Από την αρχή αγαπούσε την ουσία
χωρίς να υπάρχει καμία εξήγηση
εκτός αν ήταν το άρωμα…
Άλλωστε είχε νιώσει το ίδιο πράγμα
με τα πόδια του.
Κανείς άλλος δεν τα είχε προσέξει
και δεν την πείραζε
αν την κατηγόρησαν μετά
αφού αυτός την είχε δικαιώσει.
Αυτά σκεφτόταν τώρα
που τον έβλεπε με αυτόν τον τρόπο.
Πόσο αθώα ήταν τότε
και πόσες αντοχές
έπρεπε να έχει.
Αλλά πάντα την αγαπούσε
ακόμα και με τα λάθη της
γιατί ένιωθε αυτήν την πηγαία αγάπη
κι έβλεπε πόσο πιστή ήταν.
Δεν ήταν ανάγκη να τον πείσει
ότι πίστευε.
Άκουγε τη ψυχή της
που πάντα του έλεγε
αυτά που σκεφτόταν
ακόμα κι αν ντρεπόταν.
Είχε μεταλάβει όμως
τη χρυσή ουσία.