Δεν ήταν μόνος. Είχε επιλέξει να γίνει μοναχός, ήταν θέμα πίστης. Και από την αρχή της ζωής του τον είχε αγγίξει η έννοια του νοσοκομείου. Ήξερε ότι ήταν φτιαγμένος να προστατεύει τους ανθρώπους, άλλωστε αυτό είχε ζήσει στους Αγίους Τόπους και στην Κύπρο πριν έρθει στη Ρόδο. Το πνεύμα του συνέχιζε να είναι του Χρόνου ακόμα κι αν είχε ταξιδέψει τόσο πολύ στο χώρο. Είχε δοκιμάσει όλα τα μέσα. Και τώρα έβλεπε πως αυτός ο αγώνας διαρκείας λειτουργούσε επειδή υπήρχε το φως της ουσίας. Άλλωστε αυτό έλεγαν και τα δερματόδετα βιβλία της βιβλιοθήκης του. Είχε έρθει σε αυτό το νησί με τη Γλώσσα του. Δεν το ήξερε πριν αλλά με τα χρόνια το βάθος της αγάπης του γινόταν όλο και πιο φωτεινό. Και εδώ ήταν ξένος όπως και στα άλλα μέρη που είχε πάει, αλλά αυτό το είχε επιλέξει και λόγω ομορφιάς. Αλλά και η πίστη του δεν είχε τίποτα εναντίον της. Σκέφτηκε ότι ήταν μια ανώτερη μορφή απόλαυσης που δημιουργούσε χαρά για να μπορέσει να μοιραστεί στους ανθρώπους της ελευθερίας, αφού αυτή ήταν το φως της ουσίας για τους ανθρώπους που επέστρεφαν μετά το τέλος.