85935 - Καταγραφή: Στρατηγική ανάλυση διπλωματικής συμβολής Σεφέρη στο Κυπριακό.

Ν. Λυγερός

Θα ήθελα από την πλευρά μου, πρώτα από όλα, να χαιρετήσω την όλη προσπάθεια, γιατί είμαστε στο 6ο συμπόσιο, θα ήθελα επίσης να ευχαριστήσω τους διοργανωτές που μας κάλεσαν ενώ είμαστε εκτός πλαισίου, εννοώ νοηματικά και σε επίπεδο τεχνογνωσίας. Θα ήθελα να χρησιμοποιήσω το εξής τέχνασμα: θα  λέω Σεφεριάδης όταν θα μιλάω για τον διπλωμάτη και θα λέω Σεφέρης όταν μιλάω για αυτόν που αγαπάτε. Το μόνο σίγουρο είναι ότι όλοι ξεκινάμε με τον Σεφέρη, γνωρίζουμε την εμβέλειά του, την αναγνώρισή του, νομίζω ότι πρέπει να υπάρξει μεγάλος αγώνας για να καταλάβουμε τι έγινε με τον Σεφεριάδη. Αυτό το λέω επειδή στην πραγματικότητα ακόμα και τώρα, σε επίπεδο έρευνας, προσπαθούμε να δούμε ποιος ήταν ο ρόλος του σε επίπεδο διπλωματίας. Όταν το βλέπουμε σε σχέση με την Κύπρο, πρέπει να  καταλάβουμε ότι ο Σεφεριάδης έρχεται στην Κύπρο, θα μπορούσαμε να πούμε λαϊκά σχεδόν από σπόντα, γιατί πολύ απλά την πρώτη φορά δεν είχε την οικονομική ευχέρεια, βρισκόταν στον Λίβανο, θα περάσει από την Κύπρο γιατί είναι εύκολα τα πράγματα και θα πάει κατευθείαν στην Ελλάδα. Αυτό όμως που έχει σημασία είναι ότι ο διπλωμάτης θα αγαπήσει την Κύπρο, θα την ερωτευτεί, δεν νομίζω να το περίμενε ο ίδιος. Θα έλεγα ότι πριν από αυτόν τον έρωτα ήταν σε μία φάση άγνοιας, δεν ήξερε ποια είναι τα δεδομένα τοπικά, ήξερε βέβαια τη μεγάλη ιστορία. Θα αναφερθώ και σε αυτό για να είναι πιο ξεκάθαρο το πλαίσιο. Σας υπενθυμίζω μερικά γεγονότα που έχουν σημασία για την Κύπρο, θα ξεκινήσω με το Συνέδριο του Βερολίνου του 1878. Υπάρχει μία μυστική διαπραγμάτευση μεταξύ της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και της Αγγλίας. Ουσιαστικά για να μην έχει προβλήματα η Οθωμανική Αυτοκρατορία σε σχέση με τη Βουλγαρία θα δώσει την Κύπρο. Οι Άγγλοι δεν θα έρθουν στην Κύπρο δεν είχε μεγάλη σημασία, όπως πιστεύουμε, στην πραγματικότητα θα είναι στην Κύπρο μόνο το 1914 και όχι για την Κύπρο, απλώς για να είναι σίγουροι ότι η Κύπρος θα είναι από τη σωστή πλευρά στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Τα δεδομένα λοιπόν είναι ότι είμαστε πολύ πιο πριν από αυτό που θα ονομάσουμε  Ψυχρό Πόλεμο. Στη συνέχεια ο Σεφεριάδης αναγκαστικά έζησε το θέμα της Σμύρνης. Στο μυαλό του καταλαβαίνει ότι χάνεται ένα κομμάτι του Ελληνισμού. Αυτό συνεχίζεται, έχει την εντύπωση ότι δεν μπορεί να σωθεί κάτι και ξαφνικά τελικά, όταν θα ‘ρθει στην Κύπρο για πρώτη φορά, άρα μιλάμε για πριν το ’75, θα ανακαλύψει ένα κομμάτι του Ελληνισμού που δεν ήξερε, κάτι που είναι ακόμα ζωντανό, ενώ έχει την εντύπωση ότι αυτό είχε πεθάνει  εκτός Ελλάδος . Ουσιαστικά μπορούμε να πούμε ότι είναι μία πράξη serendipity  