Κάθε φορά που έκανε κρύο
στέκονταν δίπλα στο τζάκι
κάτω από το κεντρικό οικόσημο
έτσι μιλούσαν ανάμεσα
στα άλλα βιβλία
που ήταν γύρω
εκτός βιβλιοθήκης
έτσι έγραφαν
τα καινούργια
πάντα μαζί.
Τα τετράδια των ψυχών
ήταν πολύτιμα από μόνα τους
γιατί η επιλογή τους
ήταν πάντα αγάπης
και βαθιάς.
Κι όταν τον έβλεπαν
να τα γεμίζει
με το γαλάζιο μελάνι
ήταν σαν να έβλεπαν
χρυσό να χύνεται
για να γίνει
μνήμη μέλλοντος
μέσα στο δέρμα
του επόμενου βιβλίου.
Ήταν στην αγκαλιά του
για να μην κρυώνουν
και να μην κρυώνει.
Έτσι η ουσία τους
γινόταν μία
και μπροστά στη φωτιά του παρελθόντος
έσταζε το φως
του μέλλοντος.