Αυτή τη φορά η πτήση ήταν πολύ
δύσκολη λόγω του καιρού κι έπρεπε
ν’ αλλάξουν προορισμό γιατί το πρώτο
αεροδρόμιο είχε κλείσει.
Έτσι πήγαιναν στο επόμενο που
δεχόταν να τους υποδεχτεί εκτάκτως.
Όμως λίγο πριν προσγειωθεί το
αεροσκάφος στον νέο προορισμό
τους δόθηκε το δικαίωμα να πάνε
στο αρχικό χωρίς να είναι πια
αναγκασμένοι να κάνουν το ενδιάμεσο
και να ανεφοδιαστούν.
Όση ώρα γινόντουσαν όλες αυτές οι
αλλαγές, οι ψυχές έβλεπαν τον ιππότη
να συνεχίζει να γράφει ασταμάτητα
όλα όσα έπρεπε να καταγράψει.
Δεν τις ξάφνιασε αλλά τις ηρέμησε.
Δεν ήθελαν να τον πειράξουν,
κάθονταν δίπλα του
όσο πιο κοντά μπορούσαν
σε ετοιμότητα για τη συνέχεια.
Διότι έπρεπε να πάρουν
μία ανταπόκριση
και δεν ήξεραν
αν θα ήταν εγκαίρως στον προορισμό τους
όμως επειδή τον έβλεπαν ατάραχο
δεν είπαν τίποτα,
περίμεναν υπομονετικά
να δικαιωθεί
για να συνεχίσουν να τον πειράζουν
πιο μετά
σαν να μην είχε συμβεί
απολύτως τίποτα.
Δεν τον ενοχλούσε η στάση τους
και πάντα τους χαμογελούσε.
Ήθελε να είναι χαρούμενες
και τίποτα άλλο δεν είχε σημασία.
Όταν μπήκαν πλέον στα σύννεφα
λίγο πιο πάνω
από τον αρχικό τους προορισμό
άκουσε τη βαθιά τους ανάσα
κι έπλασε την πολλαπλή.