79966 - Όταν ήπιαν το χιόνι

Ν. Λυγερός

Όλα τα βιβλία είχαν ξαναβρεί τη θέση τους στις βιβλιοθήκες του Χρόνου για να επιστρέψει η χαρά που περίμενε η μεταχαρά. Μπορούσαν να δουν πια την ομορφιά σε ετοιμότητα απόλαυσης, γιατί το αποτέλεσμα έπρεπε να προκαλεί την ίδια χαρά και την ίδια απόλαυση για να υπάρχει η συνέχεια για τις ψυχές. Έτσι σκέφτηκε το κράμα της φωτεινής εικόνας που δεν κρύβει τίποτα και του ψιθυριστού ήχου που λέει τα πάντα για να υπάρχει ταυτόχρονα η θέα κι η αγκαλιά για να φαίνεται το σώμα και ν’ ακούγεται η ψυχή που ξεχειλίζει για να γίνει απόλαυση ομορφιάς η χαρά και να προκαλέσει τη μεταχαρά της επόμενης ημέρας. Έτσι και το πιάσιμο ήταν μια προτροπή σαν μια αναφορά στα έργα των Bach και Escher που παίζουν με την αυτοαναφορά. Διότι το χέρι του άλλου είναι και το δικό σου αφού είμαστε το Ένα και δεν υπάρχουν τα εγώ. Έτσι η μοιρασιά είναι απτή. Δεν είναι μόνο δίνω, αλλά δίνομαι. Δεν δίνω κάτι, αλλά δίνομαι, επειδή το μόνο που έχω είναι μόνο αυτό που είμαι δηλαδή η ψυχή. Αυτό έδειχνε η ουσία ως ψυχή που ξεχείλιζε. Έτσι ήπιαν το χιόνι.