Μπορούσε η μίμηση να ήταν και επίπτωση
του θαυμασμού
αλλά ο θαυμασμός λειτουργούσε
κι ως αρχή του θαύματος.
Γι’ αυτό τα ίχνη είχαν τόση σημασία τελικά.
Διότι η αναπαράσταση κι η ανακατασκευή
που πετύχαινε στα μαθηματικά
η θεωρία καταστροφών του René Thom
με τις κατηγορίες της,
είχε το ανάλογό της σε ανθρώπινο επίπεδο.
Αφού από τα ίχνη υπήρχε το μονοπάτι του φωτός
που οδηγούσε στην πηγή.
Έτσι ο θαυμασμός των ιχνών
οδηγούσε στο θαύμα της ζωής.
Με αυτήν την έννοια το βιβλίο ήταν
ένα αναγκαίο ενδιάμεσο
που προκαλούσε την απαιτούμενη ανάδραση,
υπεύθυνη για τη χαρά
του αγγίγματος εξ αποστάσεως.
Ήταν ένας πρώτος τρόπος συνεννόησης
αφού δεν υπήρχε επικοινωνία
κι ήταν η ομορφιά του έμμεσου
όταν δεν υπήρχε ακόμα το άμεσο.
Σε αυτό το πλαίσιο, το ανοιχτό κλειδί
μετά την αλλαγή του δεύτερου δέρματος
που έκανε το πρώτο βήμα
για να φαίνεται το είναι
και να γίνει ορατό το αόρατο,
ήταν ένα επιπλέον άνοιγμα
αφού έδινε πρόσβαση
στον καταρράκτη
που ήταν η απόδειξη
ότι υπήρχε η πηγή της ουσίας.