γιατί θα τον αλλάξει. Είναι κλασικός ακαδημαϊκός, Έλληνας, διπλωμάτης, έχει την κλασική κουλτούρα του διπλωματικού σώματος και εδώ γίνεται μία επανάσταση στο μυαλό του, γιατί από τη στιγμή που ερωτεύεται την Κύπρο θα δει τα πράγματα διαφορετικά. Στην Ελλάδα δεν είναι τόσο γνωστό ότι έχει αγαπήσει την Κύπρο. Στην Κύπρο δεν ξέρω αν είναι αρκετά γνωστό, φαντάζομαι ότι το συμπόσιο βοηθάει σε αυτό. Υπάρχει λοιπόν ένα διπλό επίπεδο, αυτό που είναι το εμφανές, το λογοτεχνικό και αυτό που είναι πιο βαθύ, πού είναι το διπλωματικό και ήταν δύσκολο. Εγώ θα έλεγα, μπορεί  να σας φανεί παράδοξο και να δίνει την εντύπωση ότι είναι κατάθεση ψυχής, ενώ υποτίθεται πρέπει να κάνω κάτι πιο τεχνικό, όταν  διαβάζουμε αρχειακό υλικό για τον Σεφεριάδη μας πληγώνει, γιατί βλέπουμε ότι προσπάθησε και ότι δεν τα κατάφερε σε αυτό που ήθελε. Θαύμαζε τον Μακάριο όταν έμαθε ακριβώς τι γινόταν, θεωρούσε ότι ήταν φυσιολογική η Ένωση, ήξερε καλά το αγγλικό πλαίσιο, δεν ήξερε αυτή την αντιπαράθεση που θα γεννηθεί ειδικά μετά το 1955 και μάλιστα όταν έχει την πρώτη επαφή με τον Κρανιδιώτη, τον Γενικό Γραμματέα του Μακαρίου, στην πραγματικότητα αναρωτιέται τι θέλει ο Κρανιδιώτης από αυτόν, γιατί είναι σε ένα άλλο πλαίσιο. Τέλος πάντων, θα γίνει η επαφή αυτό που έχει σημασία, δεν ξέρω κατά πόσο είναι γνωστό, ήδη από το 1954 παλεύει στα Ηνωμένα Έθνη για το θέμα της Ένωσης. Είναι εντυπωσιακό γιατί πολύ συχνά εμείς έχουμε την εντύπωση – όταν λέω εμείς εννοώ του Ελληνισμού – ότι είναι κάτι που λειτουργεί μόνο μέσα στο πλαίσιο του Ελληνισμού, στην πραγματικότητα τα Ηνωμένα Έθνη ήταν ήδη ενημερωμένα για αυτή την προσέγγιση. Αυτό όμως που έχει ενδιαφέρον είναι ότι όταν ψάχνουμε στο αρχειακό υλικό των Ηνωμένων Εθνών, δεν βρίσκουμε πουθενά τον Σεφεριάδη, γιατί λειτουργεί  πάντα σε ομάδα, άρα είναι πολύ δύσκολο να ξέρουμε τι ακριβώς έκανε το 1954, θα είναι πολύ δύσκολο να ξέρουμε και τι κάνει μετά το 1955. Το γεγονός ότι έχουμε αυτά τα, δυστυχώς, γεγονότα της Κωνσταντινούπολης, τα Σεπτεμβριανά, θα τον στιγματίσουν και θα αναρωτηθεί πώς μπορεί να πάει πιο πέρα και για το θέμα του Κυπριακού. Εμείς όταν λέμε το Κυπριακό, στην πραγματικότητα τώρα το λέμε πιο πολύ για το μετά το ’74. Αυτό που είναι εντυπωσιακό με τον Σεφεριάδη είναι ότι αυτός ασχολείται με το Κυπριακό για πολύ πιο πριν, όταν τότε το Κυπριακό είναι το θέμα της Ένωσης. Επειδή τα πάει καλά και με την Αγγλία και με την Κύπρο, ο καθένας θέλει να τον βάλει με το μέρος του, αναρωτιέται πώς μπορεί να το πετύχει, πώς μπορεί να βρει μία ισορροπία, γιατί αυτός τώρα είναι μετά τον Εμφύλιο Πόλεμο στην Ελλάδα, στο μυαλό του βλέπει τα πράγματα διαφορετικά, καταλαβαίνει ποιος ήταν ο ρόλος της Αγγλίας σε αυτόν τον proxy war, τον