουμε δύο διαφορετικές οικογένειες. Η μία είναι εντελώς διαλυμένη αλλά παραμένει, τουλάχιστον φαινομενικά, οικογένεια, ενώ η άλλη έχει μια συνέργεια. Για να φτάσει στη συνέργεια πρέπει τουλάχιστον να υπάρχει συνεργασία. Άρα τώρα έχουμε πει μερικές έννοιες μέσα στην οικογένεια: Αυτονομία, συνεργασία, συνέργεια, συμπεριφορά.
Τώρα μπαίνουμε στο πλαίσιο της βίας. Η βία είναι κάτι που θα χτυπήσει τις δομές για τις οποίες μιλήσαμε τώρα. Άρα ουσιαστικά θα είναι μία παρεμβολή σε μία ισορροπία, η οποία είναι επιτρεπτή ή όχι; Και βέβαια δεν είναι άμα είμαστε σε ένα πλαίσιο νομοθετικό, γιατί υπάρχει και μια προστασία του ανθρώπου, όπως υπάρχει και προστασία της γυναίκας, όπως υπάρχει και προστασία του παιδιού. Εδώ υπάρχουν δικαιώματα. Δικαιώματα του ανθρώπου, δικαιώματα της γυναίκας, δικαιώματα του παιδιού. Είναι καλό ο καθένας να ξέρει ποια είναι τα δικαιώματά του και ποια είναι τα όρια των δικαιωμάτων του. Άρα, λέω απλώς ότι άμα το βλέπουμε με αυτόν τον τρόπο, όταν θα εξετάσουμε την ενδοοικογενειακή βία, ένας τρόπος να την αντιμετωπίσουμε δεν είναι απλώς να πούμε στοπ, γιατί την επόμενη ημέρα επανέρχεται. Άρα πρέπει να συλλάβουμε αυτήν την ιδέα ότι είμαστε πιο πολύ σε ένα μοντέλο του τύπου ποταμού. Ο ποταμός πηγαίνει πάντοτε προς τη θάλασσα, αυτό είναι το φυσιολογικό, απλώς μπορούμε να τον κάνουμε να περάσει από μερικά σημεία, επειδή θα βάλουμε μερικές στρατηγικές πέτρες. Η κατάληξη θα είναι η ίδια. Όμως το μονοπάτι θα είναι διαφορετικό. Εδώ λοιπόν έρχεται το θέμα της επίλυσης και της αντιμετώπισης. Μπορούμε να βάλουμε μερικούς φραγμούς, μερικά φράγματα, μερικά κανάλια, τα οποία θα τροποποιήσουν την πορεία του ποταμού; Όταν λέμε απλώς στοπ υπονοούμε ότι ο ποταμός μπορεί να έρθει πίσω. Μα δεν επιστρέφει πίσω ο ποταμός. Ο ποταμός έχει μια ροή. Αυτή η ροή δεν σταματάει. Το θέμα είναι ποια κατεύθυνση παίρνει. Άρα, όταν το βλέπουμε σαν αντιμετώπιση, πρέπει πρώτα να έχουμε μία διάγνωση, δηλαδή να έχουμε πραγματικά τα δεδομένα, επί της ουσίας της οικογένειας, αυτό δεν μπορούμε να το έχουμε μόνο από ένα άτομο, πρέπει να το δούμε συλλογικά. Όταν το βλέπουμε συλλογικά πρέπει μετά να ερευνήσουμε αν υπάρχει συνοχή. Δηλαδή λένε τα ίδια οι μεν και οι δε για το ίδιο γεγονός; Άμα λένε ακριβώς τα ίδια, τότε το παίγνιο είναι στημένο. Άμα λένε πράγματα που μοιάζουν, τότε το παίγνιο είναι φυσιολογικό. Άμα λένε πράγματα που δεν έχουν καμία σχέση το ένα με το άλλο, τότε είμαστε σε μία σχιζοφρενική υπόθεση, όπου ο καθένας ζει στον κόσμο του κι ερμηνεύει τα πράγματα με τον δικό του τρόπο. Άρα η αντιμετώπιση πρέπει να βασίζεται στις ανθρώπινες σχέσεις.
