Η πτήση του αετού ακολούθησε το ρεύμα μέσα στη χαράδρα για να πάει όσο πιο βαθιά γινόταν. Εκεί όπου κανείς άλλος δεν είχε τολμήσει γιατί ήταν ο μόνος που μπορούσε να πετάξει στην τριπλή χαράδρα ταυτόχρονα και ν’ αγγίξει με τα φτερά του ακόμα και τις σταγόνες που ξεφεύγουν από την ιερή υδρορροή όταν στάζουν οι ψυχές. Η ταχύτητά του τού επέτρεπε να ξεπεράσει το τριπλό ρεύμα έτσι άγγιζε και το παρελθόν του αφού ο Χρόνος ήταν τρικέφαλος… Ήταν σαν να είχε πιάσει ένα τρίχορδο όργανο και να παίζει όχι μόνο στις τρεις χορδές αλλά να παράγει και συγχορδίες που δεν ανήκουν σε καμία γιατί εκ φύσης ζουν με την Τριάδα και τίποτα λιγότερο λόγω υπόστασης. Αυτό το θαύμα ζούσαν οι ψυχές. Αυτό το θέμα έβλεπε κι η Ισλανδία. Δεν άγγιζε μόνο μία Σάγκα αλλά τρεις ταυτόχρονα για να δει τις διαφορές αλλά και τον πυρήνα τους, δηλαδή αυτό το στοιχείο που δεν επέτρεψε τον αφανισμό της παράδοσης από τις εισβολές των βαρβάρων. Διότι η ουσία είχε παραμείνει ζωντανή χωρίς να επηρεαστεί από τον θόρυβο. Η μαχητικότητά του δεν ήταν κατανοητή ακόμα και στις σχέσεις γιατί λειτουργούσε μόνο με δεσμούς και τίποτα λιγότερο. ‘Ακουγες με τα δάκτυλα τον ρυθμό και με τους δακτυλισμούς τη μελωδία. Το πνεύμα χτυπούσε το νταούλι κι η σκέψη του έπαιζε με το μουσικό όργανο χωρίς να υπάρχει κανένα όριο. Οι τρεις χαράδρες ήπιαν από την ουσία του αετού όπως το ζούσαν και οι ψυχές με το φως, γι’ αυτό συνέχισαν να ρέουν ακόμα κι όταν το χιόνι έγινε σκληρό και το λευκό κρύο.