πρώτο από τον Ψυχρό Πόλεμο και αναρωτιέται τι θέλουν οι Κύπριοι από τη δικιά του την πλευρά, ενώ είναι εντελώς ταγμένος σε αυτήν την υπόθεση και θεωρεί ότι είναι φυσιολογικό ότι πρέπει ο Ελληνισμός  να είναι ενωμένος. Εμείς τώρα επειδή είμαστε πολύ πιο μετά, μπορεί να θεωρήσουμε ότι είναι μία προσέγγιση πολύ απλοϊκή για έναν διπλωμάτη, αλλά δεν το έκανε ως διπλωμάτης το έκανε ως ερωτευμένος της Κύπρου και έδωσε μία μεγάλη αξία σε αυτόν τον χώρο που έγινε Χρόνος μέσα στο βλέμμα του και τελικά βλέπουμε ότι έκανε ότι μπορούσε για να είναι στην πρεσβεία στο Λονδίνο, μάλιστα το ξέρουμε και από τα έγγραφα του Foreign Office ότι δεν τους άρεσε και πάρα πολύ που θα ήταν ο Σεφεριάδης εκεί πέρα επειδή θεωρούσαν ότι είναι πολύ της Ένωσης και πολύ με τους Κύπριους. Θεωρούσαν ότι θα έχουν τώρα ένα πρόβλημα και εντός Λονδίνου. Έχει ενδιαφέρον σαν προσέγγιση να το σκεφτείτε, το μόνο θετικό που βρήκαν σε αυτό ήταν ότι καλύτερα να είναι στο Λονδίνο παρά στην Ελλάδα, γιατί εκεί πέρα τα πράγματα μπορεί να τα έκανε ακόμα χειρότερα, από τη δικιά τους την πλευρά. Αυτό είναι μία μορφή ισορροπίας η οποία θα εμφανιστεί και στα Ηνωμένα Έθνη και μέσω της Πρεσβείας και μέσω των επαφών στην Ελλάδα, όλος ο αγώνας που κάνει ο Σεφεριάδης, μιλάω ειδικά για αυτόν και όχι για τον Σεφέρη,στην πραγματικότητα είναι το ανθρώπινο κομμάτι που βρίσκεται μπροστά σε μία τραγωδία που δεν μπορεί να τη διαχειριστεί. Δεν ξέρει ποια μπορεί να είναι η λύση και δεν ξέρει πώς να την προσεγγίσει στρατηγικά και παραμένει σε αυτό το διπλωματικό ύφος της ισορροπίας, χωρίς να μπορεί να βρει ποια θα ήταν η επίλυση. Και αυτό έχει σημασία για μας, γιατί στην πραγματικότητα, όταν διαβάζουμε το ποιητικό του έργο, υπάρχουν πολλές αναφορές σε αυτά που δεν κατάφερε να κάνει. Απλώς επειδή αυτό το ποιητικό έργο είναι τόσο πλούσιο, μας αρέσει να το εξετάσουμε και από μόνο του, γιατί έχει μία αξία ήδη. Αλλά για εμάς στον τομέα της Στρατηγικής, το γεγονός ότι έχουμε ένα υπόβαθρο που εξηγεί τις σημειώσεις, το φωτογραφικό υλικό, και αυτό έχει ενδιαφέρον ότι κοιτάζει μόνο τα αρνητικά, δεν το εκτυπώνει, έχει ολόκληρο αρχειακό υλικό, το κάνει συστηματικά, θέλει να μάθει πώς λειτουργεί η Κύπρος και θεωρεί ότι πρέπει να το σώσουμε το θέμα και το θέμα είναι τι να σώσουμε,  γιατί όταν κάνει τις συγκρίσεις του, μιλάει για τη Θεσσαλονίκη, μιλάει για την Κέρκυρα και δεν θα ήθελε να κάνει το ίδιο. Άρα θαυμάζει το πώς λειτουργεί η Κύπρος και αναρωτιέται πώς θα το διαχειριστούμε ως Ελληνισμός, εννοεί μέσω της Ελλάδας μετά το ’60 στο μυαλό του, όταν λοιπόν θα μπούμε στις διαπραγματεύσεις, ξέρουμε ότι έπαιξε έναν ρόλο στις διαπραγματεύσεις στη Ζυρίχη και όχι μόνο στο Λονδίνο που θα ήταν το αναμενόμενο,. Στη Ζυρίχη