80665 - Η μνήμη της παλιάς πόλης
Ν. Λυγερός
Ενώ κοίταζε το ύψος και το βάθος του δάσους θυμήθηκε την πέτρινη πόλη όταν είχε πάει να πάρει τη διατονική φυσαρμόνικα. Τα κτίρια ήταν τόσο πυκνά που θύμιζαν τα δέντρα του δάσους που ζούσαν πλάι πλάι για να διασχίσουν τους αιώνες, άφωνα αλλά με τα χέρια πάντα ανοιχτά για ν’ αγκαλιάσουν κάθε άνθρωπο που ήθελε να ζήσει ανάμεσά τους τις ανάσες του δάσους των αιώνων. Αυτό ένιωθαν κι οι ψυχές. Εκεί έβλεπαν τα δέντρα και θυμόταν την πέτρινη πόλη ενώ σε αυτή θυμόταν την πόλη του γυαλιού και του ατσαλιού. Όλα αυτά τα παραδείγματα ζούσαν πάντα ενωμένα γιατί ήξεραν την αξία του μαζί. Αυτό ένιωθε ανάμεσα στις ψυχές του διότι ήταν ο δικός τους άνθρωπος που τις ζούσε τόσο βαθιά που έκαναν καταδύσεις μέσα στον ουρανό για να δουν τον ωκεανό και στο κέντρο τη γη με τα σπάνια έθιμά τους. Μετά σκέφτηκε ότι η φυσαρμόνικα είχε την ίδια ιδιότητα αφού όλες οι οπές ήταν στη σειρά δίπλα δίπλα. Έτσι όταν έπαιζε μαζί της είχε το Μανχάταν μέσα στο στόμα του κι οι νότες ήταν οι ουρανοξύστες της. Μιλούσε με τον ίδιο τρόπο στο δάσος σαν να έβγαιναν από τον λόγο του τα δέντρα και μετά έγραφε πάνω στα φύλλα τους το έργο της ιστορίας για να θυμάται ακόμα και το ίδιο το δάσος αυτό που θα ξεχνούσαν οι άνθρωποι. Έτσι είδε τις ισλανδικές Σάγκα σαν να αντίκριζε παλαιά και πολύτιμα δέντρα της Ανθρωπότητας.