442 - Γεωστρατηγική και Διεθνείς Νόμοι: Ένας συγκρουσιακός συνδυασμός
Ν. Λυγερός
Μετάφραση από τα αγγλικά από την Αθηνά Κεχαγιά
Σε προηγούμενο άρθρο με τίτλο, Ισότητα της διαφοράς, αναφέραμε ότι η έννοια αυτή βρίσκεται στα θεμέλια της δημοκρατίας.
Το άτομο φυσικά θεωρείται ως διαφορετικό από ένα άλλο, χωρίς αυτό να επηρεάζει την αξία του ως πολίτη, διότι η αποδοχή της διαφορετικότητας οδηγεί στην ισότητα των δικαιωμάτων.
Σε αυτό το άρθρο, θέλουμε να μελετήσουμε τις παρενέργειες που δημιουργούνται από την αντικατάσταση της λέξης “ατόμο”, από την έκφραση “κρατική οντότητα” εντός αυτού του πλαισίου.
Στην ουσία, το κράτος που εκπροσωπεί όλες τις γενικές υπηρεσίες ενός έθνους, εγγυάται το νόμο και όχι απαραίτητα την επιστροφή στο πνεύμα των νόμων.
Ωστόσο, όταν το κράτος αντιπροσωπεύει μια ομάδα ανθρώπων που είναι εγκατεστημένη σε μια συγκεκριμένη περιοχή και υποβάλλεται στην ίδια εξουσία, τότε μπορεί να θεωρηθεί ως μία νομική οντότητα.
Έτσι, η θεωρητική μας αντικατάσταση έχει νόημα και συνάδει με το διεθνές δίκαιο.
Όμως τότε, είναι ενδιαφέρον να εξεταστεί το μερίδιο της ευθύνης του, από ανθρωπιστικής απόψεως.
Είναι προφανές ότι το ερώτημα αυτό καθίσταται απαραίτητο όταν το συγκεκριμένο κράτος είναι μια υπερδύναμη. Διότι, όπως ένας φιλελεύθερος αναλυτής σωστά παρατηρήσε, εάν η απαράμιλλη δύναμη του κράτους διεξάγεται πραγματικά για το καλό της ανθρωπότητας, τότε η ανθρωπότητα πρέπει να έχει το δικαίωμα να ελέγχει την εφαρμογή της. Και είναι πραγματικά, σε αυτό πλαίσιο , που ο ρόλος ενός κράτους αποκτά νόημα. Αλλά ακριβώς πριν καν μελετήσει τις δεδομένες ευθύνες του, εκείνες που δεν έχει την εξουσία να αναλάβει, πρέπει να ληφθούν υπόψην.
Έπομένως, όπως ένας άνθρωπος, δεν είναι υπεύθυνος για όλους τους ανθρώπους – δηλαδή, μια κατάσταση που δεν μπορεί στην ουσία και να απαιτήσει – ένα κράτος δεν μπορεί να είναι υπεύθυνο για όλα τα άλλα, διότι τα άλλα δεν του καταχώρησαν αυτό το δικαίωμα.
Παρ’ όλα αυτά, δεν σημαίνει ότι το κράτος αυτό πρέπει υποχρεωτικά να συγκαταλέγεται στην κατηγορία που ο Τσόμσκι – αναφερόμενος στην Ουάσιγκτον και το Λονδίνο – σωστά συνέδεσε με την έννοια “κράτος-παρίας”. Αλλά, εάν το κράτος αυτό χρησιμοποιεί ισχύ παράνομα, τότε, οι διαφορές στην πραγματικότητα εξαλείφονται.
Στην πραγματικότητα, η δυσκολία του δικαστικού συστήματος ενός κράτους, κυρίως όταν πρόκειται για μια υπερδύναμη, προέρχεται από τον εγγενή αποσυγχρονισμό που υπάρχει μεταξύ των δεδομένων του διεθνούς δικαίου και της γεωστρατηγικής.
Η τελευταία, αν και είναι ειδική για κάθε κράτος, είναι ουσιαστικά η κύρια αιτία επικοινωνίας του κάθε συγκεκριμένου κράτους με τα άλλα. Ωστόσο, το διεθνές δίκαιο μπορεί να λειτουργήσει μόνο με αμοιβαία συμφωνία. Είναι προφανώς πιο αργή διαδικασία, από την γεωστρατηγική ενός κράτους που δρα βασιζόμενο στην δική του πρωτοβουλία. Αυτό είναι προφανώς το καθεστώς που αφορά σε κάθε χώρα, αλλά όταν αυτή είναι μια υπερδύναμη που κατέχει έναν “μεγάλο τομέα”, όπως, έναν στρατηγικά σημαντικό χώρο της υδρογείου, που της εξασφαλίζει τον παγκόσμιο ελέγχο σύμφωνα με τους όρους της ομάδας μελέτης πολέμου-ειρήνης, τότε, αυτός ο αποσυγχρονισμός είναι προφανής.
Ένα κράτος δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς γεωστρατηγική, αλλά παρ’ όλα αυτά, έχει το δικαίωμα να ενεργεί αν η ενέργεια αυτή έρχεται σε αντίθεση με το διεθνές δίκαιο;
Ωστόσο, για να αντιστρέψουμε την ερώτηση, ακόμη και αν αυτό φαίνεται κάπως προκλητικό: μπορεί ένα κράτος το οποίο πραγματικά σέβεται το διεθνές δίκαιο να υφίσταται με την γεωστρατηγική έννοια του όρου;
Στην πραγματικότητα, αυτό το είδος των ερωτήσεων προβάλλει, όχι μόνο την ενύπαρκτη φύση του προβλήματος της συνύπαρξης των δύο αυτών τάσεων, αλλά και την προ-υπαρξιακή ανάγκη αυτών να συνάδουν. Διότι το διεθνές δίκαιο στη σημερινή του επέκταση, είναι ένα σχετικά νέο στοιχείο, ενώ η γεωστρατηγική, αν και δεν έχει αυτή την κωδικοποιημένη μορφή εξ αρχής, υπήρχε σχεδόν από την ύπαρξη του πολέμου.
Έτσι, η εφαρμογή των ζωνών και των σφαιρών επιρροής για τα κράτη, ή ακόμη και των “μεγάλων τομέων’ για τις υπερδυνάμεις, είναι μια κλασική διαδικασία, αποκλείοντας την πιθανότητα μιας σαφούς κατανομής της υδρογείου, κατά το διεθνές δίκαιο.
Η γεωστρατηγική, λειτουργεί θαυμάσια με υπερκατασκευές δικτύων, ενώ το διεθνές δίκαιο παλεύει ενάντια σε κάθε διαδικασία δικτύων που αποτελεί φυσική παράβαση.
Έπομένως, η επέκταση της εξουσίας ενός κράτους, ξεπερνά την έκταση των δικαιωμάτων του.
Και η παγκόσμια αποδοχή της έννοιας του κράτους έρχεται σε αντίθεση με το διεθνές δίκαιο.
Συνεπώς, η αντικατάστασή μας, δείχνει μια αποτυχία του συστήματος.