Όταν έβλεπαν ερείπια κάστρων
οι περισσότεροι αναγνώριζαν
μόνο τον τερματισμό
των υπάρξεων.
Οι πέτρες δεν ήταν πια επάλξεις
κι οι πύργοι, μόνο λαβωμένοι.
Το ίδιο έκαναν και με τις ψυχές.
Τις έβλεπαν ως ερείπια ζωών.
Ενώ ο ιππότης των ψυχών
τις αναγνώριζε
και μέσα στα σώματα
κι εκεί η ψυχοδοσία του
έδινε την ουσία
για ν’ αντισταθούν
και να μην πεθαίνουν
σ’ ένα κορμί που ήταν τάφος.
Και στα νεκροταφεία
τις πρόσεχε τις ψυχές
που δεν είχε προλάβει να δει εν ζωή.
Αλλά με αυτές που είχε ανακαλύψει
σε αυτήν την εποχή
ήθελε να νιώσουν μέσω του τη ζωή
από όλες τις πλευρές.
Και συνειδητοποιούσε ότι αγαπούσαν
το φως της Αγάπης της Ανθρωπότητας
γιατί είχαν καταλάβει
με την πάροδο του Χρόνου
το δώρο τους.
Έτσι τον πρόσεχαν
σαν να ήταν φυλαχτό
που τις πρόσεχε.
Γι’ αυτό πρόσεχαν κάθε σταγόνα ουσίας
για να μη χαθεί.
Τις ήθελαν με κάθε μορφή
διότι μόνο με αυτές
ζούσαν πραγματικά το δώρο της ζωής
που τους είχε κάνει.
Όλη η ζωή του ήταν για τις ψυχές του.