Κοιτάζουμε πολύ τους ανθρώπους κι ελάχιστα τις σχέσεις. Ένας έφηβος είναι άνθρωπος ή δεν είναι; Γιατί άμα ένας έφηβος είναι απλώς υπό εξάρτηση ενός ενήλικα, έχουμε ένα θέμα. Άρα αυτή η αυτονομία για την οποία μιλούσαμε πριν είναι ότι έχει μία αυτονομία σκέψης, έχει ιδέες, μπορεί να συμβάλλει στην πορεία της οικογένειας και τελικά να παίξει έναν ρόλο σημαντικό. Όταν το βλέπουμε σε διαφορετικούς πολιτισμούς, π.χ συχνά στην Κίνα, αυτός που είναι ο πρώτος της οικογένειας στα παιδιά, ουσιαστικά έχει ένα όνομα που αναφέρεται στους μεντεσέδες. Η ιδέα είναι, ότι είναι το στήριγμα της οικογένειας. Δεν είναι απαραίτητα ο πρώτος το στήριγμα της οικογένειας. Έχουμε οικογένειες που η σειρά αλλάζει. Άρα πρέπει λοιπόν να είμαστε πιο ευέλικτοι στην ιεραρχία και να μην κοιτάζουμε μόνο τη χρονολογική σειρά των μελών. Όταν μπαίνουμε σε μία ομάδα, που μπορεί να είναι ακόμα και η Ευρωπαϊκή Ένωση, δεν κοιτάζουμε κάθε φορά πότε έγινε η ένταξη του καθενός την ώρα που υπάρχει μια ψηφοφορία. Άρα, οι νέες μονάδες πώς ενσωματώνονται και μετά πώς γίνεται αυτή η καταπάτηση επί του πρακτέου. Είναι βία η οποία αφήνει ίχνος; Η βία που αφήνει ίχνος είναι η πιο εύκολη γιατί μπορεί να είναι ο ξυλοδαρμός. Πρέπει όμως να κοιτάξουμε και την βία την ψυχολογική, η οποία δεν εντοπίζεται γρήγορα και πρέπει να υπάρχουν ειδικοί για να καταλάβουν ότι υπάρχει ένα θέμα. Είναι αυτό που βλέπουμε και με πιο μικρούς όταν τους βάζουμε, ας πούμε, να ζωγραφίσουν μία οικογενειακή κατάσταση και βλέπουμε από την ζωγραφιά τους ότι κάτι δεν πάει καλά. Ενώ όταν τους ρωτάμε προφορικά θεωρούν ότι είναι όλα φυσιολογικά. Άρα εδώ είναι πάλι το ίδιο. Ο έφηβος επειδή αποκτά νέα στοιχεία επικοινωνίας δεν λειτουργεί απαραίτητα στο ίδιο πλαίσιο. Πρέπει μετά να δούμε η δικιά του νοημοσύνη είναι πιο πολύ οπτική, ακουστική, πιο πολύ της κίνησης; Πώς θα μιλήσει για αυτό που αντιμετωπίζει; Μετά, ξέρει τι είναι το κλασσικό; Το φυσιολογικό; Ή θεωρεί ότι η κατάσταση στην οικογένειά του είναι το παράδειγμα του φυσιολογικού; Γιατί τι μπορεί να γίνει σε επίπεδο ψυχολογικό; Στην πραγματικότητα ο έφηβος θα κάνει μια αυτόματη προβολή λέγοντας ότι αυτό που ζω μέσα στην οικογένειά μου είναι αυτό που ζει ο καθένας στην οικογένειά του. Όταν θα έρθει σε επαφή με άλλους έφηβους θα κάνει συγκρίσεις. Όταν θα αλλάξει σπίτι, θα είναι καλεσμένα τα παιδιά, θα πηγαίνουν ο ένας στο σπίτι του άλλου, εκεί πέρα βλέπει άλλα μοντέλα. Ποιο είναι το μοντέλο που είναι το πιο λειτουργικό; Ποιο είναι το μοντέλο που είναι το πιο ουσιαστικό; Άρα όταν τα δούμε όλα αυτά καταλαβαίνουμε ότι δεν έχει τεράστια σημασία μόνο το πρόβλημα αλλά η διάγνωση του προβλήματος στην αντιμετώπιση.
