293 - Μετασυστήματα: Συστημικά μοντέλα και πολεμολογικά παραδείγματα
Ν. Λυγερός
Μετάφραση από τα αγγλικά από την Αθηνά Κεχαγιά
Η θεωρία των γενικών συστημάτων του Ludwig von Bertalanffy μέσω της δομή του, μπορεί να οδηγήσει σε στρατηγικά μοντέλα ικανά να διαχειριστούν την οικονομική αλληλοδιείσδυση των σύγχρονων στρατηγικών.
Η θεωρία των συστημάτων έχει ήδη τεθεί σε εφαρμογή στις διεθνείς σχέσεις, όπως μαρτυρούν τα βιβλία: “Η ανάλυση του πολιτικού συστήματος” του Easton και “Η κοινωνιολογία των διεθνών σχέσεων» του Merle.
Παρ ‘όλα αυτά, οι μόνες σοβαρές αντιμετάθεσεις στο στρατιωτικό τομέα είναι αυτές των Mazzoni και Warden.
Ενώ η θεωρία των γενικών συστημάτων μπορεί να ερμηνεύσει την ακραία πολυπλοκότητα της σύγχρονης στρατηγικής.
Σε αυτή τη θεωρία, το σύστημα είναι μια οργανωμένη ενότητα της οποίας τα στοιχεία είναι συνδεδεμένα και έχουν μια εσωτερική ρύθμιση. Είναι βυθισμένο σε ένα περιβάλλον που το αναγκάζει να πραγματοποιήσει ανταλλαγές. Η σταθερότητα του συστήματος βασίζεται σε μια διαδικασία ανάδρασης.
Σε αντίθεση με ορισμένες επικρίσεις που διατυπώθηκαν σχετικά με αυτό, ο μόνος στόχος του συστήματος είναι να επιτευχθεί ισορροπία χωρίς ποτέ να είναι συντηρητική. Η ισορροπία του δεν αφήνει στο περιθώριο τις αλλαγές που μπορεί να προκύψουν συνεπεία των προβλημάτων που ενδέχεται να εμφανιστούν σε σχέση με την διαδικασία ανάδρασης.
Η συστημική ανάλυση αντιμεταθέτει την σύγκρουση στην εφαρμοστική ενότητα, χωρίς κατ ‘ανάγκην να την εξαλείφει. Ωστόσο, είναι σημαντικό να εξεταστεί μόνο ως ευρετικό όργανο.
Οι διαφορές είναι εξίσου σημαντικές με τις ομοιότητες, συμβάλλοντας στην απόρριψη οποιασδήποτε ομολογικής, ή ακόμη και αναλογικής άποψης.
Παρ’ όλα αυτά, καθώς η σύγκρουση έχει γίνει ένας τρόπος επικοινωνίας και ρύθμισης, οι συστηματικές και οι στρατηγικές προσεγγίσεις, όχι μόνο δεν αποκλείονται, αλλά αντιθέτως, μπορεί να εκληφθούν ως δύο συμπληρωματικές προσεγγίσεις του ιδίου φαινομένου. Για αυτόν ακριβώς τον λόγο είναι δυνατό να μεταφέρουν τα οκτώ χαρακτηριστικά του τεχνικού φαινομένου στο στρατηγικό φαινόμενο.
Τα χαρακτηριστικά αυτά έχουν επισημανθεί από τον Ellul στο τεχνικό σύστημα . Αυτά είναι: η αυτονομία, η ενότητα, η καθολικότητα, η αθροιστικότητα, η αυτο-ανάπτυξη, ο αυτοματισμός, η αιτιώδης μετάβαση και η επιτάχυνση.
Συνεπώς, είναι σαφές ότι όλο αυτό ταιριάζει απόλυτα με την ολιστική προσέγγιση που επικαλούμεθα ώστε να κατανοήσουμε το σύνθετο φαινόμενο. Ένα από αυτά τα φαινόμενα είναι το δικαίωμα των παρεμβολών. Η ορολογία του Kouchner, δεν θα μπορούσε να είναι σαφέστερη, εφόσον αφορά την πολλαπλή φύση αυτής της έννοιας. Και η ταυτόχρονη παρουσία των όρων που την συνθέτουν, θυμίζει την παράδοξη φύση του.
Αυτή τη φορά, το σύστημα δεν είναι η μόνη οντότητα που εμβυθίζεται στο περιβάλλον. Πολλά συστήματα, που συχνά ανταγωνίζονται, βρίσκονται στην ίδια κατάσταση. Οι περιβαλλοντικές πιέσεις είναι πιο περίπλοκες, διότι προκύπτουν από τη σύνδεση των συστημικών ενεργειών.
Στο πλαίσιο αυτό, το δικαίωμα της παρεμβολής προτείνει μια επανερμηνεία της κατάστασης, δημιουργώντας έτσι ένα νέο συστημικό μοντέλο και ένα παράδειγμα μελετών ειρήνης – σύγκρουσης. Το περιβάλλον και όλα τα συστήματα, αντιμεταθέτονται σε ένα περιβάλλον και ένα μετασύστημα.
Το δεύτερο είναι μια οργανωμένη ενότητα της οποίας τα στοιχεία (συστήματα) είναι συνδεδεμένα (ανταλλαγή) και της οποίας η σταθερότητα βασίζεται σε μια διαδικασία ανάδρασης (δικαίωμα παρεμβολών). Για το δικαίωμα των παρεμβολών που την διέπει: η συνειδητοποίηση της ύπαρξης του μετασυστήματος συνεπάγεται μιας ολιστικής θεώρησης του κόσμου. Μια φαινομενικά τοπική σύγκρουση είναι στην πραγματικότητα μια διαταραχή στο λειτουργικό μετασύστημα. Έτσι, το δικαίωμα της παρεμβολής αποτελεί μια αναζήτηση ισορροπίας από το μετασύστημα. Είναι ο μοναδικός της τρόπος δράσης.
Ως εκ τούτου, δεν είναι απλώς μια ανθρωπιστική πράξη στην πιο απλοϊκή έννοια του όρου, αλλά ένα πραγματικό στοιχείο αντίληψης της σύγκρουσης, μια παγκόσμια στρατηγική του μετασυστήματος, που θεωρείται ως ένα συστημικό μοντέλο και ένα πολεμολογικό παράδειγμα.