καταλαβαίνει ότι η Κύπρος δέχεται πιέσεις από παντού και από την Ελλάδα, δεν του αρέσει καθόλου, είναι όμως σε μία δύσκολη θέση, γιατί είναι διπλωμάτης της Ελλάδας, αλλά η αγάπη του πάει προς την Κύπρο. Άρα είναι σαν να μην είναι στη σωστή πλευρά και οι παρατηρήσεις που θα κάνει, στην πραγματικότητα θα προφητεύουν τα πράγματα μετά το 1960. Απλώς πρέπει να καταλάβουμε ένα σημείο,  το δικαίωμα στο βέτο για τον Τουρκοκύπριο Αντιπρόεδρο, ο Σεφεριάδης αμέσως είπε ότι αυτό θα είναι πρόβλημα, πολύ πιο πριν συμβεί το πρόβλημα. Όταν θα το δούμε εμείς όλοι μας, μετά το 1963 θεωρούμε ότι θα μπορούσαμε να το είχαμε αναλύσει και πριν. Το πρόβλημα είναι ότι αυτό που αναδεικνύει η προσπάθειά του είναι ότι η Αγγλία είναι αυτή που θα φέρει τους Τούρκους. Αυτό ειδικά για την Κύπρο είναι κάτι γνωστό, το θέμα είναι κατά πόσο είναι γνωστό το πότε. Η Αγγλία επειδή βλέπει ότι υπάρχει ένα πρόβλημα και υπενθυμίζω, για όσους το έχουν ξεχάσει, ότι στη Συνθήκη Λωζάνης προβλέπεται το 1923 ότι ουσιαστικά μετά από μία τριετία δεν θα υπάρχει κανένας Τούρκος στην Κύπρο. Η Συνθήκη της Λωζάνης δεν μιλάει για Τουρκοκύπριους, μιλάει για Τούρκους, είναι το λεξιλόγιό της εποχής, που έχουν μια επιλογή. Άρα, για όσους θέλουν να το δουν είναι το άρθρο 20 και το άρθρο 21. Στην πραγματικότητα το άρθρο 20 και 21 δεν εφαρμόστηκαν ποτέ. Αλλά αυτό που έχει ενδιαφέρον είναι ότι στη Συνθήκη Ζυρίχης –Λονδίνου, είναι η Συνθήκη που θα τα σβήσει, γιατί φοβόντουσαν ότι μπορεί κάποιος σε κάποια φάση να σκεφτεί να τα ενεργοποιήσει. Τώρα θα μου πείτε γιατί αυτό δεν ενεργοποιείται τόσα χρόνια;  γιατί δεν εφαρμόζεται; σας το αφήνω έτσι μετέωρο. Αυτό που έχει σημασία είναι ότι δεν εφαρμόστηκε, ήμασταν μέσα σε ένα πλαίσιο επίλυσης και τελικά είχαμε άλλα προβλήματα. Τα προβλήματα που έρχονται το ’74 όλοι τα ξέρουμε, δεν ήρθαν το 1974, πρακτικά ήρθαν το 1964 είχαν μία καθυστέρηση γιατί έγινε μία παρέμβαση από τον Αμερικανό Πρόεδρο και δεν είδαμε τα γεγονότα του 1974 να συμβαίνουν το 1964. Αυτό που έχει σημασία για τον Σεφεριάδη είναι ότι αυτός προβλέπει ότι θα έχουμε ένα μεγάλο πρόβλημα. Αυτό που πρέπει να καταλάβουμε είναι ότι πριν αυτό το μεγάλο πρόβλημα, εφόσον τις προβλέψεις τις γράφει ουσιαστικά την ώρα των διαπραγματεύσεων, πριν εμφανιστούν τα κείμενα για την Ζυρίχη και καταλαβαίνουμε ότι το Λονδίνο θα είναι απλώς η επισφράγιση από αυτό που έγινε στη Ζυρίχη. Το μεγάλο παιχνίδι γίνεται στη Ζυρίχη, αυτό δεν το περίμενε, ότι η Ελλάδα θα έχει αυτή τη θέση, ότι θα μπορούσε να παίξει και η Τουρκία και μην ξεχνάτε, γι’ αυτό επιμένω, καταλαβαίνει αμέσως ότι είναι η Αγγλία που φέρνει την Τουρκία στις διαπραγματεύσεις, ενώ δεν είχε να παίξει κανέναν ρόλο, εφόσον μέσω της συνθήκη της Λωζάννης είχε πει