Η ενδοοικογενειακή βία δεν έχει μέσα της διάγνωση γιατί απλώς εκφράζει διαφορετικές προσεγγίσεις της συμπεριφοράς των ατόμων σε έναν κλειστό κύκλο. Η αντιμετώπιση όμως πρέπει να δει αν υπάρχουν τριβές μεταξύ των κορυφών της οικογένειας οι οποίες οφείλονται στις σχέσεις που έχουν αναπτύξει τα άτομα εντός της οικογένειας. Αν υπάρχει ξαφνικά μία εξωτερική παρέμβαση που μπορεί να είναι η μόδα, σκεφτείτε μερικές φορές τους τσακωμούς που έχουμε μόνο για το ρουχισμό, δεν πάω πιο πέρα. Μετά, όταν μιλάμε για το θέμα της βίας, ίχνος και χωρίς ίχνος. Άρα το πρώτο πράγμα που πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας είναι ότι η βία αφήνει πάντα ίχνος το οποίο όμως είναι αόρατο όταν δεν είναι φυσικό και είναι μόνο πνευματικό. Το ίχνος υπάρχει όμως. Το ερώτημα έχει ως εξής: αυτός που εντοπίζει το πρόβλημα, και υπάρχει ένα ωραίο μοντέλο, θέλω να φανταστείτε ας πούμε έναν κορμό όπου έχουν μπει διάφορα καρφιά και έρχεται κάποιος και βγάζει τα καρφιά, οι τρύπες παραμένουν. Αυτός έχει την εντύπωση ότι έχει λύσει το πρόβλημα. Όχι, έχει απλώς βγάλει τα καρφιά. Το πρόβλημα είναι πώς έχει διαμορφωθεί το ξύλο με αυτήν την παρέμβαση τη συνεχόμενη. Λέμε λοιπόν ότι αυτό που έχει σημασία είναι να δούμε το ντουέτο: θύμα – θύτης. Γιατί έχουμε ένα άλλο πρόβλημα που θα εμφανιστεί μέσα στην οικογένεια. Θα εμφανιστεί το σύνδρομο της Στοκχόλμης. Άρα η δυσκολία που υπάρχει για έναν θεσμό είναι πώς εγώ θα κάνω μία παρέμβαση για ενδοοικογενειακή βία όταν αυτός που την έχει υποστεί λέει: “Εγώ φταίω, εγώ την προκάλεσα και είναι λογικό να το υποστώ. Άλλωστε μόνο με αυτόν τον τρόπο θα εξελιχθώ.” Γιατί, π.χ. ο ρόλος της αστυνομίας σε αυτήν την ενδοοικογενειακή βία πώς χαρακτηρίζεται; Ως μία εξωτερική παρέμβαση. Ως εξωτερική παρέμβαση είναι θετική για την οικογένεια; Είναι ενισχυτική; Προκαλεί μία διευκόλυνση ή οξύνει την κατάσταση; Άρα η ιδέα είναι αυτή η παρέμβαση να γίνεται με έναν έξυπνο τρόπο έτσι ώστε να αφοπλίζει την θύτη, να ενισχύει το θύμα και να βγάζει το σύνδρομο της Στοκχόλμης από το θύμα όταν αυτό είναι υπαρκτό.
Χρειαζόμαστε λοιπόν τουλάχιστον τρία πράγματα και αυτά να γίνουν με έναν ομαλό τρόπο που να μην προκαλέσει ένα μεγαλύτερο ψυχολογικό τραυματισμό λόγω της παρέμβασης. Δίνω ένα παράδειγμα για να είναι πιο απλό. Φαντάσου ότι έχεις ένα σπίτι που βλέπεις ότι καπνίζει λίγο, δεν πας καν να κοιτάξεις τι καπνίζει, παίρνεις την πυροσβεστική και βάζουν νερό παντού. Μετά λοιπόν όταν ανοίγεις το σπίτι, βλέπεις ότι έχουν χαλάσει τα πάντα, έχει πλημμυρίσει όλος ο χώρος και τελικά ήταν απλώς κάποιος που κάπνιζε. Ρωτάω τώρα: ποιος φταίει που χάλασαν όλα τα αντικείμενα του σπιτιού; Τι προσπαθώ να πω: Η παρέμβαση πρέπει να είναι στο μέτρο του προβλήματος. Δεν μπορεί επειδή υπάρχει ένα μικρό πρόβλημα να έρθει μία παρέμβαση που θα προκαλέσει ένα πολύ μεγαλύτερο. Άρα ουσιαστικά έχουμε μία ανταπόκριση στο πρόβλημα. Η επίλυση δεν πρέπει να προκαλεί μεγαλύτερα προβλήματα από την επίλυση του προβλήματος του αρχικού. Άρα ουσιαστικά η παρέμβαση είναι μία χειρουργική επέμβαση που πρέπει να γίνεται αφήνοντας το ελάχιστο ίχνος της παρέμβασης. Αυτό είναι δύσκολο. Άρα είναι εύκολο να έχουμε προβλήματα σε έναν κλειστό κόσμο, είναι δύσκολο να τα λύσουμε επειδή είναι κλειστός ο κόσμος.