81999 - Το δώρο των ψυχών
Ν. Λυγερός
Η αγάπη τους ήταν πηγαία
δεν αποδεχόταν καμία αμφισβήτηση
κι αυτός τους είχε απόλυτη εμπιστοσύνη
κι έκανε πάντα ό,τι μπορούσε
για να είναι χαρούμενες
κι αυτό τις γέμιζε φως.
Έτσι όταν του έκαναν
το δώρο τους
το χαιρόντουσαν από πριν
γιατί έβλεπαν από πριν
ότι θα ήταν γλυκός μαζί τους
ό,τι και να του ζητούσαν
άλλωστε τους το είχε αποδείξει.
Δεν ήξερε τη χρήση του
αλλά δεν είπε τίποτα
επειδή έβλεπε ήδη τα χαμόγελά τους
και θυμήθηκε μία ανάλογη σκηνή
γιατί οι ψυχές ήταν και πειραχτήρια.
Ο ιππότης δίχως πανοπλία
πήρε τη θέση του.
Ακριβώς όπως ήθελαν.
Η χαρά τους ξεχείλιζε
αλλά δεν μπορούσε να τις δει
άκουγε μόνο τα χαμόγελά τους.
Έκλεισε τα μάτια του για να τις φανταστεί
και τότε ένιωσε τους πρώτους δακτυλισμούς
πάνω στο όργανο που αγαπούσαν.
Έπαιζαν τρυφερά
κι αναγνώρισε το ύφος τους
σαν να άκουγε μία ακολουθία.
Ήξεραν ότι ήταν ο δικός τους
αλλά το ένιωθαν επί του πρακτέου
αφού είχαν πρόσβαση στην πηγή της ουσίας
και γι’ αυτό με τα άστρα στο στόμα
μετάλαβαν το φως.