ουσιαστικά ότι απεμπολεί κάθε δικαίωμα παρέμβασης. Το γεγονός λοιπόν ότι θα έχουμε και ένα άλλο κριτήριο, το οποίο εντοπίζει, είναι το δικαίωμα μονομερούς παρέμβασης. Αυτό θα είναι πρόβλημα και το γράφει και αυτό που έχει σημασία είναι ότι το Διπλωματικό Σώμα της Ελλάδας είναι πολύ επιφυλακτικό με το τι γράφει ο Σεφεριάδης, γιατί δεν θα ήθελε αυτό να είναι γνωστό σε όλους. Για να το κάνω σύντομο, στην πραγματικότητα το ξέρετε όλοι, φαντάζομαι ότι το έχετε αναλύσει και σε προηγούμενα συμπόσια, ότι κατηγορήθηκε για το βραβείο Nobel ότι πάνω-κάτω  υπήρχε ένα πάρε–δώσε, ότι το πήρε επειδή δεν είπε τίποτα στα άλλα. Στην πραγματικότητα είπε πολλά στα άλλα, αλλά δεν έχουν καταγραφεί, θα τα βρούμε σιγά-σιγά τα αρχεία, αλλά υπάρχει αυτή η τεχνική δυσκολία, γιατί όταν είσαι σε μία ομάδα το report, η αναφορά είναι πάντοτε της ομάδας και δεν φαίνεται ονομαστικά σε ποια σημεία έχεις κάνει παρεμβάσεις, αλλά αυτό θα το αναδείξουμε και θα το βλέπουμε σιγά σιγά ότι προσπάθησε με κάθε τρόπο να υποστηρίξει την Κύπρο, ακόμα και αν έβλεπε ότι η Αγγλία ήταν εναντίον, η Τουρκία ήταν εναντίον αλλά ακόμα και η Ελλάδα, και αυτό ήταν που τον πλήγωνε. Έχει όμως κάνει αυτή την αλλαγή φάσης άρα μπορούμε να πούμε το βραβείο Nobel πήγε και βέβαια στον Σεφέρη αλλά θα χρησιμοποιήσω μία αναλογία με τον Churchill, θυμάστε όταν είπαν στον Churchill ότι πήρε το βραβείο Nobel – αυτός το ήθελε στην Ειρήνη του είπαν όχι στη Λογοτεχνία και είπε «Α! καλά». Δεν το λέω επειδή είστε  λογοτέχνες, έχει ενδιαφέρον, νόμιζε ότι θα το πάρει και τελικά του ήρθε από αλλού. Εδώ είναι πάλι το ίδιο, δεν θα ήθελα να σκαλίσω τη σχέση με τον Αβέρωφ εκείνη την εποχή, αλλά σίγουρα παίχτηκε ένα παιχνίδι εναντίον του Σεφεριάδη, υπέρ του Σεφέρη, γιατί ήταν μία μορφή η οποία λειτουργούσε σαν μία παγίδα, για να μην μπορεί να εκφραστεί επίσημα, γι’ αυτό που ήθελε και γι’ αυτό ακόμα και όταν διαβάζετε αυτό που είπε στη Σουηδία, είναι καλό να έχετε αυτό το υπονοούμενο, το ανθρώπινο στοιχείο που δεν κατάφερε να υλοποιήσει αυτό που ήθελε και τελικά μας μένει μόνο ο ποιητής σε έναν άλλο κόσμο. Και έχουμε την εντύπωση «μα πώς είναι δυνατόν να υπήρχε αυτό το σχιζοφρενικό πλαίσιο, να είναι από τη μία μεριά διπλωμάτης και από την άλλη μεριά ποιητής». Νομίζω ότι αυτό που γράφει  στην ποίηση, ήταν εντελώς ελεύθερος εντός εισαγωγικών, δεν μιλάω για τους εκδότες, είναι αυτό που δεν μπορούσε να πει αλλού. Άμα τα διαβάσουμε και τα δύο μαζί, καταλαβαίνουμε ότι κάνει συγκρίσεις, οι οποίες ήταν ανεπίτρεπτες στον χώρο της διπλωματίας και  επιτρεπτές στον χώρο της λογοτεχνίας, γιατί απλώς δεν καταλάβαιναν οι άλλοι που το πήγαινε με αυτήν τη μεταφορά λόγου. Αυτό ήθελα να σας πω, να είστε καλά, καλή συνέχεια στο έργο σας.