Κάθε ημέρα ήταν προσφορά ουσίας
αφού κάθε μέρα ήταν μια πρόσθεση στο έργο
που λειτουργούσε συσσωρευτικά
για να παράγει με τις υπερβάσεις
τα απαιτούμενα αποτελέσματα.
Πόσοι περίμεναν τη συνέχεια του έργου
σαν να ήταν η αγιογράφηση μιας εκκλησίας,
η τοποθέτηση πινάκων σε μια πινακοθήκη,
η αρχειοθέτηση σ’ ένα μουσείο
ή ακόμα κι οι σελίδες ενός ημερολογίου.
Δεν ήταν μόνο εικόνες ενός άλλου κόσμου
αλλά το συνεχόμενο έργο της ουσίας
που έμπαινε σε μια σειρά
για να υπάρχει συντονισμός την κατάλληλη στιγμή
όταν η διάθεση του πάθους και του πόθου
θα μπορούσε ν’ αξιοποιήσει την προσφορά.
Αυτό σκεφτόταν την ώρα
που δημιουργούσε νέες διακλαδώσεις
μέσω μη αναστρέψιμων πράξεων
που όχι μόνο διαμόρφωναν το παρόν
αλλά έπλαθαν το μέλλον
με αδιανόητα εργαλεία.
Αυτό ήταν μια δικαίωση της ύπαρξής του
που δεν είχε καμία δικαιολογία.